Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου 2008

Ντρέπομαι...

Στη γωνιακή κολόνα της ΔΕΗ στον δρόμο μας, το κολλημένο χαρτί έγραφε: «Ντρέπομαι που ζω ανάμεσα σε ανθρώπους που σκοτώνουν ανυπεράσπιστα ζώα». Την προηγουμένη, το αγαπημένο γατάκι της γειτονιάς, ο Κεφάλας για το δικό μας σπίτι, ο Τίγρης για τους διπλανούς, άφησε με σπασμούς την τελευταία του πνοή στην άκρη του πεζοδρομίου, με φρικτό θάνατο. Κάποιοι το είχαν δηλητηριάσει. Τους ενοχλούσε. Η κτηνίατρος που φωνάξαμε επειγόντως μάς είπε πόσο επώδυνο είναι για τα ζωάκια ένα τέτοιο τέλος. Μαζευτήκαμε οι γείτονες και το θάψαμε συγκινημένοι σε έναν κήπο. Λίγες ώρες μετά, το χαρτί είχε ξεκολλήσει βίαια από την κολόνα. Και μερικές ημέρες μετά, κάποιοι «φύλακες της τάξης» και «προασπιστές των νόμων», που τους πληρώνω από τον μισθό μου και τους δίνω ένα όπλο για να με προστατεύουν από τους εγκληματίες, πυροβολούν με ευκολία- στις 9 το βράδυ μιας ζεστής δεκεμβριανής ημέρας- ένα γλυκό παιδί, που ζει την εφηβική επανάστασή του στη δύσκολη ηλικία των δεκαπέντε. Και ενοχλεί. Θα μπορούσε να είναι οποιοδήποτε παιδί: Ο Παναγιώτης, ο Βασιλάκης, ο Λεωνίδας, ο Άγγελος... Οποιοσδήποτε μαθητής της Α΄ Λυκείου, που το έχει σκάσει από το σχολείο ή που γυρνά από μια συναυλία μέταλ, εκφράζοντας έτσι- έστω και με λάθος τρόπο- την αιώνια αντίθεση των εφήβων προς τον κόσμο των μεγάλων. Ορισμένοι προσπαθούν να δικαιολογήσουν τον φόνο. Δεν υπάρχει δικαιολογία. Μόνο τσαμπουκάς και θρασυδειλία για τζάμπα μάγκες. Υπάρχει μόνο έλλειψη εκπαίδευσης (τεχνικής και ψυχολογικής) των λεγόμενων σωμάτων ασφαλείας, επικίνδυνα επιπόλαιη επιλογή προσώπων για το επάγγελμα, λανθασμένος προσανατολισμός της Αστυνομίας όλης. Σε όλες τις κολόνες της Αθήνας, θέλω να κολλήσω ένα χαρτί που να λέει: «Ντρέπομαι που ζω ανάμεσα σε ανθρώπους που σκοτώνουν ανυπεράσπιστα παιδιά»...

Σταματήστε τα όλα!

Μούδιασε το μυαλό μας και το σώμα μας ξεράθηκε. Δεν έχουμε πόλη πια, αλλά δεν μπορούμε να σκεφτούμε τίποτε καλύτερο από το να οργανώσουμε καινούργιες πορείες, ειρηνικές, στην οποία θα έρθουν πάλι οι επαγγελματίες της βίας και θα οργανώσουν την πυρά για ό,τι έχει μείνει όρθιο. Το χριστουγεν- νιάτικο δέντρο και την Εθνική Βιβλιοθήκη τα χαρήκαμε που κάηκαν; Τι θα κάψουν τώρα, το Πανεπιστήμιο, την Ακαδημία, τη Βουλή; Δεν είναι όλα δείγματα του αστικού κράτους; Γιατί όχι την Αρχαία Αγορά και την Ακρόπολη; Η αρχαία κοινωνία ήταν πολύ χειρότερη, ήταν δουλοκτητική. Τίποτα να μη μείνει, λίθος επί λίθου... τέλειο έργο της ενδιαφέρουσας μηδενιστικής ιδεολογίας η πόλη μας. Άβουλοι, σαν υπνοβάτες, συνεχίζουμε στον δρόμο μας. Τις πορείες μας, τις απεργίες μας, δεν μας ξυπνάει τίποτα. Η κυβέρνηση δεν καταλαβαίνει ότι γύμνωσε από νόημα τους θεσμούς με το πλιάτσικο που άφησε να γίνει. Τα άλλα κόμματα δεν καταλαβαίνουν ότι είναι στιγμή που πρέπει να συνειδητοποιήσουμε τι μας συμβαίνει. Ποιος θα καταλάβει; Η ΓΣΕΕ θα κάνει πορεία αύριο. Μήπως η ΓΣΕΕ νιώσει ότι αντί για πορεία πρέπει να μαζέψει συνεργεία ειδικευμένων να πάνε για επισκευές στα κατεστραμμένα κτίρια; Τι θέλουν οι εργαζόμενοι δηλαδή, να ζήσουν ο καθένας οχυρωμένος σε ένα μικρό ιδιωτικό κάστρο; Θέλουμε την πόλη μας πίσω, ναι ή όχι; Θα την αφήσουμε στη μοίρα της; Αυτά τα μαγαζιά που κάηκαν θα τα αφήσουμε στη μοίρα τους; Δεν είναι δικά μας, οι πεζόδρομοι, οι βιτρίνες, η ελπίδα για τις γιορτές, οι δημόσιοι χώροι; Έχουμε εντελώς τρελαθεί; Δεν ήταν και Παρίσι, να την κάνουμε νεκροταφείο λοιπόν; Να χάσουμε και τον ελάχιστο χώρο δημόσιας ζωής που είχαμε, πριν συνέλθουμε, τα τελευταία ψίχουλα;