Σάββατο 31 Ιανουαρίου 2009

Εγκλήματα ειρήνης

Ελεγε την αλήθεια ο Τούρκος ηθοποιός με το συμβολικό όνομα «Αττίλας» όταν αφηγήθηκε στον αέρα τηλεοπτικής εκπομπής το πώς εκτέλεσε εν ψυχρώ έναν Ελληνα αιχμάλωτο; Τότε, τον λόγο έχει η τουρκική αλλά και η διεθνής Δικαιοσύνη, αφού το πρόσωπο αυτό θα θεωρηθεί εγκληματίας πολέμου. Τι γίνεται όμως αν ο «Αττίλας» έλεγε ψέματα; Τι γίνεται αν πιστέψουμε τη μεταγενέστερη εκδοχή του, ότι δηλαδή είπε αυτή την ιστορία για να εντυπωσιάσει; Κατά τη γνώμη μου, είναι κι αυτό ένα έγκλημα, από τα χειρότερα, γιατί περνάει ατιμώρητο. Σε συνθήκες πολέμου, ο άνθρωπος είναι ικανός για πράξεις ανείπωτης φρίκης. Η Ιστορία το έχει αποδείξει αμέτρητες φορές. Τι είδους τέρας όμως πρέπει να είσαι, για να εφεύρεις μια τέτοια ιστορία και να την πλασάρεις για αληθινή σε καιρό ειρήνης; Γιατί; Για να πουλήσεις μούρη στους τηλεθεατές μιας πρωινής «ψυχαγωγικής» ζώνης; Ετσι κάπως πήγαν να το πνίξουν το θέμα. Οτι δηλαδή δεν είχε και πολλή εγκυρότητα, επειδή προβλήθηκε σε «ψυχαγωγική εκπομπή». Και με νοιάζει εμένα αν η εκπομπή ήταν του «πρωινού» ή του ενημερωτικού, αν έλεγαν τις ειδήσεις ή τον καιρό, αν έκαναν σόου ή αν τηγάνιζαν μαρίδες; Αντε να το εξηγήσεις αυτό στη χήρα, την αδελφή, τη μάνα κάθε ενός από τους αγνοουμένους της εισβολής, που αναγνώρισε στον ανώνυμο νεκρό, πραγματικό ή κατασκευασμένο, τον δικό της άνθρωπο. Τι θα της πεις; Να μη δίνει σημασία, γιατί η εκπομπή είναι του «ψυχαγωγικού»; Ωραία ψυχαγωγία. Αν ένας άνθρωπος, που φέρει την ευθύνη της ζωντανής μετάδοσης ενός προγράμματος (σοβαρού ή «λάιτ»), δεν είναι σε θέση να συναισθανθεί και να επισημάνει τη φοβερή ομολογία ενός εγκλήματος πολέμου, τότε τι διαφορά έχει από μια εκπαιδευμένη μαϊμού; Κι αν τιμωρούνται με συγκεκριμένες ποινές, χωρίς να παραγράφονται, τα εγκλήματα πολέμου, τότε τι ποινές προβλέπονται για τα τηλεοπτικά «εγκλήματα ειρήνης»;

Ολα τα κιλά,όλα τα λεφτά

Ευτυχώς που κατεβαίνουν τα τρακτέρ στους δρόμους και θυμόμαστε εμείς, οι τρόφιμοι των μεγαλουπόλεων, από πού έρχεται το φαγητό μας. Κατά τα άλλα, ζούμε στην κοσμάρα μας. Συμπεριφερόμαστε με την ακλόνητη πεποίθηση ότι όλα τα αγαθά που επιθυμούμε θα ρέουν σε αφθονία, παντού, με ρυθμούς αδιατάρακτους. Οτι τα μαρούλια φυτρώνουν στα υπόγεια του «Σκλαβενίτη» και απλώς παίρνουν τη θέση τους στα ράφια με το μεγάλο ασανσέρ. Οτι οι νόστιμες μεσημεριανές μας μπριζόλες έρχονται στον κόσμο ακριβώς έτσι. Τεμαχισμένες και με την αυτοκόλλητη τιμή επάνω. Είμαστε για κλάματα. Δεν έχουμε καμιά συναίσθηση της παραγωγικής αλυσίδας. Οι αγρότες και οι κτηνοτρόφοι μάς οικτίρουν για την ασχετοσύνη μας. Και πολλοί μας εκμεταλλεύονται αγρίως, σπρώχνοντας στην αγορά ό,τι μπαγκατέλα μπορεί να βάλει ο νους του ανθρώπου, με τις χειρότερες συνθήκες μεταφοράς και υγιεινής, προκειμένου να συμπιέσουν το κόστος παραγωγής τους, που δεκαπλασιάζεται από τη δάγκα του μεσάζοντα. Το υπάρχον σύστημα κάνει πάρτι από την άγνοιά μας. Πού και πού μας πετάνε στα μούτρα ένα διατροφικό σκάνδαλο, που έχει σχεδόν πάντα τις ρίζες του στο εξωτερικό: οι ευρωπαϊκές διοξίνες, τα ουκρανικά σπορέλαια, οι κινέζικες μελαμίνες. Αποκαλύψεις στις οποίες οι ελεγκτικοί μηχανισμοί της χώρας μας έχουν «συρθεί» με το ζόρι και μόνο αφού το πρόβλημα έχει πάρει διαστάσεις εκτός συνόρων. Την ίδια στιγμή, όλο το ελληνικό παιχνίδι παίζεται στις διαφορές των επιδοτήσεων, στα κιλά και στα λεφτά. Μια τίμια, ευθεία σχέση παραγωγού και καταναλωτή δεν θεωρείται μόνο ουτοπική, αλλά και επικίνδυνη, αφού οι πολλές ερωτήσεις βλάπτουν σοβαρά το σύστημα. Κι όταν τα τρακτέρ κλείνουν τα διόδια, εμείς το μόνο που βλέπουμε μπροστά μας είναι ένα χαμένο γουικέντ «στην αγνή ελληνική ύπαιθρο». Την οποία, κατά τα άλλα, έχουμε γραμμένη στα παλιά μας τα παπούτσια. Δεν είναι να απορείς ότι στις πιο σάπιες γαλότσες της μάς «γράφει», αντιστοίχως, και η αγνή ελληνική ύπαιθρος!

Στιγμές από τη «Στιγμή»

Από τις τέσσερις μεγάλες φυλές του πλανήτη, ο Μπαράκ Ομπάμα εκπροσωπεί τις δύο (καυκασιανή και αφρικανική) και έχει βαθιές σχέσεις με την τρίτη, την ασιατική (πέρασε χρόνια της ζωής του στην Ινδονησία). Ινδιάνικο αίμα δεν έχει, αλλά κανείς δεν είναι τέλειος. Στη μεγάλη παρέλαση μπροστά από το νέο προεδρικό ζεύγος περνούσαν, με ταρατατζούμ και τούμπες, όλα τα χρώματα, τα φύλα, οι ηλικίες και οι καταγωγές του κόσμου. Είχε και λίγο πλάκα ότι μέσα σ' όλο αυτό το μούλτι-κούλτι πάρτι, το αντιπροεδρικό ζεύγος, ο κύριος και η κυρία Μπίντεν έδειχναν τόσο συνηθισμένοι, τόσο προβλέψιμοι τόσο ξανθοί και άχρωμοι, που καταντούσαν ντεμοντέ! Ακόμα και η αναγγελία του ονόματος του νέου προέδρου των ΗΠΑ, την ώρα που έδινε τον όρκο, ακουγόταν απίστευτη: Ο άνθρωπος, για όνομα του Θεού, δεν είναι μόνο Αφρο-Αμερικανός: Λέγεται Μπαράκ-Χουσεϊν. Ενας μαύρος χριστιανός με όνομα μουσουλμανικό - και τι όνομα. Αυτό που οι Αμερικανοί ψηφοφόροι είχαν μάθει να ταυτίζουν με την ενσάρκωση του Κακού επί της Γης. Σύμβολα κατέρρεαν, προκαταλήψεις ξεριζώνονταν, θέσφατα ανατρέπονταν, κι ένας αέρας αλλαγής πραγματικά έπνεε στην παγωμένη πλατεία... Οι Αμερικανοί ανταποκριτές του CNN καμάρωναν σαν γύφτικα σκεπάρνια, απευθυνόμενοι στους θεατές του υπόλοιπου, εκτός ΗΠΑ, κόσμου. «Δείτε μας», τους άκουγα να λένε: «Εκτός από την Αμερική που ξέρετε και αντιπαθείτε, υπάρχει κι αυτή η Αμερική: Ορίστε, είναι εδώ μπροστά σας, εκατομμύρια άνθρωποι, υπάρχουμε, ήρθαμε, κι αυτή είναι η εικόνα μας». Μέσα στα διάφορα υπερβολικά που άκουσα από τα αμερικανικά δίκτυα, ξεχωρίζω τον τίτλο «Η στιγμή». («Τhe moment»). Μ' αυτό τον τίτλο-ομπρέλα κάλυψε το CNN όλο το εικοσιτετράωρο της τελετής. Η ιστορία του κόσμου χρειάζεται αιώνες για να πάρει μορφή και υπόσταση. Αλλά το υλικό που φτιάχνει τους αιώνες, είναι στην πραγματικότητα, μια σειρά από στιγμές. Κι αυτή ήταν μια καλή «στιγμή». Ας μείνουμε προς το παρόν, σ' αυτό.

Ομπάμα, μ' αγαπάς; (ή τζάμπα πίνω;)

Τέτοιο πάρτι δεν ξανάγινε, τουλάχιστον όχι τα τελευταία χρόνια. Η βλοσυρή Ουάσιγκτον, θυμίζοντας κάτι μεταξύ Χόλιγουντ και Γούντστοκ, δονείται στους ρυθμούς μιας ανεπανάληπτης γιορτής. Ο Μπιλ Κλίντον, που μέχρι σήμερα κρατούσε τα πρωτεία του γλεντιού της ορκωμοσίας με το ιστορικό πλέον σαξόφωνο που έπαιξε στο τσακίρ κέφι της μεγάλης του βραδιάς, θα πρέπει να έχει ζηλέψει πολύ \Αλλά ποιος θυμάται τώρα τον Κλίντον; Αλλες εικόνες είναι που δεν φεύγουν από το μυαλό μας. Για μερικούς, η φιέστα της ορκωμοσίας του νέου πλανητάρχη είναι μια άκαιρη και κακόγουστη πρόκληση, όταν την ίδια στιγμή τόσοι αθώοι, άμαχοι, παιδιά, βρέφη ξεψυχάνε στα συντρίμμια της βομβαρδισμένης Γάζας. Προσπαθώ να κάνω να σωπάσει μέσα μου η φωνή της μιζέριας. Προσπαθώ να υπενθυμίσω στον εαυτό μου ότι το πρόσωπο του Μπαράκ Ομπάμα αυτή τη στιγμή περισσότερο λειτουργεί σαν ένα σύμβολο ελπίδας. Πως η ελπίδα, τελικά, είναι το πιο ακριβό, το πιο πολύτιμο πράγμα στη ζωή μας, ακόμα και μέσα στην πιο μεγάλη συμφορά. Αυτή η φωτεινή χαραμάδα ελπίδας των πολιτών, για ένα καλύτερο αύριο που δεν ήρθε ακόμα, είναι που «αθωώνει» κάπως αυτή την πανάκριβη, ενθουσιώδη φιέστα. Το κακό με τις ελπίδες είναι ότι συχνά και πολύ γρήγορα διαψεύδονται. Και μαζί τους οι άνθρωποι που τις γέννησαν. Είμαι, ας πούμε, σίγουρος πως αν ο Μπιλ Κλίντον, εκεί, στο τσακίρ κέφι της δικής του ορκωμοσίας, μπορούσε να δει το μέλλον (μια βομβαρδισμένη Σερβία και μια προσωπική εξευτελιστική «πτώση»), μπορεί και να άφηνε το σαξόφωνο και τις πολλές γυροβολιές στην άκρη. Αλλά ποιος θυμάται σήμερα τον Μπιλ Κλίντον και το γεμάτο ελπίδα σαξόφωνό του; Ποιος θέλει να τον θυμάται; Και σε τελική ανάλυση, Ομπάμα, θα μ αγαπάς και αύριο ή τζάμπα ξενύχτησα για πάρτη σου;

Παρασκευή 30 Ιανουαρίου 2009

Ίσως και να τρώω το πορτοκάλι με το φλούδι;

Tώρα που είναι στα πάνω του το Αγροτικό, έχω να δηλώσω ότι τρώω πολλά πορτοκάλια. Το κακό είναι ότι τα τρώω ολόκληρα- και τα φλούδια. Πρώτα το εσωτερικό κι έπειτα σιγά σιγά εξαφανίζω και την κίτρινη παχουλή σάρκα του (που, σημειωτέον, αμέσως καταλαβαίνω αν είναι καλής ποιότητας ή όχι). Εκεί έρχεται και κολλάει το «κακό» (που είπα πριν), γιατί όποιος με δει με ρωτάει αν είμαι στα καλά μου: Περί φυτοφαρμάκων γνωρίζω; Η φλούδα είναι τίγκα στο δηλητήριο. Μακριά. Η ντομάτα να είναι οικολογική. Η κότα αλανιάρα. Το αυγό, καλύτερα να πω στον ξάδελφο που μένει στην επαρχία. Δίνω καρότο στο παιδί; Ωμό; Ποτέ. Ό,τι μεγαλώνει μέσα στη γη ρουφάει περισσότερο φυτοφάρμακο. Είσαι τρελος; Είμαι; Αμ δε! Γιατί το Σάββατο, όταν στρωθούμε όλοι μαζί μπροστά στο μενού (που συνήθως εμπλουτίζεται και με κάνα- δυο κιλά νικοτίνη, καλά να ΄μαστε να μη μας την κόψουν κι αυτήν) πάει περίπατο το κήρυγμα για το καρότο και ό,τι έχει σχέση με την αντίσταση του καταναλωτή. Εκτός βέβαια κι αν έρθει η κουβέντα σε κανένα από εκείνα τα ντοκιμαντέρ του Κούλογλου (όπου σύμφωνα με τις στατιστικές οι μισοί, αν όχι όλοι μας, θα πάμε από... ψεκασμό) οπότε παίρνει φωτιά το επαναστατικό φρόνημα της παρέας, και αφού αλείψει με χάρη το βουτυράκι στο μαύρο ψωμάκι, αρχίζει στ΄ άρματα, στ΄ άρματα, εδώ και τώρα: μας δηλητηριάζουν, μας πουλάνε σκατά για να πλουτίσουν τα καρτέλ, οι πολυεθνικές, οι τράπεζες, ο καπιταλισμός, ο φιλελευθερισμός, τα golden boysπάντα με μπουκωμένο στόμα και μέχρι να φτάσει η ώρα για γλυκό. Το πούρο, καπάκι, ολοκληρώνει την επανάσταση της τάρτας λεμόνι και καθώς έρχεται ο espresso μαζί με τον λογαριασμό και ορκιζόμαστε ότι είναι και η τελευταία φορά που πληρώνουμε τη σαλάτα για φιλέτο- γιατί έχει δυο σπυριά ρόδι εντός- αφήνουμε έναν στεναγμό απελπισίας (πού φτάσαμε αδελφέ μου, πού) και παίρνουμε το επαναστατικό φρόνημα και το πάμε γραμμή για ύπνο. Καλά που εμείς γνωρίζουμε τουλάχιστον. Και είναι ο ύπνος μας ελαφρύς. Από Δεύτερα, ηρωική αντίσταση και πάλι. Εγώ παιδιά μπορώ να απέχω από τα χαρακώματα; Ίσως και να τρώω το πορτοκάλι με το φλούδι;

