Δευτέρα 13 Οκτωβρίου 2008

Κρίση!

Τα ταμ-ταμ... ... των μέσων ενημέρωσης εδώ και κάμποσες μέρες βροντούν χωρίς σταματημό, κατακλύζουν τους αναγνώστες με ένα τσουνάμι από κραυγές πανικού. Εφημερίδες, ραδιόφωνο, τηλεόραση εκπέμπουν ένα συνεχές και αδιάλειπτο σήμα κινδύνου: κρίση! κρίση! Στον ορυμαγδό... ... όμως, ξεχωρίσαμε επιτέλους μια διαφορετική φωνή, μια σκέψη που δεν παρουσιάζει αυτή την κρίση ως πηγή τρόμου και καταστροφής, αλλά ως μια ευκαιρία από εκείνες που παρουσιάζονται ίσως μόνο μία φορά στη ζωή του ανθρώπου. Πρόκειται για τη σκέψη της Ανιές Μεγιάρ, που γράφει: «Θυμάμαι που έπεσα στην κρίση όταν ήμουν ακόμη μικρή. Ένα βράδυ γύρισε ο πατέρας στο σπίτι και είχε πουλήσει το αυτοκίνητο. Από τότε δεν θυμάμαι παρά μονάχα την κρίση: σβήσε τα φώτα, κλείσε τη βρύση, διάβαζε στο σχολείο για να γλιτώσεις την ανεργία, μάζευε διπλώματα κι ας τα κάνεις κορνίζα. Δεν θυμάμαι παρά μονάχα την κρίση, το σφίξιμο στο ζωνάρι, στις εξόδους, στις ταβέρνες, στη διασκέδαση, στις εφημερίδες (αυτό ήταν εύκολο), στο ντύσιμο, στα βιβλία (αυτό ήταν πολύ δύσκολο), στα φάρμακα, στη θέρμανση». Η Γαλλίδα κοινωνιολόγος και συγγραφέας, όπως και εκατομμύρια άλλοι σαν αυτή σε ολόκληρο τον πλανήτη, ζούσε εδώ και πολλά χρόνια με την κρίση, πολύ πριν την ανακαλύψουν στη Γουόλ Στριτ. «Γι΄ αυτό δεν ξέρω πια αν είναι για γέλια ή για κλάματα που ακούω να μας υπαγορεύουν τις πράξεις μας και τα συναισθήματά μας οι ίδιοι εκείνοι καραγκιόζηδες που τόσα χρόνια προσπαθούσαν να μας πείσουν ότι ο νεοφιλελευθερισμός και η απελευθέρωση των αγορών κάνουν καλό στην επιδερμίδα, πως ο υπεύθυνος πολίτης είναι αυτός που κυλιέται σαν γουρούνι μέσα στον λάκκο της κατανάλωσης και του χρέους, αυτός που λατρεύει τους πλούσιους και τα αφεντικά επειδή αυτοί είναι οι υγιείς δυνάμεις, αυτοί που δημιουργούν πλούτο, ο οποίος όταν πια γίνει άφθονος θα φτάσει για να ξεπεινάσουν εκείνοι που μαζεύουν τα ψίχουλα κάτω από το τραπέζι». Όλοι εκείνοι... ... που έδιναν αυτές τις υποσχέσεις, πόσο είναι τώρα αξιόπιστοι για να διαχειριστούν την κρίση; Εδώ και μήνες απουσίαζαν, σώπαιναν ή ψεύδονταν, αρνούνταν, απέφευγαν ή υποβάθμιζαν μια κατάσταση, της οποίας δεν μπορούσαν να φανταστούν ούτε το βάθος ούτε τις συνέπειες. Οι συνθήκες της αλλαγής βρίσκονται τώρα στα χέρια μας, μπροστά μας, λέει με δυο λόγια η Ανιές Μεγιάρ. Σαν από θαύμα, μας σερβίρισαν ξαφνικά αυτές τις συνθήκες στο πιάτο. Ο κόσμος... ... πρώτη φορά, ίσως και τελευταία κατά τη διάρκεια αυτής της γενιάς, μπορεί να αλλάξει επειδή οι άνθρωποι θα τον υποχρεώσουν. Σαν σε βιντεοπαιχνίδι όπου συνέχεια έχαναν και ξαφνικά χάλασε και τους αποκάλυψε τους κωδικούς του, οι άνθρωποι μπορούν να περάσουν αμέσως στο επόμενο στάδιο. Ο κόσμος βρίσκεται στα χέρια τους και το μέλλον τους είναι τώρα. Κάθε τέλος είναι μια ευκαιρία για μια νέα αρχή.

