Παρασκευή 5 Δεκεμβρίου 2008

Περιβαλλοντικός λαϊκισμός

Στα Δερβενοχώρια αντιδρούν για την εγκατάσταση αιολικού πάρκου. Η αντίδραση προέρχεται κυρίως από τη Μονή Οσίου Μελετίου Κιθαιρώνος. «Η βλάβη, εν προκειμένω, δεν είναι μόνο αισθητική αλλά και ηθική, ανάρμοστη δηλαδή με τη θρησκευτική φύση ιεράς μονής εν ενεργεία», επισημαίνεται μεταξύ των άλλων στην προσφυγή που έκανε η μονή προς το Συμβούλιο της Επικρατείας προκειμένου να σταματήσουν οι εργασίες του αιολικού πάρκου. Και συμπληρώνουν: «Η Πολιτεία οφείλει έμπρακτο σεβασμό της πνευματικής ασκήσεως των μοναχών με την αποφυγή παντός έργου και δραστηριότητας που δύναται να διαταράξει την αισθητική και ησυχία των τόπων αυτών». Δεν ξέρω πώς θα χειριστεί το ζήτημα το ΣτΕ και πώς θα συμβιβάσει το δικαίωμα της πνευματικής ασκήσεως με τα έργα του Διαβόλου. Είναι βέβαιο όμως ότι δεν αντέδρασε στις νεο-κιτς προσθήκες του μοναστηριού (ξενώνες, χώροι υποδοχής κ.τ.λ.) για την εξυπηρέτηση της θρησκευτικής του πελατείας ούτε στη μετατροπή σε πάρκινγκ του εσωτερικού περιβόλου του ναού. Όπως δεν αντέδρασε στην ανεπανάληπτη προσβολή του τοπίου από τις πολυάριθμες- νέας κοπής- μονές που ξεφυτρώνουν αυθαίρετα μέσα σε δάση και λειμώνες. Όπως δεν αντέδρασε στην εγκατάλειψη των αρχιτεκτονικά υπέροχων βυζαντινών και μεταβυζαντινών μοναστηριών, των σκαρφαλωμένων στα βράχια, των ακροβολισμένων σε νησιωτικά ακρωτήρια, των χαμένων μέσα σε πανάρχαια και (ευτυχώς) ξεχασμένα τοπία της ορεινής Ελλάδας. Με άλλα λόγια, υπάρχει μια περίεργη (ως προς τη συγκυρία και την επιλεκτικότητα) ανάδυση της ευαισθησίας πολλών συμπολιτών μας για την αισθητική και το περιβάλλον, που δεν εκφράστηκε με τον ανάλογο ζήλο κατά τη διάρκεια της ανεπανάληπτης λεηλασίας που υπέστη το ελλαδικό τοπίο από την οικοδόμηση (πολυκατοικία, εκτός σχεδίου, παραθεριστικά), από τους πυλώνες της ΔΕΗ, από τους επιθετικούς δρόμους στα πρανή των κλιτύων, από τους σκουπιδότοπους, από την εκτεταμένη επιδρομή στους βιότοπους. Θα ήθελα δηλαδή από όλους τους τοπικούς πληθυσμούς που θέτουν θέμα αισθητικής για την ανάπτυξη της αιολικής ενέργειας, να επιδείξουν στοιχειωδώς το ίδιο ενδιαφέρον για την επέλαση ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΕΙΝΑΙ η υπόθαλψη των αδιευκρίνιστου χαρακτήρα «περιβαλλοντικών κινημάτων» από πολιτικούς ή αυτοδιοικητικούς μηχανισμούς, προς άγραν πολιτικής πελατείας. Των οικολογικών σχηματισμών μη εξαιρουμένων. Επέρχονται άλλωστε εκλογές της καθημερινής βαρβαρότητας του κράτους και των ιδιωτών και τη «Λιβανοποίηση» τόσο του αστικού όσο και του εξωαστικού χώρου σε διάστημα μόλις τριών- τεσσάρων δεκαετιών. Θα ήθελα επίσης να επιδείξουν την ίδια ευαισθησία για το περιβάλλον της Πτολεμαΐδας, τη μαύρη σκόνη και τα φουγάρα, χάρις στα οποία ηλεκτροδοτείται η χώρα για μισό και πλέον αιώνα. Άλλως, η αγανάκτηση μπορεί να χαρακτηριστεί τουλάχιστον προσχηματική και υποκρύπτουσα ιδιοτελή κίνητρα, όπως προς τιμήν της επισημαίνει σε ανακοίνωσή της μεγάλη περιβαλλοντική οργάνωση: «Πολλοί δήμοι και πολίτες αντιδρούν στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας επειδή πιστεύουν ότι οι εκτάσεις γης που διαθέτουν πρέπει να αξιοποιηθούν μόνο για οικιστικούς και τουριστικούς λόγους». Αυτό δεν σημαίνει βέβαια πως οι ανεμογεννήτριες δεν έχουν δυνάμει επιπτώσεις στο περιβάλλον, τόσο από την ανάπτυξη των πυλώνων στις κορυφογραμμές όσο και από τα συνοδά έργα. Η απάντηση όμως δεν μπορεί να είναι η δαιμονοποίηση μιας πολλά υποσχόμενης τεχνολογίας, αλλά η απαίτηση για σωστές μελέτες, για τήρηση των περιβαλλοντικών όρων που περιέχουν οι αδειοδοτήσεις, για αυστηρότερες προδιαγραφές σε ό,τι αφορά τα ζητήματα του τοπίου- η αρχιτεκτονική τοπίου είναι σχεδόν άγνωστη στη χώρα μαςκαι εν τέλει για συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών στον σχεδιασμό και τη λήψη αποφάσεων. Αυτό δεν γίνεται βέβαια με πετροβολισμούς, κραυγές και απειλές εναντίον των «αντιπάλων» αλλά με διάλογο, πολλές φορές δύσκολο και κουραστικό, που είναι η μόνη οδός στις δημοκρατίες. Διαφορετικά, ανοίγει ο δρόμος προς την αυθαιρεσία και τον αυταρχισμό, στο καθεστώς δηλαδή όπου ισχύει το δίκιο του ισχυροτέρου. Φυσικά, το μεγαλύτερο πρόβλημα δεν είναι οι αυθόρμητες αντιδράσεις πολιτών, ακόμη και αν αυτές γίνονται για το λάθος θέμα. Το πρόβλημα είναι η υπόθαλψη των αδιευκρίνιστου χαρακτήρα «περιβαλλοντικών κινημάτων» από πολιτικούς ή αυτοδιοικητικούς μηχανισμούς, προς άγραν πολιτικής πελατείας. Των οικολογικών σχηματισμών μη εξαιρουμένων. Επέρχονται άλλωστε εκλογές.