Χωρίς κάθαρση

Εμφανίστηκε ως ηθοποιός, αλλά είναι σκηνοθέτης και σεναριογράφος. Έπαιξε τον ρόλο του στην εκπομπή, ομολογώντας σκηνές από έναν πόλεμο πριν πόσα χρόνια; 34 και κάτι. Ήταν τότε νέος λέει, στρατιώτης, και βρέθηκε στην Κύπρο. Περιέγραψε πολεμικές σκηνές, φόνους αιχμαλώτων, με λεπτομέρειες που αναστατώνουν. Ανατριχίλα μάς διαπέρασε με τη διήγηση, Έλληνες και Τούρκους. Ήταν άραγε διαφορετική η ποιότητα της ανατριχίλας των Ελλήνων από αυτή των Τούρκων; Δεν ξέρω, ποιος μπορεί να τις αποτιμήσει; Οι εικόνες πάντως βγήκαν από το ριάλιτι με δύναμη τραγωδίας. Έλεος και φόβο προκάλεσαν οπωσδήποτε. Κάθαρση μάλλον όχι. Ε, δεν είναι και Σοφοκλής ο κ. Ολγκάτς. Αν και πρέπει να του αναγνωρίσουμε πως έστησε μια παράσταση με πρωταγωνιστές οι οποίοι δεν είχαν καμία προετοιμασία για τις εμφανίσεις τους, και η αμηχανία τους είναι φανερή. Δικαστές, εισαγγελείς, δημοσιογράφοι, πολιτικοί, βάλθηκαν να βγουν στη σκηνή που τους ετοίμασε μετά την ομολογία του. Ας την πούμε ομολογία. Καταγγελίες, μηνύσεις, διαψεύσεις, διαμαρτυρίες, διαβήματα, υποθέσεις για το αν θα πάει στο διεθνές δικαστήριο... Αμηχανία, απορία, παράταιρες κουβέντες. Κι όμως δεν είπε παρά πράγματα που συμβαίνουν σε πολέμους. Ακόμα κι αν έβαλε λίγη φαντασία, ακόμα κι αν δεν τα έκανε ο ίδιος αυτά που είπε, μάλλον κάποιος άλλος θα τα έκανε. Αν όχι αυτά, κάποια παρόμοια. Κι όλοι ξέρουμε κατά βάθος ότι κι από τις δύο πλευρές έγιναν βαρβαρότητες. Πονάει και τους Έλληνες να φαντάζονται τι πέρασαν οι έρμοι αιχμάλωτοι, πονάει και τους Τούρκους να συνειδητοποιούν πόσο βάρβαρα μπόρεσε να φερθεί κάποιος δικός τους. Κι ύστερα δεν βγαίνει άκρη πολιτικά, δεν βγαίνει όφελος για κανέναν. Ο κ. Ολγκάτς έστησε την παράστασή του, τρέξανε όλοι να πάρουν ρόλο, και κανένας δεν μπορεί να τον χειριστεί πολιτικά, να σκεφτεί ένα επωφελές κλείσιμο...

Πέμπτη 29 Ιανουαρίου 2009

Χαρές και ανησυχίες, όλα επί οκτώ

ΑΝ ΡΩΤΗΣΟΥΜΕ τους περισσότερους γονείς ενός νεογέννητου πώς θα αισθάνονταν εάν είχαν την ίδια ευλογία επί οκτώ, θα μας κοιτάξουν σαν κεραυνοβολημένοι. Οκτώ φορές τα ξενύχτια, οι θηλασμοί, οι αλλαγές πάνας, οι θέσεις στο αυτοκίνητο, οκτώ φορές οι ανησυχίες και οι εξεγέρσεις της εφηβείας. Αλλά και οκτώ φορές οι χαρές του παιχνιδιού, οι ερωτήσεις και τα χαμόγελα- όλα αυτά ισχύουν για το ζευγάρι που πρόσφατα απέκτησε οκτάδυμα στην Καλιφόρνια. Οι γιατροί όμως θεωρούν ως ιατρική αποτυχία αυτό το φαινόμενο και όχι λόγο για πανηγυρισμούς. Αν και τα οκτώ μωρά έχουν καλή υγεία, εντούτοις αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο να παρουσιάσουν προβλήματα ανάπτυξης, απ΄ ό,τι άλλα παιδιά. Δεν γνωρίζουμε σχεδόν τίποτα για τους γονείς. Έκαναν θεραπεία γονιμότητας; Έχουν χρήματα; Ασφαλώς το μεγάλωμά τους θα είναι διαφορετικό από των άλλων παιδιών. Σε μια εποχή που οι γονείς παρακολουθούν με επιμονή το ένα και μοναδικό παιδί, αυτό το σπίτι θα είναι σαν ένα μικρό χωριό.

Η αγελάδα που γελά

Oι αγελάδες θέλουν όνομα για να δίνουν περισσότερο γάλα, απεδείχθη με λίτρα μετρημένα. Αν τις φωνάζεις με το όνομά τους, τις χαϊδεύεις λίγο, τους χαμογελάς, τους δίνεις σημασία, παράγουν περισσότερο γάλα και καλύτερης ποιότητας. Και χαμογελούν όταν τις πλησιάζεις, όπως σε κείνο το κουτί με τα τυράκια που μας άρεσαν κάποτε. Περίεργα ζώα κι αυτές. Πέρασαν ως είδος από τη στρατιωτική εκπαίδευση, τη μαζική διαβίωση, γενιές ολόκληρες έζησαν και γέρασαν στριμωγμένες μέσα σε στάβλους, με έναν αριθμό στο αυτί, γεννώντας κρέας και παράγοντας γάλα, αλλά μυαλό δεν έβαλαν. Δεν θέλησαν να παραδεχτούν τα οφέλη της μαζικής κουλτούρας και της πειθαρχίας. Δεν μπόρεσαν να εκτιμήσουν την οργάνωση, την επέκταση, τον πολλαπλασιασμό, τη συσσώρευση, έννοιες τόσο σπουδαίες για τους ανθρώπους και την κοινωνία τους. Δεν σεβάστηκαν όσο έπρεπε τα κεφάλαια που επενδύθηκαν στα μεγάλα τους σώματα. Ακόμα και οι γελάδες θέλουν εξατομίκευση, ονοματοδοσία, στοργή και προδέρμ. Σήκωσαν κεφάλι. Έχουν κι αυτές ψυχή. Τους αρέσει να τους δείχνουν οι άνθρωποι την εκτίμησή τους. Μπορεί να τις προορίζουν για το σφαγείο, αλλά όσο ζουν απαιτούν σεβασμό. Τι βαρεμάρα κι αυτά τα ζώα. Θα περίμενε κανείς να τους συμβαίνει κάτι πιο ενδιαφέρον, πιο περίπλοκο. Είναι σαν μερικούς ανθρώπους. Ξέρετε, οι περισσότεροι είναι έτοιμοι να παράγουν το γάλα που χρειάζεται χωρίς διαμαρτυρία, στριμωγμένοι στον προβλεπόμενο χώρο, καταναλώνοντας το αναγκαίο άχυρο και ξεχνώντας τον τελικό προορισμό. Μερικοί όμως χρειάζονται να τους δείχνεις στοργή, να τους δίνεις σημασία, να τους χαμογελάς, να θυμάσαι το όνομά τους, τα γενέθλιά τους, να μην τους στριμώχνεις, να τους φροντίζεις, να τους χαϊδεύεις και να τους τραγουδάς, αλλιώς δεν έχει γάλα. Κι έρχεται τώρα η επιστήμη και λέει ότι όλοι αυτό θέλουν; Α, όχι, μιλούσαμε για γελάδες.

Τετάρτη 28 Ιανουαρίου 2009

Ολοκληρώνεται το έγκλημα

Η Ιστορία δεν κινείται πάντοτε και σε όλες τις περιπτώσεις με την ίδια ταχύτητα· μας τα έχει πει, πριν από χρόνια, ο F. Βrandel: όρισε τις διάρκειες γεγονότων και φαινομένων σε βραχεία, μέση και μακρά. Οι συνέπειες του μεγάλου γεγονότος των νεώτερων χρόνων, της αποικιοκρατίας, ασφαλώς ανήκουν στη μακρά διάρκεια· λειτουργούν, δρουν δηλαδή βραδυφλεγώς. Αυτό σημαίνει ότι με όλα όσα βλέπουμε σήμερα στη Γάζα και κάθε λίγο σε χώρες της Αφρικής, με την αποικιοκρατία δεν έχουμε τελειώσει ακόμη· επί της ουσίας. Αυτός είναι ο λόγος που χρησιμοποίησα τις «διάρκειες» του F. Βrandel: αντιλαμβάνομαι ότι το δράμα της Μέσης, λεγόμενης, Ανατολής, οφείλεται στις τεχνητές καταστάσεις που κληρονόμησαν οι ντόπιοι· τεχνητές καταστάσεις από τη χάραξη των συνόρων μέχρι την ανάμειξη φυλών και εθνών στο ίδιο κράτος, στην ίδια διοικητική μονάδα· άφησαν οι αποικιοκράτες φεύγοντας τα σπέρματα του πολέμου. Ίσως, για να προκύψει κάποια διαφορετική επέμβαση, κάποιος μετααποικιακός ρόλος γι΄ αυτούς. Υπάρχει όμως κάτι που αποδείχθηκε χειρότερο. Οι αποικιακές χώρες, εγκαταλείποντας τις αποικίες τους, «ανέθεσαν» στις ΗΠΑ να συνεχίσουν το έργο τους με άλλο τρόπο. Ο νέος «αφέντης», ο σύμμαχος, όπως θέλουν οι ίδιες να τις χαρακτηρίζουν, είναι ο νέος αποικιοκράτης. Σκοπός τους, ο ίδιος, όπως των πραγματικών αποικιοκρατών: η εκμετάλλευση ή τουλάχιστον ο απόλυτος έλεγχος των πηγών πλούτου κάθε χώρας- πρώην αποικίας. Αυτό με όλους τους τρόπους, από τον απλούστερο, ίσως, και τον λιγότερο οδυνηρό, που είναι οι επεμβάσεις στον σχηματισμό κυβερνήσεων έως την πρόκληση καταστροφών και αιματοχυσίας. Το τελευταίο οι ΗΠΑ το πετυχαίνουν πάλι με πολλούς τρόπους· είτε επεμβαίνοντας οι ίδιες και προκαλώντας απίστευτες καταστροφές και τρομακτική αιματοχυσία στον ξένο τόπο, όπως πρόσφατα στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ, είτε εκφράζοντας την ικανοποίησή τους - και προσφέροντας υλική ενίσχυση- σε χώρες «δικές» τους που κάνουν το ίδιο, όπως τώρα, και λίγο παλαιότερα το Ισραήλ εναντίον Λιβάνου, Παλαιστίνης κ.λπ., είτε ακόμη ευνοώντας εμφυλίους πολέμους, ενδοφυλετικούς μάλλον κυρίως σε χώρες (πρώην αποικίες, όλες) της Αφρικής. Αναδεικνύονται έτσι σε παγκόσμιο χωροφύλακα (!) είναι σωστά ειπωμένο. Βέβαια, όλα αυτά πάντοτε με ένα πρόσχημα· τα τελευταία χρόνια είναι η τρομοκρατία που οι ΗΠΑ με την πολιτική τους έχουν φροντίσει να την ενισχύσουν και να της προσφέρουν λαϊκή συμπάθεια. Και το Ισραήλ τους τρομοκράτες της Χαμάς πολεμάει «λησμονώντας» ότι η Χαμάς είναι η επίσημη, εκλεγμένη, δηλαδή νόμιμη κυβέρνηση των Παλαιστινίων, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, αφού κράτος παλαιστινιακό δεν υπάρχει. Η περίπτωση των Παλαιστινίων θυμίζει σε μας τους χαρακτηρισμούς της Επανάστασης του 1821, τότε, από το οθωμανικό κράτος: ανταρσία, αποστασία, αναρχία- ο όρος τρομοκρατία δεν υπήρχε ακόμη για να εκφράσει ό,τι ακριβώς γινόταν. Θα με ρωτήσει κάποιος· οι Παλαιστίνιοι κάνουν αυτήν τη στιγμή επανάσταση; Κάποιου τύπου, ναι· αφού η ίδρυση ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους είναι μόνιμο και διαρκές αίτημά τους: κάθε φορά που μοιάζει να ισχυροποιείται το ένοπλο τμήμα τους, ο διεθνής μπαμπούλας της περιοχής, το Ισραήλ, τους προκαλεί πολλά θύματα, με πολεμικές επιχειρήσεις· προκαλεί απέραντη δυστυχία. Αυτήν τη φορά είναι η χειρότερη· σε θύματα και υλικές καταστροφές. Στην ιστορία των πολέμων ξέρουμε ότι από τον επιτιθέμενο γίνεται προσπάθεια για όσο το δυνατόν λιγότερα θύματα από τον άμαχο, δηλαδή άοπλο, και επομένως ακίνδυνο απέναντι σε πανίσχυρες πολεμικές μηχανές πληθυσμό· ιδιαίτερα, γίνεται προσπάθεια να προφυλαχθούν τα παιδιά. Ακόμη και από τη ναζιστική Γερμανία έγινε τέτοια προσπάθεια. Στην τωρινή περίπτωση της Γάζας έγινε το ακριβώς αντίθετο: όταν στους 1.300 νεκρούς, οι 400 είναι παιδιά, βρισκόμαστε μπροστά σε ένα έγκλημα που ο χαρακτηρισμός του ως απάνθρωπου κυνισμού είναι εξαιρετικά ήπιος. Γενικότερα, όμως, στα χρόνια της ασύστολα και ασύδοτα νεοφιλελεύθερης Αμερικής, το πρώτο που περιφρονείται και γι΄ αυτό δολοφονείται είναι η αξία άνθρωπος· αυτή η χώρα με το συγκεκριμένο καθεστώς έχει καταργήσει, έχει δολοφονήσει καλύτερα, όλες τις κοινωνικές αξίες που παρήγαγε κατά τους τελευταίους αιώνες ο ευρωπαϊκός πολιτισμός· τις κοινωνικές αξίες που οδήγησαν την Ευρώπη στην εκπληκτική ανάπτυξη που γνωρίσαμε και μεις· σε εκπληκτική, σε εκρηκτική ανάπτυξη οδήγησαν και την Αμερική· αυτή είναι όμως που οργάνωσε συστηματικά τη δολοφονία τους.