Χειρότερα δεν γίνεται...

ΝΑ ΚΑΙ ΜΙΑ ΚΑΛΗ είδηση! Το ΙΚΑ, επιτέλους, εξυγιάνθηκε! Αύξησε την περιουσία του κατά τρεις καρέκλες και ένα τραπέζι. Η επιτυχημένη αυτή κίνηση πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της πολιτικής είσπραξης των χρεών και επιτεύχθηκε διά της κατασχέσεως των μοναδικών περιουσιακών στοιχείων ενός 80χρονου, ο οποίος χρωστούσε εδώ και χρόνια 150 ευρώ, που με τις προσαυξήσεις είχαν φθάσει τα 900! Είναι αλήθεια; Υπάρχει νους που πήρε αυτή την απόφαση; Που θεώρησε καθήκον του να διεκδικήσει χρέος αυτής της ευτελούς αξίας, υποβάλλοντας έναν άνθρωπο στο μαρτύριο της στέρησης των λιγοστών αντικειμένων που του είχαν απομείνει; Και αυτός ο νους τι πίστεψε; Πως έτσι έκλεισε τις μαύρες τρύπες του ΙΚΑ; Μπορεί... Γιατί αν απαλλαγούμε από τη συναισθηματική φόρτιση και επιχειρήσουμε να σκεφθούμε λογικά, θα διαπιστώσουμε πως η φιλοσοφία αυτή διακατέχει την εισπρακτική πολιτική αυτού του κράτους. Αφού δεν μπορείς να κυνηγήσεις τους καρχαρίες, πιάσε τη μαρίδα για να έχεις τουλάχιστον να επιδείξεις μια ψαριά. Μισθωτοί και συνταξιούχοι- δίκην μαρίδαςείναι αδύνατον να ξεφύγουν από το δίχτυ. Άλλωστε είναι φτιαγμένο στα μέτρα τους. Τα μεγάλα ψάρια δεν χωράνε. Τι να κάνουν και οι υπηρεσίες; Εν προκειμένω, μια και μιλάμε για το ΙΚΑ, αν ο κάθε ευσυνείδητος υπάλληλος έπαιρνε την πρωτοβουλία να διεκδικήσει τις τεράστιες οφειλές που θα βοηθούσαν ενδεχομένως στην ανάκαμψη της υπηρεσίας του δεν θα έβρισκε... τόπο να σταθεί. Έτσι, επειδή τα προσχήματα πρέπει να τηρούνται και οι υπάλληλοι- ως τελευταίοι τροχοί- να ελέγχονται, αν κληθεί ο διευθυντής μιας ανάλογης υπηρεσίας από τον ανώτερό του να δώσει εξηγήσεις για τα δισεκατομμύρια των οφειλών, θα έχει τουλάχιστον κάτι να δείξει. Τρεις καρέκλες και ένα τραπέζι! Λίγο είναι; Καθόλου. Δεν αποκλείεται μάλιστα να επιβραβευθεί και με προαγωγή. Καθώς είχε την πρόνοια να μην αγγίξει τα κακώς κείμενα, τους φακέλους που καίνε, ενώ ταυτόχρονα επέδειξε την πυγμή του οργανισμού. Μη νομίζει δηλαδή και ο κάθε ταλαίπωρος πολίτης που χρωστάει 150 ευρώ ότι θα χαίρει της ίδιας εύνοιας που απολαμβάνει ο μεγαλοοφειλέτης. Και θα έχει καρέκλα να κάθεται στην... πλάτη του ΙΚΑ. Και μη χειρότερα...