«Έχεις ρυτίδες...»

Nα μοιραστούμε μυστικά, της λέω. Να γίνουμε φίλες. Δεν θες να γίνουμε φίλες; Με κοιτάζει με απορία μεγάλου παιδιού και καθώς φτιάχνει την αλογοουρά της- αμάν με αυτή την ανοικονόμητη μαλλούμπα που την παρακαλάμε να αποκτήσει καλύτερη σχέση με το σαμπουάν- ψελλίζει ότι είναι ακόμα μικρή και ότι προτιμάει να είμαι η μαμά της. Μικρή; Βρε κοτζάμ κορίτσι έγινες. Εγώ στα δέκα ήμουν ερωτευμένη με τον Παναγιώτη. Δεν θες να μου πεις; Εγώ το πιστεύω απόλυτα, είναι καλό να λέμε πράγματα μεταξύ μας από τώρα. Να οικοδομήσουμε μοναδική σχέση, μια σχέση που θα μας επιτρέψει αργότερα να είμαστε ολότελα οι εαυτοί μας. Είσαι η κόρη μου, σ΄ αγαπώ, αλλά δεν είμαι μόνο μαμά, δεν έχω μόνο αυτό τον ρόλο. Έχω και μια άλλη ζωή, τη ζωή μιας κανονικής γυναίκας που έχουν αρχίσει και την παίρνουν- επικινδύνως- τα χρόνια. «Ακριβώς» απαντά. «Είσαι μεγάλη πια. Τι θα είχες να μου πεις δηλαδή; Ότι έχεις πίεση; Ότι σε πονάει η μέση σου; Σιγά τα μυστικά» (το σκατόπαιδο θα το δείρω). ΟΚ, της λέω. Εσύ χάνεις, γιατί εγώ έχω να σου πω πράγματα. Αν μου πεις κι εσύ βέβαια. «Η μαμά της Ελευθερίας έχει φίλο» λέει. Με νόημα όμως. Έχει φτιάξει την αλογοουρά τέλεια και κοιτάζει έξω από το παράθυρο. Η σιωπή που ακολουθεί είναι βαριά και γεμάτη αναμονή κι έχει μία essance αμηχανίας και φόβου που καθρεφτίζονται στο τζάμι. «Θα σου πω το μυστικό μου» λέει, «αλλά δεν θα μου κάνεις άλλες ερωτήσεις. Ούτε ποιος ούτε πότε ούτε τίποτα. ΟΚ;». ΟΚ. «Λοιπόν, μου αρέσει ένα αγόρι. Πιο μεγάλο. Τώρα εσύ». Σκέφτομαι καλά καλά γιατί δεν ξέρω τι να πω. Έχω κάνει botox, λέω τελικά. Χρόνια τώρα. Πώς σου φαίνεται αυτό; Σιωπή νεκρική για μερικά δευτερόλεπτα. «Μαμάααα! Και δεν το είπες σε κανέναν; Πονάει; Πώς γίνεται αυτό το “λίφτινγκ”;». Είναι λαμπερή σαν ήλιος με αλογοουρά, περήφανη που την έχω για μεγάλη, ανακουφισμένη που το «μυστικό» δεν θίγει τρίχα από την κεφαλή της. Σιγά σιγά το συνωμοτικό μειδίαμα μετατρέπεται σε βλέμμα που με καρφώνει εντόνως σαν να μετράει τις συντεταγμένες του προσώπου μου. «Και τώρα το χρειάζεσαι» λέει. «Έχεις ρυτίδες». Σε λίγο συννεφιά. «Αλλά τι το θες εσύ αυτό; Μεγάλη γυναίκα και θες να κάνεις ακόμα την ωραία;».