Δρόμοι και χωράφια

Στρίβω στη γωνία Ευελπίδων και Μουστοξύδη σαν να πηγαίνω σε οργωμένη άσφαλτο. Βουναλάκια και κοιλάδες, μια θάλασσα μικρή το οδόστρωμα, όπου τα τροχοφόρα χοροπηδάνε, τα δίκυκλα κινδυνεύουν και οι πεζοί σκοντάφτουν. Οι δρόμοι μας μοιάζουν με χωράφια, και τα χωράφια έχουν επεκταθεί στους δρόμους. Τα τρακτέρ των αγροτών δεν οργώνουν, κλείνουν τις εθνικές οδούς. Έχουμε πάθει σύγχυση ορίων. Όλοι τα βάζουν με τους δρόμους. Γιατί προκαλούν οι δρόμοι τόσο πολύ; Ο δρόμος είναι το μέσο της επαφής με τους άλλους, από ΄κει θα περάσουν οι υπόλοιποι, οι έξω, οι ξένοι, οι απρόσκλητοι. Κλείσε τον δρόμο, δεν περνάει τίποτα, μένουν τα πράγματα ως έχουν. Γιατί πριν περάσουν τα τρακτέρ από τον δρόμο πέρασε ο δρόμος από τα χωράφια. Πήγε στα χωράφια ο σύγχρονος κόσμος απρόσκλητος, τα αναστάτωσε, τα ταρακούνησε, τα αλλοτρίωσε, τα μεταμόρφωσε. Έγιναν γρήγορα τα περάσματα. Κλείσε τον δρόμο, γύρνα πίσω φαντασιακά, συμβολικά, στο ενιαίο, διαχρονικό χωράφι. Εκεί που όργωναν τα άλογα, ή ακόμα πιο παλιά, πιο φτωχικά, το ζευγάρι τα βόδια. Γίνε ξανά αληθινός αγρότης, εχθρός της ταχύτητας, των περασμάτων που ευνοούν άλλες κοινωνικές τάξεις, εμπόρους, μεταπράτες, άλλες εποχές. Στεκόμαστε με δέος μπροστά στο αρχετυπικό αυτό είδος: αγρότης, ο άνθρωπος που μας τρέφει. Ξεχνάμε το σιτάρι της Ρωσίας, το ρύζι της Αμερικής, την παγκοσμιοποίηση, όλα αυτά τα καταπιεστικά πράγματα. Ξεχνάμε και τα τρένα, εξάλλου μας έχουν κι αυτά ξεχάσει προ πολλού. Αν είχαμε τρένα της προκοπής και μπορούσαμε να ξεφεύγουμε από τα μπλόκα, αν ξέραμε ότι κυλούν ρόδες και σε τροχιές κι όχι μόνο στην άσφαλτο, θα μας θάμπωναν λιγότερο τα μπλόκα; Αλλά μπορεί να ξεφύτρωναν τίποτα Ινδιάνοι τότε, και να έκλειναν τις γραμμές με κορμούς.

Τετάρτη 21 Ιανουαρίου 2009

Η μανέστρα του ενθουσιασμού μας χάλασε

Κάθε μέρα, εδώ και τρεις εβδομάδες, κάναμε κάθε πρωί και βράδυ τον ίδιομονότονα μακάβριο- απολογισμό: 300 νεκροί, 500 νεκροί, 800 νεκροί, 1.000 νεκροί, 1.300... Το ότι 410 από αυτούς ήταν μικρά παιδιά μετράει πολύ περισσότερο, δεν φανταζόμαστε πόσο περισσότερο. Η κτηνώδης επίθεση συνεχιζόταν ανελέητα, ψυχρά, υπολογισμένα, αμείωτα, έως ότου έφθανε η ημέρα της ορκωμοσίας Ομπάμα. Τα πολιτικά παιχνίδια βρήκαν την ολοκλήρωσή τους, «η αποστολή επετεύχθη» δήλωσαν οι νικητές... Και αυτές τις τρεις εβδομάδες τα είδαμε όλα... Είδαμε- ας τσιμπηθούμεστον 21ο αιώνα, από μια χώρα που συμμετέχει αθλητικά και καλλιτεχνικά στην κουλτουριάρα και ειρηνική Ευρώπη να παρεμποδίζεται η ανθρωπιστική βοήθεια. Είδαμε να βομβαρδίζονται κτίρια του ΟΗΕ. Είδαμε τα λιλιπούτεια κορμάκια σε άσπρα σάβανα, δίπλα δίπλα στη σειρά να κλείνουν επιτέλους τα ματάκια τους σε αυτόν τον άθλιο κόσμο- τον μόνο που γνώρισαν... Πάνω από πέντε χιλιάδες οι τραυματίες και οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα να κραυγάζουν προς κάθε πλευρά ότι το νοσοκομείο τους είναι άδειο, γιατί κανείς τραυματισμένος δεν επιτρεπόταν να φθάσει έως εκεί! Ένα e-mail που μου ήρθε τις τελευταίες μέρες δείχνει μέσα από φωτογραφίες και καυστικές, ειρωνικές λεζάντες το άγριο τσαλαπάτημα αυτών που θεωρούμε «ιδεώδη του δυτικού κόσμου μας»- με τη βοήθεια βέβαια του ίδιου ακριβώς (υποκριτικού) κόσμου: «Για να είναι σίγουροι ότι τα παιδιά θα πάνε σχολείο», είναι το σχόλιο στη φωτογραφία με τους επιτιθέμενους που σημαδεύουν μια ομάδα φοβισμένων παιδιών μπροστά σε ένα γκρεμισμένο σχολείο! «Βοηθούν τις κυρίες να διασχίσουν τον δρόμο», το σχόλιο άλλης εικόνας με τους στρατιώτες να σέρνουν βάναυσα ανυπεράσπιστες γυναίκες στους δρόμους. «Τους δίνουν κατοικία (μόνιμα)», η λεζάντα κάτω από τη φωτογραφία με τα μωρά που ενταφιάζονται! «Κατασκευαστικά πρότζεκτ», γράφει στη λεζάντα της εικόνας με τις μπουλντόζες να γκρεμίζουν τα παλαιστινιακά σπίτια (25.000 συνολικά)! Τις ίδιες ώρες, ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ παραδεχόταν σε συνέντευξη Τύπου πως απέτυχε να βρει στο τηλέφωνο την Ισραηλινή υπουργό Εξωτερικών! Να, λοιπόν. Για όλα αυτά δεν στήθηκα χθες να δω το πανηγύρι της ορκωμοσίας Ομπάμα, που περίμενα με τόση λαχτάρα. Παρά την έντεχνη εκεχειρία, η μανέστρα του ενθουσιασμού μας χάλασε...

Σούπα στην Ουάσιγκτον

Βάλαμε την τηλεόραση και σε απευθείας μετάδοση αρχίσαμε να βλέπουμε γκρο πλαν τα πρόσωπα από το μαζεμένο πλήθος στην Ουάσιγκτον δυο ώρες πριν από τη μεγάλη στιγμή. Σκούφους, χοντρά μπουφάν, μέχρι κουβέρτες είχαν πάρει οι άνθρωποι για το κρύο και γελούσαν μέσα στην παγωνιά με κίνδυνο να παγώσει το στόμα τους, να κρυσταλλιάσουν τα μάτια τους καθώς υγραίνονταν από συγκίνηση. Θα πρέπει να έκαναν χρυσές δουλειές οι πλανόδιοι πωλητές σούπας, αν υπήρχαννομίζω ότι θα είχα πάει να πουλήσω σούπα εκεί, να θησαυρίσω, που μ΄ αρέσουν οι σούπες. Ένα μεγάλο καζάνι σε τροχήλατο στήριγμα, με μια κουτάλα να σερβίρω σε μπολ από πολυουρεθάνιο, να εκπροσωπώ το ελληνικό δαιμόνιο. Αλλά ήμουν εδώ, με τα παιδιά μου τα βλέπαμε όλα από τη ζέστα του σπιτιού, δυστυχώς από πολύ μακριά, κι έχοντας καταναλώσει επί μέρες την ελληνική μιζέρια. Αλλά δεν βαριέσαι, όσα και να ακούσαμε και να διαβάσαμε, δεν βάλαμε μυαλό, θύματα της μεγαλύτερης βιομηχανίας θεάματος του κόσμου, της αμερικανικής: αρχίσαμε πάλι να κλαίμε βλέποντας τα ευτυχισμένα πρόσωπα των συνανθρώπων σε κείνο το ρωμαϊκό ντεκόρ. Εντάξει, σχεδόν φοβάσαι αν σκέφτεσαι πόσες προσδοκίες έχουν επενδυθεί στον άνθρωπο αυτό, αλλά επίσης συνειδητοποιείς ότι η χαρά δεν έχει να κάνει μόνο με το μέλλον, τις προσδοκίες, την πολιτική. Είναι ένα σημείο που φτάσαμε όλοι μας, μια συμβολική στιγμή της ανθρωπότητας, που μας έπιασε από τις μασχάλες και μας ανέβασε σαν μικρά παιδιά σε ένα σκαλί από όπου μπορούμε να κοιτάμε διαφορετικά τον κόσμο. Είναι δύσκολο να πιστεύει κανείς στους ανθρώπους, ειδικά όσο μεγαλώνει και τους γνωρίζει καλύτερα, αλλά ας κρατήσουμε για λίγο ακόμα την πίστη μας, τη νεανική αθωότητά μας, κάνει καλό, σχεδόν όσο και η σούπα.

Τρίτη 20 Ιανουαρίου 2009

Η ώρα των... δεύτερων σκέψεων

Πολλές σελίδες γράφτηκαν εμπνευσμένες από το ιστορικό γεγονός της εκλογής του πρώτου Αφροαμερικανού προέδρου στις ΗΠΑ. Ο αέρας της αλλαγής φύσηξε από τη μία άκρη του κόσμου στην άλλη και όλοι- ή τουλάχιστον σχεδόν όλοιοραματίστηκαν κοσμοϊστορικές αλλαγές. Να, όμως, που σύντομα έφτασε η ώρα των... δεύτερων σκέψεων. Πολλοί ήταν αυτοί που πίστεψαν σε νέες, ενισχυμένες διακρατικές συμμαχίες, οραματίστηκαν ένα καλύτερο μέλλον, πίστεψαν σε έναν δικαιότερο κόσμο. Το αμερικανικό όνειρο όχι μόνο ζωντάνεψε, δημιουργώντας τη γενικευμένη πεποίθηση πως είναι υπαρκτό, αλλά η εκλογή του Ομπάμα έκανε τον κόσμο να πιστέψει στο ακατόρθωτο. Και βέβαια, η συγκυρία της οικονομικής κρίσης ήρθε «κουτί» για να δημιουργηθεί μια ενισχυμένηκαι ασυγκράτητη από την πλευρά των Αμερικανώναισιοδοξία. Αυτά τα 150 εκατομμύρια δολάρια όμως, που ξοδεύονται για την ορκωμοσία του προέδρου, δημιουργούν- πώς να το κάνουμε!- έναν προβληματισμό. Τα οικονομικά πλάνα της Αμερικής για να αντιμετωπιστεί η κατακόρυφη πτώση του βιοτικού επιπέδου των Αμερικανών δεν τα γνωρίζω. Αυτά τα ολίγα εκατομμυριάκια όμως, πιθανόν να μπορούσαν να κλείσουν κάποια «τρύπα». Ίσως, κάποιοι να επιθυμούσαν έναν Ομπάμα πιο συντηρητικό σε ό,τι αφορά το εξοδολόγιο που τονώνει μεν το προφίλ και τη δημοτικότητά του αλλά δεν παύει να είναι μια εκδήλωση εντυπωσιασμού. Δυστυχώς γι΄ αυτόν, οι προσδοκίες που έχει δημιουργήσει τον περιμένουν στη γωνία, αφού πια κάθε κίνησή του θα κρίνεται αυστηρά. Και οι παγίδες μιας κοινωνίας που προβάλλει τον υλισμό ως το απόλυτο αγαθό, ακόμη και εν μέσω οικονομικής κρίσης, είναι πολλές. Ίσως πάλι να ισχύει αυτό που σοφά έχει διατυπώσει ο λαός μας: ότι η φτώχεια θέλει καλοπέραση- και γκλαμουριά...

Σήκω, χόρεψε...

