Τετάρτη 14 Ιανουαρίου 2009

Οδηγίες προς... ναυτιλλόμενες!

Η βία που κυριαρχεί τελευταία ακόμα πιο κραυγαλέα στη ζωή μας- στους αθηναϊκούς δρόμους, στα δελτία ειδήσεων, στα χώματα της Παλαιστίνης- ξεχνάμε ότι συχνά στρέφεται σιωπηλά και αθέαταγιατί πολλές φορές αποσιωπάται από τα ίδια τα φοβισμένα θύματα - εναντίον κάθε γυναίκας, της γυναίκας της διπλανής πόρτας. Οι βιασμοί, διαβάζω, έχουν διπλασιασθεί στην Ελλάδα σε μια περίπου δεκαετία. Τεσσερισήμισι χιλιάδες υπολογίζεται ότι γίνονται κάθε χρόνο και λιγότεροι από τριακόσιοι φθάνουν τελικά στην αστυνομία. Το «έγκλημα χωρίς τιμωρία» καραδοκεί κάθε βράδυ κάθε γυναίκα (η αστυνομία μας άλλωστε περί άλλα τυρβάζει...). Γι΄ αυτό, μια έρευνα της ισπανικής αστυνομίας που έπεσε στην αντίληψή μου μού φάνηκε πολύ ενδιαφέρουσα από καθαρά πρακτική άποψη. Ρώτησαν βιαστές που βρίσκονταν στη φυλακή ποια θεωρούν ως πιθανά θύματά τους. Σύμφωνα με τις απαντήσεις τους, το πρώτο πράγμα που προσέχουν οι βιαστές είναι το χτένισμα της γυναίκας. Είναι πιο πιθανό να επιτεθούν σε γυναίκες με αλογοουρά, πλεξίδα ή γενικά μακριά μαλλιά, που τους επιτρέπουν να τις χειρισθούν ευκολότερα. Το δεύτερο που παρατηρούν είναι τα ρούχα και κοιτάζουν εάν αφαιρούνται εύκολα (δεν τους βολεύει, π.χ., μια γυναίκα με παντελόνι). Δεν επιτίθενται σε γυναίκες που κρατούν ομπρέλα ή άλλο αντικείμενο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως όπλο (σημείωση: δεν τους φοβίζουν τα κλειδιά). Επιτίθενται συχνά σε γυναίκες που μιλούν στο κινητό ή κάνουν άλλα πράγματα καθώς βαδίζουν, που χαλαρώνουν τις άμυνές τους. Οι ώρες που συνήθως δρουν είναι πολύ νωρίς το πρωί (5-8.30) ή μετά τις 10.30 το βράδυ. Διαλέγουν μέρη που τους επιτρέπουν να μεταφέρουν εύκολα και γρήγορα τη γυναίκα σε άλλο σημείο. Εάν αμυνθεί, δεν συνηθίζουν να προσπαθούν πάνω από δυο λεπτά. Θεωρούν επικίνδυνο γι΄ αυτούς περισσότερο χάσιμο χρόνου. Οι Ισπανοί ειδικοί συμβουλεύουν να είσθε πάντα σε εγρήγορση και να ακολουθείτε το ένστικτό σας. Μην αγνοείτε οποιαδήποτε περίεργη συμπεριφορά. Σε περίπτωση κινδύνου, να φωνάξετε καλύτερα «φωτιά, φωτιά»! Περισσότεροι άνθρωποι έχει αποδειχθεί ότι θα ενδιαφερθούν έτσι (έστω κι από περιέργεια), παρά στην έκκληση «βοήθεια!», στην οποία πολλοί φοβούνται να ανταποκριθούν. Γενικά, όμως, φωνάξτε. Οι περισσότεροι βιαστές ομολογούν ότι φοβούνται μια γυναίκα που φωνάζει. Εάν πάλι κάποιος σας ακολουθήσει στο πάρκινγκ, στον δρόμο ή σε μια αυλή, ή εάν συναντηθείτε με κάποιον ύποπτο στο ασανσέρ ή στις σκάλες, κοιτάξτε τον κατευθείαν στο πρόσωπο και ρωτήστε τον κάτι του τύπου «τι ώρα είναι;». Εάν είναι υποψήφιος βιαστής, μπορεί να φοβηθεί ότι αργότερα θα τον αναγνωρίσετε και να φύγει. Ας τα έχουμε, λοιπόν, αυτά στην άκρη του μυαλού μας.

Πίσω στη βιοπάλη

Oι αστακοί δεν μπορούν να μιλήσουν. Αν τον ρωτούσαν, τον αστακό των 140 χρόνων, τι προτιμά, να τον ρίξουν πίσω στο στοιχείο του ή να τον κρατήσουν στο νεοϋορκέζικο εστιατόριο όπου τον είχαν σε μια δεξαμενή και τον έδειχναν, κι ίσως ετοιμάζονταν να τον μαγειρέψουν, ίσως αποφάσιζαν να τον κρατήσουν για μασκότ, μπορεί να τους εξέπληττε. Δεν σκέφτηκαν ότι ένας τόσο γέρος αστακός ίσως έχει κουραστεί να τρέχει κάθε μέρα στο κυνήγι της τροφής του, να έχει να αντιμετωπίσει νεώτερους ανταγωνιστές και εχθρούς, να πρέπει να σκοτώνει για να τρώει, να μη βρίσκει δυο λεπτά γαλήνης στη ζούγκλα του βυθού. Πώς το έκαναν αυτό, το καημένο το οστρακόδερμο που είχε μόλις αρχίσει να νιώθει τις χαρές της σύνταξης, του έτοιμου φαγητού που σου το σερβίρουν στην ώρα του χωρίς να κοπιάζεις καθόλου κι αφήνεσαι και νομίζεις ότι το δικαιούσαι βρε αδερφέ, τόσες δεκαετίες μετά, όταν έχεις γεμίσει τις θάλασσες με παιδιά, εγγόνια, δισέγγονα, τρισέγγονα... Είναι σαν να βγάζεις έναν υπερήλικο από το γηροκομείο και να τον ρίχνεις πίσω στην πιάτσα να κερδίσει το ψωμί του, να τον ξαμολάς στην Ομόνοια να βρει δουλειά σαν ανειδίκευτος μαζί με τους εικοσάρηδες, με τους μετανάστες. Μα πρέπει να είναι κάπου ήσυχα ο άνθρωπος, να τον παρακολουθεί γιατρός, να παίρνει τα φάρμακά του, να τον φροντίζουν οι απόγονοί του. Αλλά τι περιμένεις από εστιάτορες μιας χώρας που δεν ξέρει τι θα πει Εθνικό Σύστημα Υγείας, ιατρική περίθαλψη και ασφάλιση, και πιστεύει με τόση δύναμη στην αιώνια νεότητα ώστε να καταδικάζει ανθρώπους και αστακούς να μη γερνούν ποτέ; Κάντε με σούπα καλύτερα, ίσως να έλεγε ο αστακός, αλλά δεν είπε τίποτα και σιωπηλά, σέρνοντας την κουρασμένη πανοπλία του, ξανάπεσε στη βιοπάλη.