Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2008

Μαθήματα εξουσίας

ΕΧΕΙ ΣΥΜΒΕΙ στον καθένα μας άπειρες φορές. Και πάντα ζητάμε μια απάντηση. Γιατί; Γιατί ο αστυνομικός που σταματάει τον οδηγό στον δρόμο χωρίς αφορμήγια έναν απλό έλεγχο εγγράφων, όπως αποδεικνύεται τελικά- τον αντιμετωπίζει προκαταβολικά σαν πιθανό εγκληματία; Γιατί δεν προσπαθεί καν να κρύψει τη δίψα του για τη διαπίστωση μιας παράβασης, ώστε να αποκτήσει το δικαίωμα εξευτελισμού του; Ανέκαθεν ψάχναμε μια εξήγηση. Ποτέ δεν φανταστήκαμε ότι θα ήταν τόσο τραγική. Μια σφαίρα... Δύο ή τρεις πυροβολισμοί, το βράδυ ενός Σαββάτου στα Εξάρχεια, μας έλυσαν την απορία. Μόνο που αυτή τη φορά η εξουσία των οργάνων της τάξης έναντι των πολιτών επιβεβαιώθηκε με μια δολοφονία. Και μάλιστα ενός 15χρονου παιδιού, που δεν είχε πρόθεση να ανατρέψει το πολίτευμα, ούτεπολύ περισσότερο- να θέσει σε κίνδυνο τη ζωή του ειδικού φρουρού. Η εξουσία του ενστόλου επισφραγίστηκε με μια πράξη της οποίας οι συνέπειες δεν μπορούν ασφαλώς να συγκριθούν με τον ψυχολογικό πόλεμο που υφίσταται ο οδηγός, αλλά- κοιτάζοντας τα πράγματα με μια ψύχραιμη ματιάβλέπεις ότι οι συμπεριφορές είναι ίδιες. Αλαζονεία, έλλειψη παιδείας, εκδικητική μανία. Είναι γλυκιά η εξουσία. Και τα εμβλήματά της γίνονται... φετίχ. Οι πολυτελείς καρέκλες των μεγάλων γραφείων, οι έδρες των δικαστηρίων, οι στολές. Ακόμη και χωρίς γαλόνια. Φαίνεται όμως πως για κάποιους κλάδους εργαζομένων- που όλως τυχαίως ανήκουν στο Δημόσιο και πληρώνονται από τον φορολογούμενο πολίτη- είναι συνώνυμη με μια αναιδή οίηση. Που τη συναντάμε σε όλες σχεδόν τις συναλλαγές μας με τους δημόσιους οργανισμούς, όπου η ευγένεια θεωρείται μάλλον αδυναμία. Οφείλεται στη σιγουριά της μονιμότητας, διδάσκεται σε σχολές και σεμινάρια ή μήπως αποτελεί κατάλοιπο του ραγιαδισμού; Αν κάναμε σφυγμομέτρηση, οι εκδοχές θα ισοψηφούσαν. Και οι τρεις συγκαταλέγονται στις παθογένειες του πολιτισμικού μας επιπέδου. Οι οποίες, αν ενισχυθούν με κάθε είδους όπλο, το μείγμα εκρήγνυται και ενίοτε σκοτώνει. Κυριολεκτικά ή μεταφορικά. Αφαιρεί ζωές, κουρελιάζει συνειδήσεις, καταστρέφει για να επικρατήσει. Γιατί το καλό δεν ταιριάζει στην εξουσία που έχει ανάγκη διαρκούς επιβεβαίωσης. Και αυτό συνιστά δόγμα...

Ο θείος με τα βιβλία

Όταν ήμασταν παιδιά ο θείος μας ερχόταν για τις γιορτές και μας χάριζε κάθε φορά μια μικρή στοίβα βιβλία της Εστίας, εκείνα τα μικρά με το σκληρό εξώφυλλο. Η διαδικασία ήταν σκέτη απογοήτευση: το τυλιγμένο πακέτο που πάντα, ξεχνώντας τη μανία του για βιβλία, περιμέναμε να έχει κάποιο παιχνίδι μέσα, το ανοίγαμε και βλέπαμε τους δεμένους τόμους. Πείσμα που είχε να χαρίζει σε ανυπόμονα παιδιά «δύσκολα» βιβλία λογοτεχνίας, ξέροντας ότι θα αντίκρυζε κατεβασμένα μούτρα και θα άκουγε ξινισμένα «ευχαριστώ». Δεν είχαμε καλλιτεχνικές εορταστικές πολυτέλειες, θεατρικές παραστάσεις ή κονσέρτα, υπήρχε όμως αυτή η σταθερή προσφορά, που δεν εκτιμούσαμε. Ένα σωρό βιβλία, μεγαλίστικα, χωρίς εικόνες, τα ξεφυλλίζαμε λίγο αναζητώντας κάτι χρωματιστό, αλλά είχαν μόνο τα κοσμήματα των αρχικών γραμμάτων και σελίδες ατελείωτες με τυπωμένες λέξεις, απελπισία. Μυθιστορήματα φημισμένα κατά τους μεγάλους, οι οποίοι κουνούσαν επιδοκιμαστικά το κεφάλι, άγνωστα και αδιάφορα σε μας. Τα κλείναμε και μένανε στο ράφι της βιβλιοθήκης, που ήταν πολύ πιο λιτή από αυτές που έχουμε σήμερα στα σπίτια μας. Ερχόταν ύστερα κάποιο πληκτικό απόγευμα που δεν είχες τι να κάνεις, δεν σε χωρούσε ο τόπος, και τότε καμιά φορά άπλωνες το χέρι, άνοιγες κάποιο τόμο, έλεγες, ας κάνω μια προσπάθεια. Κι εκεί απέδιδε το δώρο. Πόση ευχαρίστηση, πόσες συγκινήσεις χρωστούσα τελικά στον θείο μου . Ακόμα αναρωτιέμαι, τώρα που έχει πια χαθεί, αν τον ευχαρίστησα ποτέ μέσα από την καρδιά μου για την τόσο ακατανόητη εκείνον τον καιρό γενναιοδωρία του, την επιμονή να μας χαρίζει βιβλία. Πρόλαβα; Αμφιβάλλω. Τον θυμάμαι τέτοια εποχή αγοράζοντας βιβλία και λίγο τον ζηλεύω. Δύσκολα ρισκάρω να κάνω τέτοια δώρα σε παιδιά.