Πολλοί γκρινιάζουν για τα έξοδα της γιορτής εγκατάστασης του Ομπάμα στον Λευκό Οίκο, τόσα λεφτά εν μέσω κρίσης λένε. Ο ξέφρενος ενθουσιασμός του Νοεμβρίου πέρασε, εκείνη η κορυφαία στιγμή όταν οι πανηγυρισμοί αυθόρμητα απλώθηκαν στον κόσμο όλο. Αλλά και οι οργανωμένες γιορτές έχουν την αξία τους, το μεθύσι που δεν έρχεται από τη νίκη, αλλά προετοιμάζεται με αλκοόλ, οι εκδηλώσεις που δεν ξεκινούν εύκολα, από το ξεχείλισμα της χαράς, αλλά δουλεύονται σιγά σιγά, με τη μουσική, το τραγούδι, τον χώρο που έχει προβλεφθεί για χορό, τον χρόνο που έχει αφιερωθεί στη συνάντηση, όλη αυτή την αλχημεία που μπορεί να οδηγήσει τελικά στη μεγάλη απόφαση: να σε κάνει να σηκωθείς από την καρέκλα, να εγκαταλείψεις την ασφάλεια του τραπεζιού και της ακινησίας, να πάρεις θέση στην πίστα, να εκτεθείς, να ξετυλίξεις την τέχνη του κορμιού σου στο κούνημα, όση έχεις, όση μπορείς. Ή να προχωρήσεις ακόμα περισσότερο, να καλέσεις και κάποιον άλλον, μια ντάμα, έναν καβαλιέρο, να ρισκάρεις τον συνδυασμό. Μεγάλες στιγμές, μοναδικές και σπάνιες, ειδικά όταν αποκαλύπτουν κάποιον άλλον να χορεύει από αυτόν που γνωρίζουμε συνήθως, όταν ας πούμε στις σχολικές εκδρομές χορεύουν οι καθηγητές ξαφνικά, ή όταν σε κάποιο γάμο χορεύουν οι μεγάλοι και μένουν οι μικροί άφωνοι από κατάπληξη. Βέβαια, μετά τα φώτα σβήνουν, την άλλη μέρα ξαναρχίζει η ρουτίνα, οι κουραστικές προσπάθειες, αλλά χωρίς λίγα τέτοια οργανωμένα διαλείμματα δεν παράγεται έμπνευση στην καθημερινότητα. Χρειαζόμαστε έμπνευση για να αντιμετωπίσουμε την κρίση, οι Αμερικάνοι πιο πολύ απ΄ όλους, όχι μόνο επειδή αυτοί την ξεκίνησαν αλλά κι επειδή έχουν την επινόηση μέσα στη ζωή τους. Κρίση είναι, θα περάσει, κάτι θα επινοήσουν οι άνθρωποι σε όλον τον κόσμο, δεν μπορεί. Άντε, ας χαμογελάσουμε κι εμείς λιγάκι.

Δευτέρα 19 Ιανουαρίου 2009

Η τέλεια ανικανότητα

Κάποιοι λένε ότι η πολιτική είναι μια ατέρμονη πάλη μεταξύ πολλών μισών αληθειών, δόλιων αποσιωπήσεων και ανταγωνιστικών αφηγήσεων. Θα αναφέρω δύο κραυγαλέα παραδείγματα που αποδεικνύουν εξόφθαλμα τα ψέματα και την εικονικότητα που μας πλασάρει η σημερινή παραπαίουσα κυβέρνηση, αλλά και οι επαγγελματίες της πολιτικής γενικότερα. Πρώτο παράδειγμα: Στην τελευταία βίαιη διαδήλωση στην Αθήνα κτυπήθηκαν και συνελήφθησαν - μαζικά και αναίτια- πολλοί δικηγόροι και δημοσιογράφοι, χωρίς να έχουν κάνει κάτι το ποινικά επιλήψιμο. Αυτό δυστυχώς θυμίζει τη φασιστοειδή δικονομική πρακτική της «dragnet investigation», δηλαδή, με απλά ελληνικά, όποιον βρίσκω μπροστά μου τον συλλαμβάνω και τον ανακρίνω, άσχετα αν υπάρχουν ενδείξεις ενοχής για διάπραξη αδικήματος, μεθοδολογία που δυστυχώς χρησιμοποιείται κατά κόρον από τα αντιδημοκρατικά καθεστώτα. Όμως το κυριότερο ήταν ότι ενώ οι συλληφθέντες κατ΄ αυτόν τον απαράδεκτο τρόπο προσήχθησαν στην Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής, επί ώρες στερήθηκαν του δικαιώματος να επικοινωνήσουν με τον δικηγόρο τους! Δεν γνωρίζω αν οι κυβερνητικοί κύκλοι που νομιμοποίησαν αυτή την επικίνδυνη αστυνομική πρακτική είναι τόσο ανίδεοι όσον αφορά τις νομικές μας ρυθμίσεις, αλλά και οι πιο άσχετοι φοιτητές της Νομικής γνωρίζουν ότι υπάρχει το άρθρο 105 του Κώδικα της Ποινικής Δικονομίας που επιτρέπει πάντοτε την επικοινωνία του συνηγόρου μετά τού (επ΄ αυτοφώρω) συλληφθέντος. Άρα, η κυβέρνηση έλεγε δόλια ψέματα, όταν μας έλεγε ότι όλα έγιναν νόμιμα. Βεβαίως, το πιο σημαντικό είναι να αναπαραστήσουμε τη συνολική στάση της αστυνομίας μέσα στους δύο τελευταίους μήνες, γιατί έτσι θα καταλάβουμε τη μεταμοντέρνα λογική από την οποία διέπεται η σημερινή κυβερνητική εξουσία, δηλαδή την έλλειψη μιας επεξεργασμένης στάσης απέναντι στις διαδηλώσεις. Έτσι, ενώ πριν από τα Χριστούγεννα άφηνε να παράγεται «η Κόλαση του Δάντη» με την αδικαιολόγητη ανοχή του καψίματος των μαγαζιών, ύστερα από ένα μήνα έδειχνε μια άγρια κατασταλτική λογική απέναντι σε συγκεκριμένες ομάδες. Όλα αυτά φανερώνουν μια κυβέρνηση η οποία έχει τέλεια ανικανότητα να οργανώσει ορθολογικά τη δράση της αστυνομίας. Γιατί; Γιατί αλλιώς πρέπει να αντιδρούν οι δυνάμεις καταστολής απέναντι στους ΤΩΝ ΑΚΡΩΝ Από την αδικαιολόγητη ανοχή στο κάψιμο μαγαζιών του Δεκεμβρίου, στην άγρια κατασταλτική λογική των διαδηλώσεων του Ιανουαρίου χυδαίους κουκουλοφόρους και διαφορετικά απέναντι στους νεολαίους ή τους οικονομικά αδύνατους, που διαδηλώνουν γιατί βλέπουν ότι δεν έχουν κανένα μέλλον και αντιμετωπίζονται ως δηλητηριώδη λύματα μιας καταναλωτικής κοινωνίας στην οποία οι ίδιοι δεν μπορούν να καταναλώσουν (Βauman, «Ζωή για κατανάλωση»). Όμως υπάρχει και μια άλλη στρεβλή αναπαράσταση της πραγματικότητας που πλασάρεται από πολλούς επαγγελματίες της πολιτικής και αφορά το περίφημο πανεπιστημιακό άσυλο. Τι εννοώ; Τώρα τελευταία υποστηρίζεται η ιδέα της αυτοπροστασίας των τριτοβάθμιων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων απέναντι στη δράση ληστρικών ομάδων. Πριν αναφέρω οτιδήποτε άλλο, θα ήθελα να καταγράψω το ακόλουθο ιστορικό συμβάν: Την ώρα που ισοπεδώνονταν η Νομική και άλλες σχολές στη Θεσσαλονίκη πριν από ένα μήνα οι φύλακες του κεντρικού θυρωρείου κάθονταν φοβισμένοι μέσα στα φυλάκιά τους (και κανείς δεν μπορεί να τους κατηγορήσει γι΄ αυτό, γιατί η δουλειά τους δεν είναι να αντιπαρατίθενται με βίαια στελέχη του υποκόσμου). Εξάλλου, η ιδέα της αυτοπροστασίας προϋποθέτει λειτουργούσες κοινότητες, και τα κομματικοποιημένα ελληνικά πανεπιστήμια δεν αποτελούν δυστυχώς κάτι τέτοιο, γιατί πολλοί καθηγητές κάνουν ελεύθερο επάγγελμα και λείπουν συχνά από τις σχολές, ενώ το «βιομοντέλο» του σημερινού φοιτητή σίγουρα δεν μπορεί να συμβάλει σε αυτόν τον σκοπό, αφού πηγαίνει αραιά και πού στις σχολές, επειδή ακριβώς δεν έχει υποχρεωτικά μαθήματα. Ποιος, λοιπόν, θα κάνει την «αυτοπροστασία»; Επομένως, στο σημείο που φθάσαμε, απέναντι στις οργανωμένες ληστρικές ομάδες μόνο η εφαρμογή του ισχύοντος νόμου μπορεί να αποτελεί τη σοβαρή εναλλακτική λύση, δηλαδή στα κακουργήματα και τα πλημμελήματα κατά της ζωής να μπαίνουν οι δυνάμεις του κράτους. Αλλιώς θα ξεγελιόμαστε με εικονικότητες. Εξάλλου, το συγκεκριμένο άσυλο δεν πρέπει ακατανόητα να εκλαμβάνεται ως ένα είδος ουτοπικού καταφυγίου «τύπου Canudos», σαν αυτό δηλαδή που είχε φαντασθεί ο λογοτέχνης Βάργκας Γιόσα! Ποιο είναι το συμπέρασμα; Η σημερινή παραπαίουσα κυβέρνηση, αλλά και οι επαγγελματίες της πολιτικής γενικότερα μάς βομβαρδίζουν με απίστευτες εικονικότητες.

Ο στόχος επετεύχθη

Το Ισραήλ ανακοίνωσε μονομερή εκεχειρία στη Γάζα και ο πρωθυπουργός του δήλωσε ότι πέτυχαν τους στόχους τους. Υποθέτουμε ότι στόχος ήταν να σκοτώσουν περισσότερους από 1.300 Παλαιστινίους, τόσοι υπολογίζονται οι νεκροί της επιχείρησης, πολλά παιδιά ανάμεσά τους, να τραυματίσουν πολύ περισσότερους και να γκρεμίσουν πάρα πολλά κτίρια, διότι αυτό πέτυχε οπωσδήποτε, το είδαμε ακόμα και στις λίγες εικόνες που επέτρεπαν τα διάφορα εμπάργκο και εμπόδια στον Τύπο. Βέβαια τα παιδιά μπορεί να μην ήταν στόχος καθαυτά, αλλά φαντάζεστε πώς είναι τα παιδιά εκεί πέρα: ένα σωρό, ξαμολημένα στα στενά, πώς να τα αποφύγεις; Τρέχουν εδώ κι εκεί, πέφτουν πάνω στις βόμβες. Άτιμα παιδιά, ανακατεύονται και καταστρέφουν τις δίκαιες επιθέσεις... Ο στόχος θα ήταν προφανώς κάποια αριθμητική υπεροχή νεκρών, η οποία οπωσδήποτε επετεύχθη. Αφού οι διάφοροι «Παλαιστίνιοι μαχητές» με τις ρουκέτες είναι ζήτημα αν καταφέρνουν να σκοτώνουν δεκατρείς Ισραηλινούς τον χρόνο, το Ισραήλ έκανε μια μαζική εξόφληση για πολλές δεκαετίες, παρελθούσες και μέλλουσες, πώς βάζεις στον λογαριασμό του παιδιού σου ένα μεγάλο ποσό, αν έχεις, για να αντιμετωπίσει τα έξοδά του όταν μεγαλώσει; Με περισσότερους από 1.300 νεκρούς έχουν κάνει προεξόφληση μελλοντικών επιθέσεων με ρουκέτες και μπορούν να κοιμούνται ήσυχοι, που λέει ο λόγος. Διότι το κακό με τους νεκρούς είναι ότι δεν συμπεριφέρονται όπως τα χρήματα, κι ας μετριούνται κι αυτοί με νούμερα. Οι τράπεζες θυμάτων λειτουργούν με δικούς τους νόμους, οι οποίοι ακόμα δεν είναι εντελώς αντιληπτοί στους καταθέτες. Αν και θα έπρεπε. Τόσους αιώνες έχει αποδειχτεί ότι οι νεκροί δεν αποφέρουν τόκο στους νικητές. Στο Ισραήλ θα έπρεπε να το ξέρουν. Το τι λογαριασμούς άνοιξαν, πόσο ενίσχυσαν τους ήδη ανοιχτούς για τα παιδιά τους ένθεν και ένθεν, ακόμα δεν φαίνεται να έχουν καταλάβει.

Κυριακή 18 Ιανουαρίου 2009

Τα σατανάκια

«Σατανάκια» λέω τα άχρηστα μηχανήματα που νομίζεις ότι τα έχουν βρει για να μας σπάνε τα νεύρα. Το τελευταίο μου σατανάκι είναι αυτά τα ηλεκτρονικά «φέις κοντρόλ» που έχουν βάλει στις τράπεζες. Αν διαβάζετε εκτός Αθηνών, ίσως δεν ξέρετε για ποιο πράγμα γράφω. Είναι αυτό που πας να μπεις στην τράπεζα και στέκεσαι σαν χάνος μπροστά στην ηλεκτρονικά κλειδωμένη πόρτα. Πρέπει να πατήσεις ένα κουμπί, σαν κουδούνι. Μια από αυτές τις σπαστικές, άψυχες ηλεκτρονικές φωνές σε διατάζει να περιμένεις μέχρι το φωτάκι πάνω από το κουδούνι να γίνει πράσινο «για να εισέλθεις». Και περιμένεις. Και ανάβει το ρημάδι το πράσινο. Κανονικά, τώρα θα έπρεπε να μπεις στην τράπεζα. Αλλά δεν μπαίνεις στην τράπεζα. Μπαίνεις στη ζώνη του λυκόφωτος. Η πόρτα σε βγάζει σε ένα θαλαμίσκο σαν ασανσέρ και μπροστά σου είναι... μια άλλη πόρτα. Ακολουθείς την ίδια οργουελική διαδικασία, ακούς την ίδια εκνευριστική φωνή. «Περιμένετε να ανάψει το πράσινο φως, για να εισέλθετε». Σαν δύσκολο αλκοτέστ είναι! Τα λίγα δευτερόλεπτα μέσα στον θαλαμίσκο του λυκόφωτος, που ένας Θεός ξέρει από τι κοντρόλ σε περνάει, είναι σπαστικά για οποιονδήποτε άνθρωπο. Αλλά το πάρτι γίνεται με τους ηλικιωμένους. Σφηνώνουν. Παγιδεύονται. Δεν καταλαβαίνουν τις οδηγίες. Δεν ακούνε τη φωνή. Πανικοβάλλονται. Ανεμίζουν τσάντες, μαγκούρες, μασέλες, βιβλιάρια και καταριούνται το Σύμπαν, όλο αυτό στα μουγκά, γιατί απέξω δεν μπορείς να τους ακούσεις. Απλώς βλέπεις μια γιαγιά με τσεμπέρι να χτυπιέται μέσα σ' ένα γυάλινο κλουβί, λες κι έχει μπει ο διάολος μέσα της. Απέξω ο υπόλοιπος πληθυσμός σταυροκοπιέται, ωρύεται και συν-καταριέται το άπαν Σύμπαν και τα ξαδέλφια του, ενώ από μέσα ο κόσμος προσπαθεί να μανουβράρει τη γιαγιά με χειρονομίες παντομίμας, με αποτέλεσμα η σκηνή να μοιάζει με ομαδικό εξορκισμό. Καλωσορίσατε στη ζωή μου, σατανάκια. Μόνο εσείς μας λείπατε.