Η μικρή έχει κότσια

Η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο! Όταν μάλιστα σερβίρεται από ένα χαμογελαστό «κοριτσάκι», που δείχνει να μην καταλαβαίνει και πολλά, τότε η γροθιά στο στομάχι είναι διπλά δυνατή! Και αυτό έκανε η Καλομοίρα, η οποία έδωσε κλωτσιά στο... σύστημα, και μάλιστα την περίοδο που όλη η Ελλάδα την αποθέωνε για την επιτυχία της. Αυτό, ομολογουμένως, θέλει κότσια. Και η «μικρή» απέδειξε ότι τα έχει. Το νεαρό αυτό κορίτσι που αγαπήθηκε- ή μισήθηκε- για τα σπαστά ελληνικά της, για τη (χαζο)χαρούμενη συμπεριφορά της, για τα ναζιάρικα «φιλάκια» της, ήρθε από την Αμερική για να κάνει το όνειρό της πραγματικότητα. Η ευκαιρία τής δόθηκε, όταν κάποιοι διαπίστωσαν πως το «πακέτο» Καλομοίρα πουλούσε. Και εμείς οι υπόλοιποι τη... φάγαμε με το κουτάλι. Την παρακολουθήσαμε σε σίριαλ, γελάσαμε μαζί της στα πρωινάδικα, χάσαμε τη «λαλιά» μας όταν την είδαμε να βγαίνει από μία τούρτα (στο πάρτι- συναυλία του Σαββόπουλου, στο Ηρώδειο), ακούσαμε τα signles της, χορέψαμε με τα τραγούδια της, σηκώσαμε την ελληνική σημαία όταν τα έδωσε όλα στην Εurovision. Και μετά; Μετά τα βρόντηξε όλα και έγινε καπνός! Ούτε τα χρήματα την κράτησαν ούτε η επιτυχία ούτε η δόξα ούτε η φήμη ούτε η διεθνής καριέρα που πιθανόν να της είχαν τάξει. Όπως αποδείχτηκε, η «μικρή» δεν ήταν τόσο αφελής όσο φαινόταν, αφού καταλάβαινε ότι την «έριχναν»έτσι είπε στον «Ταχυδρόμο». Δεν το έκανε όμως για οικονομικούς λόγους. Έφυγε, γιατί θέλει να χαρεί τη ζωή της. Να γελάσει με την ψυχή της. Να μην τρέχει για να φουσκώνει τη «φούσκα». «Γιατί, τι αξία έχει να κάνεις τόσα πράγματα και το βράδυ να μην μπορείς να κοιμηθείς;»... Τροφή για σκέψη, σερβιρισμένη από την Καλομοίρα.

Καταλήψεις στα σχολεία

Είμαι της παλιάς σχολής. Της πολύ παλιάς. Πιστεύω ότι η γνώση πρέπει να διαχέεται, αλλιώς δεν έχει νόημα. Κάθε μέρα χαμένη από το σχολείο, κάθε μάθημα που παραδόθηκε μισό, κάθε λέξη που δεν διδάχτηκε, έστω με τον τυπικό, στεγνό, μίζερο τρόπο που έχει το σημερινό σχολείο, είναι απώλεια για κάθε παιδί. Όχι μόνο για εκείνο που τελειώνει το δημόσιο, αλλά και για το συνομήλι-κό του που τελειώνει το καλύτερο ιδιωτικό. Είναι απώλεια για όλους μας. Εδώ στην Ελλάδα πιστεύουν πολλοί ότι η μόρφωση πρέπει να μείνει προνόμιο λίγων για να έχει αξία, να αποδίδει σε χρήμα. Δεν καταλαβαίνουν ότι ένας άνθρωπος που μορφώνεται εξαιρετικά και ύστερα αναγκάζεται να ζήσει ανάμεσα σε ημιμαθείς και ακαλλιέργητους, είναι σαν νόμισμα χωρίς αντίκρυσμα. Οι δυνατότητές του και οι γνώσεις του δεν εκτιμώνται όσο πρέπει, δεν αποτιμώνται και δεν του αποφέρουν ούτε το χρήμα ούτε την ικανοποίηση που θα μπορούσαν, αν τον τριγύριζαν άνθρωποι του επιπέδου του. Το να χάνουν χρόνο τα παιδιά στο δημόσιο σχολείο με τις καταλήψεις, δεν βλάπτει μόνο αυτά. Και εκείνα που πάνε στα ιδιωτικά θα βρουν μπροστά τους αργότερα αυτή την ανεπάρκεια των άλλων. Το να προτρέπει ένα κόμμα, που υποτίθεται ότι είναι ανθρωπιστικό, τα παιδιά να κάνουν κατάληψη, ενώ ξέρει τώρα πια τι βγαίνει, μάλλον τι δεν βγαίνει από τις καταλήψεις, είναι ασυγχώρητο σφάλμα. Και δείχνει ότι δεν καταλαβαίνουν τα στελέχη του, που πολλά στέλνουν σε ιδιωτικά τα παιδιά τους, ότι στο μέλλον θα βγουν όλα τα παιδιά χαμένα. Το σχολείο είναι πολύτιμο, είναι πιο ακριβό από το πετρέλαιο και τα στεγαστικά δάνεια, κάθε ώρα του κοστίζει χιλιάδες ομόλογα και επιτόκια, κι αν χαθεί δεν αντικαθίσταται με τίποτα. Ξεχνάμε τα αυτονόητα, από την ιδεοληψία.