Επαρχιακός καπιταλισμός

Γιατί έχω την αίσθηση ότι βρήκαν ευκαιρία την παγκόσμια κρίση οι εγχώριοι εργοδότες για να κάνουν τους μαθητευόμενους μάγους εις βάρος των εργαζομένων; Τζάμπα υπερωρίες, μείωση ημερών εργασίας, απολύσεις στα γρήγορα και αχός απειλών που φτάνει στ΄ αυτιά των υπολοίπων, για να σκύβουν το κεφάλι όσο χαμηλά πρέπει και να μην αντιδρούν. Ήταν πάντα εύθραυστη η συνδικαλιστική συνείδηση σε πολλούς τομείς που δεν έχουν να κάνουν με το Δημόσιο, τώρα φαίνεται ότι έχει λιποθυμήσει. Τα μηνύματα της ευέλικτης εργασίας, το να είσαι δηλαδή έτοιμος να κάνεις οτιδήποτε οποιαδήποτε στιγμή για όσο λίγα λεφτά αποφασίσουν να σου δώσουν, ήρθαν με εντυπωσιακή ταχύτητα και πρόλαβαν μέτρα και πολιτικές πρωτοβουλίες, αντιδράσεις και οργανώσεις. Άλλου είδους ιδέες καθυστερούν χρόνια, δεκαετίες, άλλες δεν έρχονται ποτέ, όταν έχουν να κάνουν με τα ανθρώπινα δικαιώματα, με τις ιδέες της προόδου, την αμφισβήτηση, τη χειραφέτηση, την ποιότητα ζωής, αυτά όλα πολύ δύσκολα κατεβαίνουν προς νοτιοανατολάς, στην περήφανη χώρα μας. Σε κάτι τέτοια τα σύνορα είναι άτεγκτα, τα μυαλά έχουν κάγκελα, αντιστέκονται σθεναρά, αλλά άμα είναι καμιά οικονομική κρίση που μπορεί να χρησιμεύσει ως αφορμή για απολύσεις και μειώσεις μισθών, τότε ανοίγουμε την αγκαλιά μας στην Ευρώπη και στον κόσμο, την αρπάζουμε και τη χορεύουμε ταγκό σφιχτά πριν καταλάβει τι της συμβαίνει. Και πριν φανεί η κρίση οι επιχειρήσεις προληπτικά κατεβάζουν ιδέες, όλες εις βάρος των εργαζομένων, ιδέες που δεν πέρασαν ακόμα από το μυαλό της δεξιάς Μέρκελ και του δεξιού Σαρκοζί, αλλά που θα δυσκολεύονταν ίσως να τις περάσουν στη χώρα τους. Εδώ πρόκειται για το ελληνικό δαιμόνιο: εισαγωγές- εξαγωγές ενδυμάτων που μας ταιριάζουν. Γιατί να μας ταιριάζουν όμως;