Σάββατο 17 Ιανουαρίου 2009

Αξιόπιστοι και... αξιόπτυστοι κύριοι

Ποτέ δεν είναι «καλή» η στιγμή για να αποκαλυφθούν στοιχεία διαφθοράς στον πολιτικό στίβο μιας χώρας. Αλλά αν υπάρχει η χειρότερη στιγμή για να βγουν στην επιφάνεια τέτοια στοιχεία, αυτή η στιγμή είναι τώρα. Δεν σας λέω «ελάτε στη θέση του απλού πολίτη», γιατί... είμαστε στη θέση του. Είμαστε όλοι οι Ελληνες που ιδρωκοπάνε για έναν μισθό που δεν φτάνει, που κυνηγούν δεύτερη και τρίτη δουλειά, και πάλι δεν βγαίνουν. Ολες οι Ελληνίδες που δουλεύουν, μεγαλώνουν παιδιά, και αντιμετωπίζουν μια καθημερινότητα ασφυκτική: ακρίβεια, δυσκολίες, αισχροκέρδεια, μηδέν ελεύθερο χρόνο. Ολοι οι πιτσιρικάδες που δεν ξέρουν τι θα τους ξημερώσει. Είμαστε όλοι οι άνω των εξήντα που θεωρούμε πλέον τη λέξη «σύνταξη» σύντομο -και κακόγουστο- ανέκδοτο. Κι όλοι εμείς είμαστε που ακούμε -μέσα σ' ένα τσουνάμι ανατιμήσεων, αισχροκέρδειας και μαύρων προοπτικών- για πολιτικές μίζες, δώρα, δωράκια, μαύρο χρήμα, διευκολύνσεις και χατίρια. Ακούμε και βγαίνουμε από τα ρούχα μας. Ακόμα και η κρίση μας θολώνει: σε λίγο δεν θα μπαίνουμε πια στον κόπο να ξεχωρίσουμε έναν αξιόπιστο πολιτικό από έναν... αξιόπτυστο. Θα μας αηδιάζουν όλοι μαζί. Αυτό νομίζω πως είναι το χειρότερο έγκλημα. Δεν είναι οι κλεψιές και τα λαδώματα, όσα, όποτε κι αν αποδειχτούν. Είναι που με κάθε «δωράκι» που δέχονταν οι άνθρωποι αυτοί, υπονόμευαν την εκτίμηση του κόσμου σε όλους τους «πολιτικούς», ακόμα και σ' εκείνους που επέλεξαν τον δρόμο τού «όχι» στο ύποπτο χρήμα. Κάποιος σοφός είπε ότι «η δημοκρατία είναι ένα ελαττωματικό σύστημα διακυβέρνησης, δεν παύει όμως να είναι το καλύτερο που διαθέτουμε». Οι παρέες των «κυρίων» (και... κυριών, δυστυχώς, διότι στη διαφθορά επικρατεί... ισότητα) έκαναν ό,τι μπορούν για να τραυματίσουν την ήδη εύθραυστη εμπιστοσύνη μας σ' αυτό το «ελαττωματικό» σύστημα. Πώς μετριέται, λοιπόν, μια τέτοια ζημιά; Κι ακόμα χειρότερα, πώς «τιμωρείται»;

Ενα «κλικ» από τη φρίκη

Ενα χεράκι στο χώμα. Το υπόλοιπο παιδί λείπει. «Να τη δείξουμε;» Στα γραφεία σύνταξης των εφημερίδων, στις αίθουσες κοντρόλ των τηλεοπτικών δικτύων, στα μεγάλα ειδησεογραφικά πρακτορεία, οι ίδιες τυπικές ερωτήσεις του πολέμου. «Περνάνε» αυτά τα πλάνα; Μήπως παραείναι σκληρά; Τυπώνονται αυτά τα στιγμιότυπα, βγαίνουν στον αέρα αυτές οι διηγήσεις; Για το ζήτημα αυτό υπάρχουν διαφορετικές απόψεις. Θα ακούσετε έμπειρους της δουλειάς, με πείρα στην κάλυψη πολέμων, να συνιστούν φειδώ στη δημοσίευση τέτοιων εικόνων. «Ερχεται μια στιγμή», λένε, «που ένα ακόμα νεκρό μωρό στο πρωτοσέλιδο, δεν σημαίνει τίποτα περισσότερο για τον αναγνώστη. Οι φωτογραφίες, τα τηλεοπτικά πλάνα, όταν τα πετάς στα μούτρα του κόσμου χωρίς σεβασμό, χωρίς επεξεργασία, κινδυνεύουν να καταντήσουν ένας στείρος «διαγωνισμός φρίκης»». Η άλλη σχολή είναι πολύ πιο αυστηρή. Δείξτε τα όλα, λένε: τα σκοτωμένα παιδιά, τα κομμένα κεφάλια, τους ακρωτηριασμούς, τα ουρλιαχτά, τα ματωμένα σάβανα. Δείξτε τα χωρίς φίλτρο, χωρίς λογοκρισία, χωρίς δισταγμό. Γιατί να «λυπηθούμε» τον χορτάτο τηλεθεατή, τον βολεμένο αναγνώστη; Τους πεθαμένους, άλλωστε, δεν τους λυπήθηκε κανείς. Υπήρξαν άλλωστε τέτοιες φωτογραφίες-σοκ που ξεσήκωσαν τις κοινωνίες: θυμηθείτε το καμένο από τις ναπάλμ κορμάκι μιας Βιετναμέζας προσφυγοπούλας, κι άλλα «κλικ» φρίκης, που έκαναν τον κόσμο να ξεσηκωθεί, να πει «ποτέ πια». Δεν είναι όμως οι φωτογραφίες ή τα πλάνα του μακελειού που μας συντρίβουν ψυχικά, αλλά οι ενοχές που νιώθουμε όταν υποχρεωνόμαστε να τις κοιτάξουμε. Τα μάτια ενός θανάσιμα πληγωμένου από βόμβες παιδιού, ρωτάνε πάντα «γιατί». Ενα «γιατί» που απευθύνεται σ' εμάς προσωπικά. Αυτό είναι που δεν αντέχεται... Από καθαρή άμυνα, φιλτράρουμε την ωμή πραγματικότητα του πολέμου. Βάζουμε τη (σχετικά) «λιγότερο σοκαριστική» φωτογραφία. Διανθίζουμε τα σκληρά γεγονότα με ψύχραιμες και επιστημονικές αναλύσεις. Για να καταφέρουμε να αντέξουμε, όχι τον πόλεμο δίπλα μας, αλλά στην ουσία, τον ίδιο τον εαυτό μας.

Παρασκευή 16 Ιανουαρίου 2009

Ακέφαλη υπερδύναμη η Ευρώπη

Η αναζήτηση ισορροπιών και ευρύτατων συναινέσεωv χαρακτηρίζει τη λήψη αποφάσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, γεγονός που καθιστά το ευρωπαϊκό σύστημα εξουσίας εξαιρετικά βραδυκίνητη μηχανή, χωρίς ικανότητα γρήγορης απόφασης και ευέλικτης δράσης. Επιπλέον, η απουσία ηγεσίας ή σταθερού πλειοψηφικού συνασπισμού δυναμώνει την αίσθηση «κενού εξουσίας» στο εσωτερικό της Ένωσης. Η προεδρία Σαρκοζί, σε μια δύσκολη περίοδο για την Ευρώπη και τον κόσμο, έδωσε το στίγμα του ενεργητικού leadership, το στίγμα μιας ηγεσίας ικανής να επιταχύνει τη λειτουργία της βραδυκίνητης μηχανής. Ο Σαρκοζί δεν κατάφερε να οργανώσει μια πραγματικά ευρωπαϊκή απάντηση στη χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση. Άλλωστε, τα επιμέρους εθνικά συμφέροντα δεν επέτρεπαν κάτι τέτοιο. Ωστόσο, συνέβαλε στο να υπάρξει σημαντική «ζύμωση» στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς την κατεύθυνση (όταν μια κοινή στάση αποδείχθηκε αδύνατη) συγγενών εθνικών απαντήσεων, οι οποίες απέτρεψαν τον ενδοευρωπαϊκό οικονομικό ανταγωνισμό. Επίσης, συνέβαλε στο να δημιουργηθεί η εικόνα μιας «αποφασισμένης Ευρώπης», κάτι που, από μόνο του, ήταν ήδη δράση, ήταν ήδη πράξη αντιμετώπισης των πιο παροξυσμικών εκδηλώσεων της κρίσης (όπως ο πανικός από την κατάρρευση σημαντικών πυλώνων του πολυδιαφημισμένου χρηματοπιστωτικού συστήματοςτο οποίο αποδείχθηκε ένας τεράστιος γελοίος γίγαντας, ανίκανος να κάνει το παραμικρό βήμα χωρίς κρατική εγγύηση και βοήθεια). Η προεδρία Σαρκοζί άρεσε για το στυλ της, την ενεργητικότητα της, λιγότερο για τις επιτυχίες της. Φάνηκε να καλύπτει ένα κενό στο σύστημα αποφάσεων, όπως και ένα κενό ευρωπαϊκής ηγεσίας. Ταυτόχρονα, η γαλλική προεδρία ανέδειξε το δυσκίνητο της Ένωσης, στο μέτρο που μία σειρά δραστηριοτήτων του Σαρκοζί (μεσολαβητικός ρόλος στη Γεωργία, πολλαπλασιασμός των άτυπων διακυβερνητικών συναντήσεων) χρειάστηκε να παρακάμψει το ευρωπαϊκό θεσμικό κεκτημένο, όπως και το καθιερωμένο παιχνίδι διακρατικών ισορροπιών, και στηρίχθηκε είτε στο γεγονός ότι ο Σαρκοζί είναι πρόεδρος μιας μεγάλης χώρας είτε στην άτυπη συμφωνία με άλλες μεγάλες χώρες είτε στην επίκληση του επείγοντος. Η γαλλική προεδρία, μέσω της παράκαμψης των κλασικών θεσμικών διαδικασιών, μέσω πρωτοβουλιών που υποβάθμισαν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, έδωσε στην Ευρώπη- προσωρινά- έναν ρόλο που υπερέβαινε τις προδιαγραφές του θεσμικού της συστήματος και, συνεπώς, τις πραγματικές δυνατότητές της. Την έκανε να φαίνεται πιο μεγάλη, πιο ισχυρή και πιο ενωμένη από όσο πράγματι είναι. Γενικώς, η σχεδόν κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος και η οικονομική κρίση έφεραν στο προσκήνιο δύο μείζονα προβλήματα της Ε.Ε.: τη μη ύπαρξη ισχυρής κεντρικής ευρωπαϊκής δημόσιας δύναμης, αφενός, την έλλειψη ευρωπαϊκής κοινωνικής πολιτικής, αφετέρου. Όσον αφορά το πρώτο, η σημερινή Ευρώπη είναι και πολιτικά μια «ακέφαλη» υπερδύναμη και οικονομικά ένα ακυβέρνητο καράβι (καθώς ο ενιαίος χώρος της ευρωζώνης δεν έχει ενιαία οικονομική πολιτική). Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μια υπερδύναμη χωρίς ισχυρό κέντρο λήψης πολιτικών ή οικονομικών αποφάσεων και γι΄ αυτό, συγκρινόμενη με τις ΗΠΑ, είναι μια «μικρή» δύναμη. Όσον αφορά το δεύτερο πρόβλημα, τη σχεδόν απουσία ευρωπαϊκής κοινωνικής πολιτικής, η κοινωνική πολιτική αποτελεί μέχρι και σήμερα ταμπού στην Ε.Ε., καθώς ανήκει στην αρμοδιότητα των εθνικών κρατών. Ωστόσο, η οικονομική κρίση και- προπάντων- η κρίση λαϊκής στήριξης του ευρωπαϊκού εγχειρήματος επιβάλλουν αλλαγή φιλοσοφίας στο εν λόγω θέμα, έστω και αν αυτό πηγαίνει κόντρα σε όλα τα εγχειρίδια λειτουργίας των κοινοτικών θεσμών. Η Ευρώπη μοιάζει «μπλοκαρισμένη», χωρίς την δυνατότητα να πάει μπροστά, χωρίς τη δυνατότητα να κάνει πίσω. Ωστόσο, ο χρόνος τρέχει πλέον πιο γρήγορα από ό,τι στο παρελθόν. Ένα μεγάλο, βαθύ και πρωτόγνωρο κύμα πολιτικής και κοινωνικής δυσαρέσκειας αναπτύσσεται σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή ήπειρο, γεγονός που καθιστά την Ε.Ε., στα μάτια των πολιτών, όλο και περισσότερο μέρος του προβλήματος και όχι της λύσης. Η δυσαρέσκεια είναι το κοινό υπόγειο νήμα που συνδέει γεγονότα πολύ διαφορετικά μεταξύ τους, όπως τα «όχι» των δημοψηφισμάτων στη Γαλλία, την Ολλανδία και την Ιρλανδία και η πρόσφατη έκρηξη κινητοποιήσεων και βίας στην Ελλάδα. Αυτή η δυσαρέσκεια, καθώς δεν έχει αυτόνομη και ηγεμονική πολιτική έκφραση, συνήθως υποβαθμίζεται από τα κάθε είδους πολιτικά «κατεστημένα», εθνικά και υπερεθνικά, εκείνου των Βρυξελλών συμπεριλαμβανομένου. Oι ευρωπαϊκές ελίτ πρέπει να ξανασκεφτούν την Ευρώπη και ίσως πρέπει να την ξανασχεδιάσουν, υπό το φως αυτής της μείζονος νέας τάσης. Η προεδρία Σαρκοζί θεωρήθηκε επιτυχημένη, ακριβώς γιατί ήταν ανορθόδοξη, ακριβώς γιατί δεν ακολούθησε την περίφημη «κοινοτική μέθοδο» και δεν στηρίχθηκε όσο θα έπρεπε στο περίφημο «κοινοτικό κεκτημένο». Η μέχρι σήμερα πραγματιστική φιλοσοφία «χτίζουμε την Ευρώπη με κριτήριο την Ευρώπη που ήδη έχουμε», μάλλον έχει πάψει να είναι λειτουργική. Η πραγματικότητα επιβάλλει μια νέα αντίληψη του πραγματισμού: «χτίζουμε την Ευρώπη με κριτήριο τις νέες πραγματικότητες που οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε». Η δύσκολη αλλαγή της κοινοτικής μεθόδου μπορεί να είναι ένα σύγχρονο πεδίο συνάντησης του ριζοσπαστισμού με τον ρεαλισμό.

