Τετάρτη 13 Αυγούστου 2008

Οραμάτων αποκαθήλωση

ΛΟΙΠΟΝ, ΛΕΩ να εμπνευσθούμε, από σήμερα και για τους επόμενους μήνες, από το Μεγάλο Όραμα: ● να λιγοστέψουμε τα σκουπίδια και τους σκουπιδότοπους, ή ● να καθαρίσουμε τα ξερά χόρτα για να μην ανάβουν τόσο εύκολα φωτιές, ή ● να καθαρίσουμε τις παραλίες. Φαίνονται πολύ μικροί και ασήμαντοι στόχοι αυτά; Δεν μπορούν τέτοιες προτεραιότητες να συνεγείρουν το έθνος; Δεν μπορούν τόσο ταπεινά αιτήματα να μετατραπούν σε εθνικούς στόχους; Τι θέλουμε λοιπόν; Την Μεγάλη Ιδέα; Την Κόκκινη Μηλιά; Τους Ολυμπιακούς Αγώνες; Την... επανείσοδο στην ευρωζώνη; Ή να... νικήσουμε τον Γκρουέφσκι; Αφήστε, πατριώτες. Είμαστε χάλια- αλλά ευημερούμε. Είμαστε τελευταίοι σε τόσες κατατάξεις - αλλά εφαρμόζουμε την εγχώρια αρχή «η φτώχεια θέλει καλοπέραση». Είμαστε άθλιοι σε συμπεριφορές (από την οδήγηση έως το κάπνισμα), αλλά ζούμε περισσότερα χρόνια από τους πειθαρχημένους. Και έχουμε και πολυτελή δημοκρατία υψηλών απαιτήσεων: κανείς δεν μας αρέσει, όλους τους κατακρίνουμε, αλλά τελικώς ψηφίζουμε σοφά. Προφέσορες και δημοσιογράφοι (ή δημοσιογράφοι- προφέσορες) επικρίνουν με βαρύγδουπες εκφράσεις τα κόμματα και τους πολιτικούς, ότι δεν έχουν προτείνει ένα όραμα στους πολίτες, ότι δεν αναδεικνύουν ένα πολιτικό μήνυμα ικανό να κινητοποιήσει και να συνεγείρει την κοινωνία. Και τα κόμματα και οι πολιτικοί στύβουν το μυαλό τους να κατεβάσουν κάνα «όραμα». Ας προσγειωθούμε, αδέλφια! Με τι όραμα προόδευσε η Δανία ή η Σουηδία; Ποιοι εθνεγέρτες σήκωσαν ψηλά τη Φινλανδία; Ποιοι επιτέλους μεγάλοι οραματιστές έφεραν την Ολλανδία ή την Ελβετία στις πρώτες θέσεις της παγκόσμιας ανάπτυξης και ευημερίας; Κανένας. Σοβαρεύτηκαν όλοι μαζί και αποφάσισαν να κάνουν (ο καθένας από τη θέση του) καλά τη δουλειά τους. Και συγύρισαν τον τόπο τους και έβαλαν τάξη, εισήγαγαν και δοκιμασμένα συστήματα (και τα εφάρμοσαν) στην υγεία, στην παιδεία, στην οικονομία, παντού. Και τα πήγαν περίφημα. Εμείς δηλαδή γιατί πρέπει να θέλουμε «Μεγάλες Ιδέες» και «Υψηλά Ιδανικά» και «Οράματα» δημαγωγών; Ας βάψουμε το σπίτι μας. Ας το σφουγγαρίσουμε. Ας ξηλώσουμε το πανωσήκωμα. Ας βάλουμε τα σκουπίδια στον κάδο. Και όλα θα πάνε καλύτερα- όλο και καλύτερα. Κι ας αφήσουμε τα Μεγάλα Οράματα και τα Θάματα για τον Μακρυγιάννη ή για τον Κοσμά τον Αιτωλό...

