Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου 2008

Η Όπερα της πεντάρας

ΚΥΝΙΚΟΣ γεννιέσαι ή γίνεσαι; Μάλλον γίνεσαι, αν και η απάντηση στο ερώτημα δεν έχει και τόση σημασία στην ελληνική πολιτική επικαιρότητα, όπου η συζήτηση έχει στραφεί αποκλειστικά γύρω από το Βατοπέδι, τη λίμνη Βιστωνίδα, τα φιλέτα γης, τις οφσορ, τους μεσάζοντες και άλλα σουρεαλιστικά... Αλλά και να μην είσαι κυνικός, γίνεσαι. Με τόσους ρασοφόρους επενδυτές και τέτοιο ξεπούλημα περιουσίας του Δημοσίου στην πολιτική συζήτηση και βασική έγνοια αν θα γίνει ή όχι ανασχηματισμός (λες και αυτό είναι το πρόβλημα!), ο κυνισμός μοιάζει το πιο ασφαλές καταφύγιο. Η αποξένωση των πολιτικών από τα κοινά δεν είναι νέο φαινόμενο στην ελληνική κοινωνία. Μόνο που αυτή τη φορά είναι οι πολιτικοί (και δη η κυβέρνηση) που υποτιμούν την κρίση και τη νοημοσύνη των ψηφοφόρων. Το «ό,τι είναι νόμιμο, είναι και ηθικό» του Γιώργου Βουλγαράκη, ανέδειξε για άλλη μια φορά την κρίση νομιμοποίησης της πολιτικής, για την οποία σε μεγάλο βαθμό ευθύνεται η αποσύνδεσή της από το αξιακό της περιεχόμενο και η αποϊδεολογικοποίησή της. Το μεγαλύτερο θύμα είναι η πολιτική ως δύναμη που αλλάζει την κοινωνία και τους πολίτες. Είναι αυτή η πολιτική που θριάμβευσε τη νύχτα της 4ης Νοεμβρίου στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, διαψεύδοντας τους κυνικούς. Στην ελληνική περίπτωση, νικήτρια είναι η πολιτική ως τεχνική διαχείρισης και διατήρησης της εξουσίας. Στην υπόθεση του Βατοπεδίου, το νόμιμο και το παράνομο, το ηθικό και το ανήθικο, συγχέονται με βασική συνισταμένη και τελικό θριαμβευτή τον κυνισμό. Αντιμέτωπη με τον παράνομο πλουτισμό ή με τη ληστεία, η κυνική αντίδραση συνίσταται στον ισχυρισμό ότι ο νόμιμος πλουτισμός είναι μακράν αποτελεσματικότερος ενώ, επιπλέον, προστατεύεται από τον νόμο. Όπως το θέτει ο Μπέρτολτ Μπρεχτ στην «Όπερα της πεντάρας»: «Τι είναι η ληστεία μιας τράπεζας σε σύγκριση με την ίδρυση μιας τράπεζας;». Η απάντηση είναι μάλλον αυτονόητη. Ίσως γι΄ αυτό λένε ότι εννιά φορές στις δέκα, οι κυνικοί έχουν δίκιο... Ο κυνισμός πράγματι είναι ρεαλιστικός. Δεν παύει, ωστόσο, να αποτελεί και παραδοχή δειλίας, γιατί όταν δηλώνεις κυνικός, δεν χρειάζεται να προσπαθήσεις για τίποτα. Όσο ισχύει αυτό για κυβέρνηση και αντιπολίτευση, άλλο τόσο ισχύει και για τους πολίτες.