Η περιέργεια της γάτας

Μια γάτα μπήκε στο στούντιο των ειδήσεων ενός γερμανικού καναλιού την ώρα που ο μετεωρολόγος έλεγε τον καιρό, εκείνος την πήρε αγκαλιά και είπε το δελτίο μαζί της. Αυτές είναι οι ειδήσεις που μου αρέσουν, και όχι μόνο σε μένα, αφού έκανε τον γύρο του κόσμου και σε ένα σωρό εφημερίδες τη διάβασα και την ξαναδιάβασα. Με την ευκαιρία μάθαμε το βιογραφικό του μετεωρολόγου, ο οποίος είναι βεντέτα στην πατρίδα του, διότι είναι και νέος και ωραίος και πολύ καλός επιστήμων, όπως είναι αρκετοί άνθρωποι ακόμα και γύρω μας δηλαδή, αλλά πού μυαλό να τους δούμε εμείς έτσι όπως είμαστε προσηλωμένοι στα δήθεν σοβαρά και καταθλιπτικά που συμβαίνουν. Χάρις στην πρωτοβουλία της γάτας θα μπορούσαν να γεννηθούν συζητήσεις και ανταλλαγές απόψεων πολύ ενδιαφέρουσες. Γιατί σκεφθείτε, εσείς τι θα κάνατε αν μια γάτα έμπαινε στο στούντιο την ώρα που λέγατε τον καιρό; Είναι κάτι που μας αγγίζει όλους, γιατί όλοι έχουμε λίγο- πολύ επαφή με γάτες και υπάρχουν τόσα να ανακαλύψεις στη συμπεριφορά αυτών των αιλουροειδών που λόγω μεγέθους και γενετικής μετάλλαξης που έγινε πριν από αιώνες, ζουν μαζί μας χωρίς να έχουν απαρνηθεί τα βασικά τους ένστικτα. Και σε αυτή την περίπτωση η περιέργεια δεν έφαγε τη γάτα, αντίθετα την έκανε σταρ παγκόσμιας εμβέλειας, οπότε μπορούμε να αναλύσουμε την επίδραση της διασημότητας στα τετράποδα. Γιατί, νομίζετε ότι δεν υπάρχει; Αντί να ασχολούμαστε με τέτοια σοβαρά ζητήματα, ασχολούμαστε με εγκλήματα ανθρώπων σε διάφορες κλίμακες, από μικρά που δυσκολεύουν την ειρηνική ζωή, μέχρι μεγάλα που καταστρέφουν την ειρηνική ζωή και τη ζωή γενικότερα. Αθεράπευτα και απελπιστικά ανθρωποκεντρικοί, δεν καταφέρνουμε να βγούμε από τον κόσμο μας που επαναλαμβάνεται κουραστικά, να δούμε λίγο παραέξω...

Πέμπτη 15 Ιανουαρίου 2009

Αντίσταση στα αντιβιοτικά

Ήθελα να περάσω χωρίς αντιβίωση το βαρύ μου κρυολόγημα. Πήρα βιταμίνες, καραμέλες για τον λαιμό, σιρόπι, εχινάτσια, χάπια για συνάχι, τσάι του βουνού, φλαμούρι. Έφτιαξα σούπα με κρέας, κοτόπουλο, ψάρι, χορτόσουπα, τραχανά. Κάθε μέρα σούπα, χυμό, σιρόπι, αλλά ο λαιμός δεν περνούσε και ο πόνος προχώρησε στο στήθος. Ο βήχας έγινε βαθύς, ανησυχητικός. «Κράτα γερά» έλεγαν οι φίλες μου, τηλεφωνικώς, μην κολλήσουν κιόλας, «είμαστε η πρώτη χώρα στην Ευρώπη σε κατανάλωση αντιβιοτικών, αναπτύσσουμε τα πιο απίθανα μικρόβια, να αντισταθείς!». Αντιστάθηκα, πέρασα δέκα μέρες κλεισμένη σπίτι, έτρωγα σούπες, και προσπαθούσα να νιώσω σαν ηρωίδα της Τζέιν Όστεν. Ξέρετε, αυτές που αρρώσταιναν και κινδύνευαν να πεθάνουν, και όλα τα πρόσωπα του έργου έπεφταν επάνω τους να τις περιποιηθούν και κατακτούσαν τις καρδιές των ανδρών που έπρεπε, και στο τέλος τους παντρεύονταν, αφού είχαν γλιτώσει από του Χάρου τα δόντια. Το κακό είναι ότι κανείς γύρω μου δεν φαινόταν αποφασισμένος να παίξει τον ρόλο των προσώπων της Όστεν, ούτε να ανησυχεί κατάλληλα. Τέλειωσαν οι σούπες, τα σιρόπια, τα βότανα, πήγα στο φαρμακείο πνιγμένη στον βήχα. Ο φαρμακοποιός άπλωσε το αντιβιοτικό χωρίς να μιλήσει. Από ευγένεια, αφού κι εγώ δεν μπορούσα να μιλήσω. Πέρασαν άλλες δέκα μέρες με την αρρώστια να υποχωρεί πολύ αργά. Δεν είναι απλώς τα μικρόβια πολύ ανθεκτικά, είμαστε κι εμείς λιγότερο. Κόντεψα να φτάσω τις ηρωίδες της Όστεν στον χρόνο αποθεραπείας, και πόσο θα ήθελα να περάσω μερικές μέρες εντελώς ξάπλα, με τα μέλη της οικογενείας μου να φτιάχνουν τις σούπες και να τις φέρνουν στο κρεβάτι, να ανησυχούν λίγο... Τι τα θέλετε, έχουν χαλάσει και τα αμυντικά μας συστήματα, η οικογένεια, τα ήθη, τα έθιμα, όλα.

Τετάρτη 14 Ιανουαρίου 2009

Οδηγίες προς... ναυτιλλόμενες!

Η βία που κυριαρχεί τελευταία ακόμα πιο κραυγαλέα στη ζωή μας- στους αθηναϊκούς δρόμους, στα δελτία ειδήσεων, στα χώματα της Παλαιστίνης- ξεχνάμε ότι συχνά στρέφεται σιωπηλά και αθέαταγιατί πολλές φορές αποσιωπάται από τα ίδια τα φοβισμένα θύματα - εναντίον κάθε γυναίκας, της γυναίκας της διπλανής πόρτας. Οι βιασμοί, διαβάζω, έχουν διπλασιασθεί στην Ελλάδα σε μια περίπου δεκαετία. Τεσσερισήμισι χιλιάδες υπολογίζεται ότι γίνονται κάθε χρόνο και λιγότεροι από τριακόσιοι φθάνουν τελικά στην αστυνομία. Το «έγκλημα χωρίς τιμωρία» καραδοκεί κάθε βράδυ κάθε γυναίκα (η αστυνομία μας άλλωστε περί άλλα τυρβάζει...). Γι΄ αυτό, μια έρευνα της ισπανικής αστυνομίας που έπεσε στην αντίληψή μου μού φάνηκε πολύ ενδιαφέρουσα από καθαρά πρακτική άποψη. Ρώτησαν βιαστές που βρίσκονταν στη φυλακή ποια θεωρούν ως πιθανά θύματά τους. Σύμφωνα με τις απαντήσεις τους, το πρώτο πράγμα που προσέχουν οι βιαστές είναι το χτένισμα της γυναίκας. Είναι πιο πιθανό να επιτεθούν σε γυναίκες με αλογοουρά, πλεξίδα ή γενικά μακριά μαλλιά, που τους επιτρέπουν να τις χειρισθούν ευκολότερα. Το δεύτερο που παρατηρούν είναι τα ρούχα και κοιτάζουν εάν αφαιρούνται εύκολα (δεν τους βολεύει, π.χ., μια γυναίκα με παντελόνι). Δεν επιτίθενται σε γυναίκες που κρατούν ομπρέλα ή άλλο αντικείμενο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως όπλο (σημείωση: δεν τους φοβίζουν τα κλειδιά). Επιτίθενται συχνά σε γυναίκες που μιλούν στο κινητό ή κάνουν άλλα πράγματα καθώς βαδίζουν, που χαλαρώνουν τις άμυνές τους. Οι ώρες που συνήθως δρουν είναι πολύ νωρίς το πρωί (5-8.30) ή μετά τις 10.30 το βράδυ. Διαλέγουν μέρη που τους επιτρέπουν να μεταφέρουν εύκολα και γρήγορα τη γυναίκα σε άλλο σημείο. Εάν αμυνθεί, δεν συνηθίζουν να προσπαθούν πάνω από δυο λεπτά. Θεωρούν επικίνδυνο γι΄ αυτούς περισσότερο χάσιμο χρόνου. Οι Ισπανοί ειδικοί συμβουλεύουν να είσθε πάντα σε εγρήγορση και να ακολουθείτε το ένστικτό σας. Μην αγνοείτε οποιαδήποτε περίεργη συμπεριφορά. Σε περίπτωση κινδύνου, να φωνάξετε καλύτερα «φωτιά, φωτιά»! Περισσότεροι άνθρωποι έχει αποδειχθεί ότι θα ενδιαφερθούν έτσι (έστω κι από περιέργεια), παρά στην έκκληση «βοήθεια!», στην οποία πολλοί φοβούνται να ανταποκριθούν. Γενικά, όμως, φωνάξτε. Οι περισσότεροι βιαστές ομολογούν ότι φοβούνται μια γυναίκα που φωνάζει. Εάν πάλι κάποιος σας ακολουθήσει στο πάρκινγκ, στον δρόμο ή σε μια αυλή, ή εάν συναντηθείτε με κάποιον ύποπτο στο ασανσέρ ή στις σκάλες, κοιτάξτε τον κατευθείαν στο πρόσωπο και ρωτήστε τον κάτι του τύπου «τι ώρα είναι;». Εάν είναι υποψήφιος βιαστής, μπορεί να φοβηθεί ότι αργότερα θα τον αναγνωρίσετε και να φύγει. Ας τα έχουμε, λοιπόν, αυτά στην άκρη του μυαλού μας.

Πίσω στη βιοπάλη

Oι αστακοί δεν μπορούν να μιλήσουν. Αν τον ρωτούσαν, τον αστακό των 140 χρόνων, τι προτιμά, να τον ρίξουν πίσω στο στοιχείο του ή να τον κρατήσουν στο νεοϋορκέζικο εστιατόριο όπου τον είχαν σε μια δεξαμενή και τον έδειχναν, κι ίσως ετοιμάζονταν να τον μαγειρέψουν, ίσως αποφάσιζαν να τον κρατήσουν για μασκότ, μπορεί να τους εξέπληττε. Δεν σκέφτηκαν ότι ένας τόσο γέρος αστακός ίσως έχει κουραστεί να τρέχει κάθε μέρα στο κυνήγι της τροφής του, να έχει να αντιμετωπίσει νεώτερους ανταγωνιστές και εχθρούς, να πρέπει να σκοτώνει για να τρώει, να μη βρίσκει δυο λεπτά γαλήνης στη ζούγκλα του βυθού. Πώς το έκαναν αυτό, το καημένο το οστρακόδερμο που είχε μόλις αρχίσει να νιώθει τις χαρές της σύνταξης, του έτοιμου φαγητού που σου το σερβίρουν στην ώρα του χωρίς να κοπιάζεις καθόλου κι αφήνεσαι και νομίζεις ότι το δικαιούσαι βρε αδερφέ, τόσες δεκαετίες μετά, όταν έχεις γεμίσει τις θάλασσες με παιδιά, εγγόνια, δισέγγονα, τρισέγγονα... Είναι σαν να βγάζεις έναν υπερήλικο από το γηροκομείο και να τον ρίχνεις πίσω στην πιάτσα να κερδίσει το ψωμί του, να τον ξαμολάς στην Ομόνοια να βρει δουλειά σαν ανειδίκευτος μαζί με τους εικοσάρηδες, με τους μετανάστες. Μα πρέπει να είναι κάπου ήσυχα ο άνθρωπος, να τον παρακολουθεί γιατρός, να παίρνει τα φάρμακά του, να τον φροντίζουν οι απόγονοί του. Αλλά τι περιμένεις από εστιάτορες μιας χώρας που δεν ξέρει τι θα πει Εθνικό Σύστημα Υγείας, ιατρική περίθαλψη και ασφάλιση, και πιστεύει με τόση δύναμη στην αιώνια νεότητα ώστε να καταδικάζει ανθρώπους και αστακούς να μη γερνούν ποτέ; Κάντε με σούπα καλύτερα, ίσως να έλεγε ο αστακός, αλλά δεν είπε τίποτα και σιωπηλά, σέρνοντας την κουρασμένη πανοπλία του, ξανάπεσε στη βιοπάλη.