Αχ, απέραντο γαλάζιο του Αιγαίου

Δεκαπενταύγουστος στην Αθήνα. Όσοι «πιστοί» της πρωτεύουσας μένουν πίσω, είτε γιατί είναι από τους άτυχους που δουλεύουν είτε γιατί είναι απλώς, όπως λέει και ένα αγαπημένο μου πρόσωπο, αστικοί τύποι, υποστηρίζουν ότι είναι η καλύτερη εποχή της. Δεν έχω κανένα λόγο να διαφωνήσω μαζί τους. Η ελληνική εκδοχή της «πόλης που δεν κοιμάται ποτέ» ζει σε πιο χαλαρούς ρυθμούς. Οι δρόμοι σχεδόν άδειοι, όλα γίνονται σε λιγότερο χρόνο απ΄ ό,τι συνήθως, τα μπαράκια έχουν όσο κόσμο χρειάζεται για να περνάς καλά. Το σκηνικό λοιπόν είναι ειδυλλιακό ή περίπου έτσι. Γιατί λοιπόν να νιώθεις αυτή τη γλυκιά μελαγχολία όταν αναπολείς το νησί όπου πέρασες τις διακοπές σου; Λογικό και ανθρώπινο βέβαια, αλλά η πόλη σού ξεδιπλώνει τον καλύτερο εαυτό της τον Αύγουστο. Θυμίζει κάτι από τη μενεξεδένια πολιτεία που ήταν κάποτε. Άσε που τα νησιά από την άλλη θυμίζουν κάτι από χειμωνιάτικη Πλατεία Ομονοίας, Κολωνάκι και πηγμένη Βασιλίσσης Σοφίας μαζί. Κι όλα αυτά στην καρδιά του καλοκαιριού που κάνει τα μπάνια του ο λαός. Γιατί λοιπόν; Φταίει το μόνο πράγμα που δεν είναι ειδυλλιακό και το παραδέχονται, με ελάχιστες εξαιρέσεις, ακόμη και οι πιστοί της Αθήνας. Οι κοντινές παραλίες. Ακόμη κι αν βουτάς στο Σούνιο, με θέα τον ναό του Ποσειδώνα, που είναι από τα καλύτερα μέρη που μπορώ να σκεφτώ αυτή τη στιγμή, αν έχεις πάει διακοπές τον Ιούλιο δεν μπορείς παρά να αναπολείς το απέραντο γαλάζιο του Αιγαίου. Τίποτα δεν συγκρίνεται με τα διάφανα νερά του. Παραδόξως το μαύρισμα του νησιού είναι πάντα «σοκολατένιο». Επιπλέον, όπως λέει και ένας νησιώτης φίλος μου, «αν έχεις βουτήξει στο Αρχιπέλαγος δεν σου πάει η καρδιά να κάνεις μπάνιο εδώ». Και έχει δίκιο, από τότε που γύρισα νιώθω πως ο χειμώνας είναι προ των πυλών. Και όχι γιατί δουλεύω, ούτε γιατί δεν θα ξαναφύγω. Μόνο και μόνο γιατί δεν μου πάει η καρδιά να κολυμπήσω στις κοντινές παραλίες...

Φτώχεια

ΣΤΟ ΟΡΙΟ της φτώχειας βρίσκονται εφοπλιστές, βιομήχανοι, έμποροι, βιοτέχνες, γιατροί, μηχανικοί, δικηγόροι κι άλλοι επαγγελματίες. Στη χώρα μας, σε αντίθεση με όλο τον άλλο κόσμο, οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι είναι πάμπλουτοι. Η κυβέρνηση πρέπει να πάρει δραστικά μέτρα για τη σωτηρία της αστικής τάξης: μεγάλης, μεσαίας και μικρής. Πένονται, έχουν εισοδήματα κάτω των 10.000 ευρώ τον χρόνο. Διατηρούν τις επιχειρήσεις από ανιδιοτέλεια. Για να πληρώνουν πλουσιοπάροχα τους μισθωτούς, πουλάνε τα κοσμήματα της συζύγου, τα ασημικά του σπιτιού, τις βίλες, τα κότερα, τα λίαρ τζετ. Ιδού μερικά μέτρα για την ανακούφιση των αναξιοπαθούντων αστών: Να ιδρυθεί υπουργείο επισιτισμού, που με τη βοήθεια δήμων και κοινοτήτων θα οργανώνει συσσίτια για τη σίτιση εφοπλιστών, εμπόρων, βιομηχάνων. Οι εκκλησίες να συγκεντρώνουν τα παλιά ρούχα και παπούτσια των συνταξιούχων και να τα παραδίδουν στον Σύνδεσμο Βιομηχάνων, στον Εμπορικό Σύλλογο, στην Ένωση Εφοπλιστών, που με δίκαιο τρόπο θα τα διανέμουν στα μέλη τους. Αντί να τους ζητούν να πληρώνουν φόρους, να κόψουν σε όλους επιδόματα από την Πρόνοια ώστε να αντιμετωπίζουν τις στοιχειώδεις ανάγκες τους. Πρέπει να το καταλάβουμε: Η αστική τάξη στην Ελλάδα είναι ξεφτιλισμένη.