Το κατοχικό σύνδρομο επιστρέφει

Τα χειρότερα έπονται. «Δύσκολα αναμένεται να είναι το 2009 και το 2010». Η ψυχολογία του μέσου Έλληνα είναι κάπου κοντά στο ναδίρ. Ή οδεύει προς τα εκεί. Και η οικονομία, λένε πολλοί, είναι πρωτίστως θέμα ψυχολογίας. Υποθέτω ότι το θεώρημα ισχύει και στα μικροοικονομικά. Στα του νοικοκυριού. Οι βασικές αρχές της οικονομικής θεωρίας έρχονται στη μόδα. Ή, όπως λένε κάποιοι πικρόχολοι, το κατοχικό σύνδρομο επιστρέφει. Οι αναλύσεις κόστους- οφέλους κατά τη διάρκεια της εβδομαδιαίας επίσκεψης στα σούπερ μάρκετ είναι must. Έχουμε «αποκτήσει» όλοι στον εγκέφαλό μας εκείνο το μηχανάκι που είχαν οι παλιοί λογιστές. Πατάς τα πλήκτρα, κάνεις γρήγορες προσθαφαιρέσεις, βγαίνει η κορδέλα με τους αριθμούς από πίσω και μετά αποφασίζεις να πάρεις την προσφορά: πεντάκιλο ηλιέλαιο. Συμφέρει. Στα δύο τρίτα της τιμής και μεγαλύτερη ποσότητα. Βέβαια, πόσα τηγανητά θα φας για να κάνεις απόσβεση δεν σου περνά από το μυαλό. Κοιτάς προσεκτικά τις τιμές και συγκρίνεις. Είσαι συνειδητοποιημένος καταναλωτής. Προτιμάς το απορρυπαντικό που είναι 0,45 ευρώ φθηνότερο, αλλά πάλι δεν σκέπτεσαι πόσο συχνά αγοράζεις απορρυπαντικό και πόσο ασήμαντη είναι τελικά η συμβολή αυτής της επιλογής στην τσέπη σου. Κάνεις έρευνα αγοράς για το βενζινάδικο με τη χαμηλότερη τιμή. Τώρα, αν αυτό είναι κάπου στα Μεσόγεια και μένεις στο κέντρο, δεν σε απασχολεί η βενζίνη που θα κάψεις μέχρι εκεί. Το θέμα είναι ότι οι γιαγιάδες μας, που έζησαν την Κατοχή και κουβαλούν ακόμη το σύνδρομο, έχουν το know how. Εμείς πάλι, παρ΄ ότι αντιλαμβανόμαστε τις οικονομικές αναλύσεις λίγο καλύτερα από αυτές, μεγαλώσαμε μέσα στην αφθονία. Και η νοοτροπία είναι διαφορετική. Εφαρμόζουμε τα τρικ του μάλλον αποσπασματικά. Πιστεύουμε ότι κάναμε τον σωστό υπολογισμό. Παραβλέπουμε όμως κάποια δεδομένα. Το αποτέλεσμα; Καταλήγουμε «ακριβοί στα πίτουρα»- που θα έλεγαν και οι γιαγιάδες-, γιατί αν δούμε μια 32άρα LCD στα 400 ευρώ δεν θα αντισταθούμε, είναι μεγάλη η ευκαιρία με βάση τους υπολογισμούς. Βέβαια, δεν μας απασχολεί ότι από κανένα οικονομολόγο ούτε φυσικά από έναν σώφρονα νοικοκύρη παλιάς σχολής δεν θα εντασσόταν στη λίστα με τα αναγκαία προϊόντα σε περίοδο οικονομικής δυσκολίας. Γινόμαστε όχι μόνο μίζεροι αλλά και αναποτελεσματικοί. Ο λόγος, εκτός από την έλλειψη βιωμάτων και πρακτικής εξάσκησης; Ακολουθούμε άκριτα τη μαζική υστερία περί ορθολογικής διαχείρισης των οικονομικών, αλλά στην ουσία ξεχνάμε μέχρι και τον πρώτο κανόνα. Τις προτεραιότητες.

Ξωτικά της Λαχαναγοράς

Ανεβαίνοντας την Πειραιώς με μποτιλιάρισμα, Σάββατο βράδυ, είχαμε τη φαεινή ιδέα να στρίψουμε προς Ευριπίδου. Κι εκεί κολλήσαμε κανονικά μισή ώρα σε δυο τετράγωνα, σε μια γεμάτη νταραβέρι ακινησία. Το πεζοδρόμιο ήταν γεμάτο μαύρα κορίτσια και δεν καταλάβαινες αν παζάρευαν με τους οδηγούς και καθυστερούσε η πομπή ή ήταν κλειστός ο κάθετος δρόμος και δεν υπήρχε περίπτωση να προχωρήσει ποτέ κανένας. Για μερικά εφιαλτικά δεκάλεπτα νιώσαμε αληθινά εγκλωβισμένοι στο λαμαρινένιο κουτί μας, περιεχόμενο ενός δοχείου που το έχουν ρίξει σε αφιλόξενα νερά, ενώ μας αγνοούσαν βεβαίως και τα κορίτσια και οι υποψήφιοι πελάτες τους. Όλες υπερβολικά νέες, όμορφες και έμοιαζαν μεταξύ τους κατά κάποιον τρόπο. Κάπου διάβασα πως είναι από ένα συγκεκριμένο χωριό στο Μάλι, ένα μέρος που εξάγει καλλονές για πορνεία όπως άλλα εξάγουν χαλιά. Ήταν παράξενη η νιότη τους, έμοιαζαν άφθαρτες και με δέρμα κρουστό, ήταν εντυπωσιακή η στάση τους, περήφανη, με το κεφάλι ψηλά, το πρόσωπο ανέκφραστο, το χαμόγελο, όταν εμφανιζόταν, δεν το προκαλούσαν οι προτάσεις των πελατών, ούτε η άδεια Λαχαναγορά πίσω τους, ούτε και με μας γελούσαν. Από κάτι μακρινό έπαιρναν ενέργεια, ίσως μια εικόνα από το χωριό στο Μάλι, όπως θα διαμορφωθεί όταν επιστρέψουν εκεί πλούσιες, ή κάποια άλλη μελλοντική εικόνα της δικής τους μοίρας, κάτι πάντως πολύ πέρα από τα στενά της Ομόνοιας. Δεν θύμιζαν εικόνες γυναικών που εκδίδονται, και για μια στιγμή κόντεψα να πιστέψω ότι δεν πρόκειται για πλάσματα που υφίστανται την καθημερινή βία του «αρχαιότερου επαγγέλματος» αλλά για υπερκόσμια ξωτικά που περνούν λίγο από τη Λαχαναγορά τη νύχτα, έτοιμη να διώξω γρήγορα την πικρή σοφία μου με μια ρομαντική υπέρβαση.