Τρίτη 13 Ιανουαρίου 2009

Τα χρόνια δεν γυρίζουν πίσω

Μου είπαν ότι ήταν όλοι εκεί. Η περιέργεια με έτρωγε. Είχαν περάσει και τόσα χρόνια και εκείνοι ζούσαν μακριά Αγγλία, Γερμανία, Ιαπωνία... Τι με σταματούσε; Η επιχειρηματολογία που είχα αναπτύξει- και το χειρότερο απ΄ όλα, είχα υποστηρίξει σθεναρά σε συζητήσεις με φίλους και γνωστούς- πως δεν πρόκειται δηλαδή να φακελωθώ- και μάλιστα οικειοθελώς- ηλεκτρονικά. Αρχικά είπα να αντισταθώ, τελικά όμως υπέκυψα. Έγινα μέλος στο Facebook με μεγάλο ενθουσιασμό. Πέρασα ώρες τρυπώνοντας στις ζωές των συμφοιτητών και κάποτε «κολλητών» μου. Φωτογραφίες από τα ταξίδια τους, τα ξενύχτια τους, τους νέους τους φίλους... ήταν διαθέσιμες για να επιβεβαιώσουν ή να ανατρέψουν τα σενάρια που είχα πλάσει για τις ζωές τους. Σύντομα όμως βαρέθηκα. Το κενό δεν αναπληρωνόταν. Έχουν, όντως, περάσει πολλά χρόνια. Η βουβή αμηχανία κρατά μήνες τώρα. Και τι να πούμε; Ύστερα από την αρχική ασυγκράτητη χαρά, ξεπέσαμε στην... παγωμάρα. Ανταλλάξαμε πληροφορίες για το αν είμαστε καλά (όλοι καλά είμαστε), πού εργαζόμαστε, πού μένουμε (σε ποια χώρα, δηλαδή)... Ε, κάναμε και κάνα σχόλιο για τις φωτογραφίες- αλλάξαμε, δεν αλλάξαμε, ομορφύναμε, παχύναμε, εμφανίσαμε ρυτίδες... Θυμηθήκαμε και λίγο τα παλιά... Ώς εδώ ήταν- ωραία που τα είπαμε παιδιά, αλλά οι αφορμές για σχόλια στέρεψαν. Όσο για τα σημαντικά, τι να γράψεις (ή να πρωτογράψεις); Τώρα πια επισκέπτομαι την ιστοσελίδα μου αραιά και πού, μόνο και μόνο για να ρίξω μια ματιά- με την ελπίδα πως μπορεί να ανέβασαν καμιά καινούργια φωτογραφία. Μου έγινε συνήθεια να παρακολουθώ σε συνέχειες τη ζωή τους, σαν παρατηρητής- φάντασμα. Καινούργιους φίλους δεν θέλησα ποτέ να αποκτήσω μέσω Ίντερνετ, γι΄ αυτό και δεν το επιδίωξα. Μόνο που αναρωτιέμαι αν θα ήταν καλύτερα εάν δεν ξανασμίγαμε διαδικτυακά. Εάν συνέχιζα να τους θυμάμαι μέσα από το δικό μου άλμπουμ και τις δικές μου αναμνήσεις. Ίσως έτσι να ήταν καλύτερα... από αυτή την παγωμάρα.

Μούμιες

Oι φωτογραφίες δείχνουν κάθε μέρα περιποιημένα πτώματα στη Γάζα. Κηδείες ομαδικές, σώματα παιδιών και γυναικών. Ίσως αυτά προτιμά ο φακός του φωτογράφου, ίσως οι άνδρες, που θα μπορούσαν να είναι «μαχητές της Χαμάς», θάβονται ξεχωριστά, πάντως πιο πολλοί άνδρες φαίνονται στις φωτογραφίες όρθιοι γύρω από τους νεκρούς, οργισμένοι, σκυφτοί, ντυμένοι με σκούρα ρούχα, γκρίζα, όπως γκρίζα είναι γύρω τους τα κτίρια, φτωχικά, γδαρμένα, μισογκρεμισμένα. Το μόνο χρώμα στις εικόνες είναι στα σάβανα, αυτά τα υφάσματα που τυλίγουν τους νεκρούς αφήνοντας να φαίνεται μόνο το πρόσωπό τους. Λευκά με πορτοκαλί γράμματα ή πράσινα, τι να γράφουν άραγε; Να μιλάνε για ήρωες, να συστήνουν τον νεκρό στον άλλο κόσμο, να είναι απλώς διακοσμητικά μοτίβα; Τα νεκρά σώματα τυλιγμένα έτσι μοιάζουν με τις αιγυπτιακές μούμιες όπως βγαίνουν από τις σαρκοφάγους. Μόνο που είναι ολοκαίνουργα τα λείψανα. Και τα γυμνά πρόσωπα θα μπορούσαν να είναι ζωγραφισμένα φαγιούμ. Αλλά αυτό που φαίνεται δεν είναι ζωγραφιά, είναι τα πραγματικά πρόσωπα των νεκρών. Τα μάτια τους είναι κλειστά, γαληνεμένα επιτέλους, χωρίς τις γκριμάτσες των ζωντανών, τον φόβο, την κραυγή, την ικεσία, τον θυμό, το μίσος, τίποτα πια σ΄ αυτά τα πρόσωπα. Έχει τελειώσει ο αγώνας, ακινητοποιήθηκαν τα πόδια που τρέχανε, πηδούσαν πάνω από λακκούβες, χώνονταν σε λάσπη, τα χέρια που πετούσαν πέτρες ή απλώς μαγείρευαν, έραβαν, έντυναν, κουβαλούσαν πέρα δώθε το νοικοκυριό στις προσφυγιές. Καμιά κίνηση, κανένα ξόδεμα ενέργειας, κολλημένα χέρια- πόδια στο ίδιο μακρουλό σχήμα. Δεν θα τις βρουν αρχαιολόγοι τις μούμιες αυτές, δεν θα θαμπώσουν μελλοντικές γενιές σε ανασκαφή, μόνο να για μια στιγμή δείχνουν στα μάτια της υφηλίου όλη τη γλύκα της ζωής, για κάθε προσωπάκι χωριστά το αμετάκλητο του θανάτου, κεντάνε με φαρμακωμένες βελονιές την αίσθηση της ανθρωπότητας όπου ανήκουμε.

Δευτέρα 12 Ιανουαρίου 2009

Λίγος καπνός ακόμα

Μια ανάσα μάς χωρίζει από τον Ιούλιο, τότε που θα ισχύσει και στην Ελλάδα η καπνοαπαγόρευση. Αγαπητοί μου εν ανυποταξία συγκαπνιστές, ζητώ την προσοχή σας. Ας αυτοοργανωθούμε από τώρα που είναι νωρίς κι ας καπαρώσουμε εμείς οι ίδιοι τον αγώνα κατά του τελευταίου κοινωνικού ρατσισμού πριν προλάβουν να μας φορέσουν το καπέλο τους τίποτε κομματικοί καλοθελητές και πολιτικοί ανάδοχοι της συφοράς. Αυτό το μπαρουτοκαπνισμένο μετερίζι είναι εξ ολοκλήρου δικό μας κι εμείς θα είμαστε εκείνοι που θα κάνουμε τα κουμάντα μας για το πώς και το πότε θα τους ρίξουμε το πρώτο καπνογόνο, φςςς. Άλλωστε δεν είναι λίγα εκείνα που έχουμε υποστεί σ΄ αυτό το μακρύ μεσοδιάστημα. Ήδη τα φαινόμενα της νέας τρομοκρατίας είναι ορατά ακόμη και μέσα στα ίδια μας τα σπίτια, όπου ουκ ολίγοι εξ ημών έχουμε κιόλας υποχρεωθεί να καπνίζουμε στο μπαλκόνι ή κάτω από τον απορροφητήρα. Παρατηρώ τα επίχειρα της νέας τους υστερίας και κατά βάθος το χαίρομαι. Μέχρι να νομοθετηθούν οι απολύσεις για τους καπνιστές και να ξεβρωμίσει έτσι ο τόπος, μια δουλειά που ήταν να γίνει σε μια ώρα γίνεται τώρα σε τρεις αφού οι με το ζόρι «καθαροί» δύσκολα συγκεντρώνονται χωρίς τη βοήθεια λίγης νικοτίνης. Παρατηρώντας την κατάσταση στο ήδη άκαπνο Παρίσι έχω να σας πω και το εξής. Στα θερμαινόμενα «τραπεζάκια έξω» των καφέ όπου επιτρέπεται το κάπνισμα αλλά απαγορεύεται το τασάκι, η γόπα κοντεύει να φτάσει ίσαμε την κορυφή του Πύργου του Άιφελ. Ηey you, εαυτούλη υγιεινιστή υποκριτά, το λοιπόν σκύψε και μάζευε...

Η πλατεία ήταν γεμάτη

Πού είχαμε μείνει; Ποια ήταν η τελευταία ιδέα που είχαν οι κάτοικοι των Εξαρχείων πριν μπει ο Δεκέμβρης; Βόλτα στους πεζόδρομους με καροτσάκια και ποδήλατα και αυτοκόλλητα στα τζάμια των παράνομα παρκαρισμένων αυτοκινήτων; Ύστερα από όσα έγιναν και τόσα που ειπώθηκαν, όταν πια Εξάρχεια έφτασε να σημαίνει άντρο καταστροφέων και τρομοκρατών φρουρούμενο νυχθημερόν, χωρίς αέρα να ανασάνεις επί ένα μήνα, ποιος φανταζόταν ότι θα είχαν κουράγιο να συνεχίσουν οι κάτοικοι, θα συζητούσαν ξανά για την καθαριότητα του λόφου του Στρέφη, θα οργάνωναν γιορτές για όλη την οικογένεια στην πλατεία... Φαντάζει γελοίο σχεδόν, έτσι δεν είναι; Να μένουν ακόμα άνθρωποι σ΄ αυτή τη γειτονιά που τόσος κόσμος τη φοβάται. Μήπως να κυκλοφορούν σεμνά και να μην το πολυδηλώνουν, να κοιτάζονται προσεχτικά κάθε πρωί στον καθρέφτη, μήπως εντοπίσουν κερατάκια να φυτρώνουν στο κρανίο τους; Αποκαρδιωμένη όπως ήμουν από τα γεγονότα και τις εξελίξεις, δεν περίμενα, ομολογώ, να τους δω ξανά να οργανώνουν κάτι, τόσο εύκολα σε παίρνει από κάτω η κούραση και η απογοήτευση, τόσο δύσκολα πετυχαίνει οτιδήποτε κοινό προσπαθεί κανείς να στήσει, τόση δυσπιστία βρίσκει οποιοδήποτε άνοιγμα. Αλλά αυτοί επιμένουν να υποστηρίζουν μια καλύτερη καθημερινότητα και μάλιστα κυριακάτικα, να προσπαθούν να εκμεταλλευτούν αυτό τον παρατημένο χώρο για μικρές γιορτές, που δεν υπόσχονται τίποτα το ηρωικό, λίγη αντικαταθλιπτική μάζωξη στην πλατεία, μέρα μεσημέρι Κυριακής, με παιδιά και μεγάλους και μεγαλύτερους, ντόπιους και μετανάστες, μουσική και χορό, λίγο κρασί, λίγο φαγητό και πολλά αγόρια, καθώς και κορίτσια. Η πλατεία ήταν γεμάτη, εν ολίγοις. Είναι μικρή πλατεία εδώ που τα λέμε, είναι περίκλειστη και γεμίζει εύκολα, αλλά έχει δυνατότητες. Ακόμα και στην καρδιά του χειμώνα, ίσως οι πειραματισμοί με υπαίθρια σούπα είναι μια ιδέα για την επόμενη φορά.

Σάββατο 10 Ιανουαρίου 2009

Σαν να μην πέρασε μια μέρα

Λες και ξημέρωσε (ξανά) η μέρα της μαρμότας: αυτή η θρυλική μέρα από την παλιά χολιγουντιανή κωμωδία, στην οποία ο πρωταγωνιστής ξυπνούσε, πήγαινε για ύπνο, αλλά όταν ξυπνούσε το πρωί ήταν σαν να μην άλλαζε τίποτα. Η ταινία ήταν κωμωδία, αλλά ο ήρωας τραβούσε το απόλυτο φρίκουλο: ξαναζούσε το ίδιο ξύπνημα, τις ίδιες κινήσεις, τους ίδιους ανθρώπους, τα ίδια γεγονότα - ξανά και ξανά. Ελάτε στη θέση του. Ή, μάλλον, μισό λεπτό - είμαστε στη θέση του! Δεν έχετε καμιά φορά την ενοχλητική αίσθηση ότι ζούμε όλοι μας εγκλωβισμένοι σε μια ελληνική «μέρα της μαρμότας». Λες και ξυπνάμε κάθε πρωί με τα ίδια προβλήματα, τα ίδια θέματα, τα ίδια σκάνδαλα. Λες και όλοι παπαγαλίζουν μια κασέτα με το ίδιο μπούρου μπούρου, οι μεν εναντίον των δε και οι δε εναντίον όλων. Μιλάμε χρόνια τώρα. Ανοίγει το μάτι. Την ίδια ώρα: στο ίδιο πρόγραμμα - ο καθένας στο μαγγανοπήγαδό του. Ακόμα μια προγραμματισμένη διαμαρτυρία. Φωνές κατάργησης του ασύλου. Αντιδράσεις των κομμάτων. Παλιόκαιρος (η μέρα της μαρμότας έχει πάντα παλιόκαιρο). Καταλήψεις. Αντιδράσεις των κομμάτων. Βροχή, κυκλοφοριακό κομφούζιο. Κερδοσκοπία στα βασικά προϊόντα. Κατάρα στο λαδέμπορα. Αντιδράσεις των κομμάτων. Πρόωρες εκπτώσεις. Ενα πολύνεκρο από καθαρή ηλιθιότητα σε κάποιο δρόμο. Εξαθλιωμένοι χαμηλόμισθοι και συνταξιούχοι. Η απεργία της ημέρας. Η εξυγίανση της υγείας. Η επανεκπαίδευση της παιδείας. Η πολιτικοποίηση της πολιτικής. Παραβιάσεις στο Αιγαίο. Ενας ανασχηματισμός - ή φήμες για έναν ανασχηματισμό. Εκλογές - ή φήμες για εκλογές. Σχετικές ανακοινώσεις. Ακραία καιρικά φαινόμενα. Βοήθεια, αέρα! Τι χρονιά έχουμε; Τι μέρα έχουμε; Επιτέλους, καταραμένη μαρμότα, μικρό, ηλίθιο ζωάκι, βγες με την όπισθεν από την τρύπα σου, κάνε κάτι διαφορετικό, γάβγισε, ρέψου, δάγκωσε κάποιον, γιατί το βλέπω, μια μέρα θα τη φας τη φόλα. Μέχρι τότε, κάτι τέτοιες χειμωνιάτικες μέρες, το μόνο πράγμα που θα μας θυμίζει ότι περνούν τα χρόνια, οι δεκαετίες, θα είναι οι ρυτίδες που όλο και βαθαίνουν στο πρόσωπό μας...

Παρασκευή 9 Ιανουαρίου 2009

«Κανονική» ή «ασθενής χώρα»;

ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΧΡΟΝΙΑ και ιδιαίτερα μετά το εκσυγχρονιστικό εγχείρημα της περιόδου 1996-2004, πολλοί είχαμε θεωρήσει ότι η Ελλάδα έτεινε να γίνει μια κανονική ευρωπαϊκή χώρα. Μια χώρα που είχε κλείσει τις μεγάλες ιστορικές εκκρεμότητες και τραύματα, που είχε ξεπεράσει τις καταστάσεις του διάχυτου φόβου, ανασφάλειας, αβεβαιότητας, πολιτικών διώξεων (που όσοι τις ζήσαμε ως απτή πραγματικότητα και όχι από τη θαλπωρή της μεσαίας τάξης ξέρουμε τι πράγματι σημαίνουν). Μια χώρα που είχε κατακτήσει τη δημοκρατική σταθερότητα, θεσμούς και διαδικασίες, που είχε απαντήσει στο υπαρξιακό ερώτημα του «πού ανήκει, στη Δύση ή την Ανατολή» με την προσχώρησή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μια χώρα ευρωπαϊκή δηλαδή, με κάποιες μη αμφισβητούμενες σταθερές αλλά και πολλά προβλήματα και αναζητήσεις, όπως οι υπόλοιπες χώρες της «παλαιάς Ευρώπης». Μια χώρα κάτι, ας πούμε, σαν τη... Δανία του Βορρά στον Μεσογειακό Νότο. Δυστυχώς, η Ελλάδα δεν έγινε «κανονική» ευρωπαϊκή χώρα. Και, ακόμη χειρότερα, είναι ζήτημα εάν τελικά θέλει να γίνει. Η Ελλάδα ξαναπεριγράφεται ως η χώρα «ασθενής της Ευρώπης» μετά τα τελευταία γεγονότα και την αναταραχή που είναι εντελώς ακατανόητη για την Ευρώπη (γιατί βεβαίως αυτό που συνέβη πριν από λίγα χρόνια σε κάποιες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες- Παρίσι κ.λπ.- δεν έχει καμία σχέση με την ελληνική παθογένεια). Και δεν έχει γίνει κανονική ευρωπαϊκή χώρα γιατί πρώτα απ΄ όλα αμφισβητούνται ορισμένες αυτονόητες σταθερές. Δεν μπορεί να γίνει κανονική ευρωπαϊκή χώρα γιατί, μεταξύ άλλων, ένα σημαντικό μέρος τής (καλλιτεχνικής/ επικοινωνιακής) διανόησης διαπνέεται από επαναστατικό οίστρο δεκάτου ενάτου αιώνα, θέλει κατακλυσμιαίες ανατροπές, φαίνεται ότι λυπάται βαθύτατα για την εξέλιξη της ιστορίας και το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι στην Ευρώπη και όχι κάπου στη... Μ. Ανατολή ή ακόμη πιο πέρα. Μια διανόηση που φλυαρεί ακατάπαυστα για «οράματα», «δίκαια», «ρήξεις», «εναλλακτικές επιλογές» χωρίς να λέγει ουσιαστικά τίποτα, αλλά ταυτόχρονα όμως εμποδίζει οποιαδήποτε προσπάθεια για ουσιαστική αλλαγή, εκσυγχρονισμό, μεταρρύθμιση. Είναι όμως η διανόηση που κυριαρχεί και λειτουργεί ως διαμορφωτής απόψεων και αντιλήψεων (opinion leader). Είναι η διανόηση που «γνωρίζει την τιμή όλων των πραγμάτων αλλά την αξία κανενός...».

Μind the gap - Προσοχή στο διάκενο

O ένας μπαίνει, ο άλλος βγαίνει. Ο τρίτος περιμένει στον πάγκο μήπως μπει αλλαγή και σπάνε τα νεύρα του που δεν χτυπάει το τηλέφωνο. Ούτε το κινητό ούτε το σταθερό και έχει πάρει και κάτι κιλά από τις γιορτές και πώς θα τα ρίξει τώρα. Όλη τη μέρα προχτές ανασχηματιζόμασταν. Αυτοί δηλαδή, όχι εμείς. Αλλά σε έναν ανασχηματισμό όλους μπορεί τους πάρει η μπάλα. Και να μην έχει δώσει το πέναλτι και ο άλλος... Από νωρίς- τι νωρίς; Από μέρες να λες- είχαν αρχίσει τις ασφαλείς πληροφορίες. Πλήρης χάρτης μετακινήσεων προσώπων, με όλο το σχετικό παρασκήνιο. Βασικά παρασκήνιο. Γιατί τι είναι ένας ανασχηματισμός χωρίς παρασκήνιο; Μακαρόνια χωρίς σάλτσα. Τη σάλτσα τη ζητάει το θέμα. Διάλογοι τύπου πολιτικού θρίλερ και West Wing εντυπώσεων στο άπλετο φως. Λέμε τώρα, μη βάζετε και το χέρι σας στη φωτιά. Μου ΄πες, σου ΄πα: Σε ευχαριστώ για τη συνεργασία.- Σε πήρα αλλά μιλούσες.- Είσαι η ελπίδα μας.- Μην το παίρνεις κατάκαρδα αδελφέ.- Βασικά, ένεκα των περιστάσεων, αλλιώς εγώ εσένα εμπιστεύομαι.- Σου πάει το υπουργείο, λες και το ΄φτιαξαν πάνω σου.Άντε και σε καλή μεριά. Και στη συνέχεια σε γκρο πλαν μικρές συγκινητικές/ αγωνιστικές/ διαχρονικές/ τυπικές και εξωτικές δηλώσεις, στολισμένες από συναντήσεις στον διάδρομο (παρασκήνιο, δώσε κι άλλο παρασκήνιο) και άντε έξω απ΄ την πόρτα. Εκεί στην πόρτα αυτός που φεύγει θα το ρίξει το βλέμμα το κακό, ο άλλος που μπαίνει θα ανταποδώσει, μεθαύριο αγκαλιές- φιλιά, για την Ελλάδα ρε γαμώτο. Ας έδινε το πέναλτι ο διαιτητής όμως... Και μετά- ίσως και τώρα, αυτή τη στιγμή- έρχεται το d j vu. Αυτό το «το έχω ξαναδεί το έργο». Μόνο μια φορά; Κοντεύει να λειώσει η κόπια από τις επαναλήψεις. Μέχρι τον επόμενο ανασχηματισμό, μείνετε ήσυχοι. Σιγά μην αλλάξει κάτι. Η μπάλα έχει φύγει στην κερκίδα, παίκτες, αλλαγές, μεταγραφές κόβουν βόλτες στο γκαζόν. Οπότε, έχουμε και λέμε σταθερά- όπως η φωνή από το μεγάφωνο- σε όσους μπαίνουν και βγαίνουν: Προσοχή στο διάκενο- mind the gap. Πολλοί την έχουν πάθει.

Κομπόστα για ελέφαντες

Αργά αγοράστηκε, αργά στολίστηκε, αργά φωτίστηκε, κι ακόμα πιο αργά στέκεται υπομονετικά περιμένοντας να ξεστολιστεί το καημένο το χριστουγεννιάτικο δέντρο μας. Είναι παράξενο αυτό που μας έτυχε φέτος, πιο ανθεκτικό από ποτέ. Δεν ρίχνει τις βελόνες, κι ενώ οι γιορτές πέρασαν συνεχίζει να σηκώνει τα στολίδια περήφανα, προβάλλει ισχυρά τα πράσινά του φύλλα. Μας βρήκε στο σπίτι πιο κουρασμένους από κάθε χρονιά, ανόρεχτους και σκοτεινούς, αποτραβηγμένους, σκορπισμένους και λιγότερο ανυπόμονους να γιορτάσουμε, να αγοράσουμε δώρα, να δοκιμάσουμε μελομακάρονα. Αλλά όσο εμείς γίναμε μπλαζέ τόσο αυτό μας βγήκε ορεξάτο, επίμονο, με τα κλαριά στο ύψος τους να μην έχουν λυγίσει από το βάρος στολιδιών και συμβολισμών. Δεν θα αποσυρθεί μόνο του, αυτό είναι σίγουρο, θα κάνει δύσκολη τη διαδικασία της αποκαθήλωσης έτσι θαλερό που βγήκε. Τσιμπάει περισσότερο σε κάθε προσπάθεια να το απογυμνώσεις, τραβώντας τα καλώδια σε πετυχαίνει στο πρόσωπο, ξεκρεμώντας τα παιχνίδια σε πετυχαίνει στο μυαλό έτσι καθώς τινάζεται κι ακόμα θροΐζει και βγάζει μυρωδιά δάσους που δεν εξαντλήθηκε τελείως στο διαμέρισμα τόσες μέρες. Οδυνηρά θυμίζει την τελευταία βόλτα στην Πάρνηθα, τα καμένα και τα απεριποίητα άκαυτα, τις ώρες που δεν τη χάρηκες όσο θα ήθελες, την παρελθούσα και τη μελλοντική στέρηση από δέντρα, όλες τις φορές που τα επιθύμησες από μια εικόνα ή ένα μακρινό τοπίο και δεν ικανοποίησες την επιθυμία. Σαν ένα κομμάτι άγριου δάσους το μετέφερες που θα εξημερωνόταν, αλλά δεν τα κατάφερες, ακόμα είναι άγριο το δάσος και μακρινό, ας κρατάς τώρα τελειωμένο το δέντρο. Θα μπορούσε να γίνει τροφή ελεφάντων, διάβασα. Ο Δήμος Αθηναίων προσφέρει απλώς ένα φορτηγό που περνά και τα μαζεύει για κομποστοποίηση, αλλά δεν δίνει στους ελέφαντες την κομπόστα. Θα ήταν παρηγοριά μεγάλη.

Πέμπτη 8 Ιανουαρίου 2009

Άρωμα παγκοσμιοποίησης στην Αθήνα

Η μπάντα ήταν η «επιτομή της παγκοσμιοποίησης». Δώδεκα άνθρωποι από διάφορες γωνιές της Γης. Η τραγουδίστρια ήταν Βρετανίδα. Τα τατουάζ πάνω στο σώμα της ήταν σουβενίρ από χώρες που είχε επισκεφθεί. Η δεύτερη φωνή και βασικός περφόμερ από την Αλάσκα. Δεν μας πέρασε καν από το μυαλό. «Έχει βρετανική προφορά», είχα παρατηρήσει, αλλά η απάντησή του στην ερώτηση «από πού είσαι;» με διέψευσε πανηγυρικά. Ο νεαρός στην κιθάρα ήταν μαύρος και πολύ σοβαρός. Έπαιζε τόσο επαγγελματικά και παράλληλα τόσο παθιασμένα όσο οι πρόγονοί του σε κάποιο jazz bar της Νέας Ορλεάνης. Ο κλόουν ήταν Έλληνας και τραβούσε την Ιταλίδα της παρέας μας να πάρει μέρος στο νούμερό του. Η χορεύτρια με το κόκκινο εφαρμοστό φόρεμα που λικνιζόταν άλλοτε αστεία κι άλλοτε αισθησιακά στους ρυθμούς της μουσικής, μάλλον Ισπανίδα. Είχαν όλοι συναντηθεί στο Βερολίνο και βρέθηκαν στην Αθήνα. Το μάθαμε από το CD που πουλούσαν μετά το τέλος του show. Το μαγαζί δεν σου γέμιζε το μάτι στην αρχή. Όμως, η «επιτομή της παγκοσμιοποίησης» είχε κάνει τη βραδιά ιδιαίτερη. Η Αθήνα δεν είναι ακόμη πολυπολιτισμική. Έχει ωστόσο αρχίσει να αποκτά άρωμα παγκοσμιοποίησης. Άνθρωποι από μακρινές ή κοντινές χώρες την επισκέπτονται. Κάποιοι σκέφτονται να κατοικήσουν εδώ. Άλλοι έχουν ήδη μετοικήσει, η Ιταλίδα φίλη μας το τόλμησε πριν από τρεις μήνες. Δεν ξέρω όμως αν είμαστε ακόμη έτοιμοι να συνυπάρξουμε με αυτούς. Εθνικιστικές και ξενοφοβικές κορόνες ακούγονται από τα τηλεοπτικά πάνελ μέχρι το σούπερ μάρκετ της γειτονιάς. Αν τους δεχτείς με ανοιχτό μυαλό, αν τους γνωρίσεις, θα ανακαλύψεις ομοιότητες. Αναμφίβολα υπάρχουν και διαφορές. Είναι η πιο ενδιαφέρουσα πτυχή τους όμως. Η συναναστροφή με ξένους είναι σαν ένα μικρό ταξίδι. Μαθαίνεις τις συνήθειες και τα χούγια άλλων τόπων. Και αλλάζεις κι εσύ μέσα από αυτά. Αναθεωρείς απόψεις που νόμιζες παγιωμένες. Ανακαλύπτεις άλλες που δεν είχες φανταστεί. Είναι ένας τρόπος να καταφέρεις να κρίνεις αντικειμενικά την καταγωγή σου. Να δεις καθαρά τα υπέρ και τα κατά. Είναι ένα έναυσμα να βελτιωθείς. Ή έστω να προσπαθήσεις να αλλάξεις κάτι. Σε σένα ή γύρω σου.

Μία εξέγερση και μία ομολογία

Το φαινόμενο, λένε, είναι πρωτόγνωρο. Πράγματι, κάτω από τη μύτη της πολυάσχολης κοινωνίας συντελέστηκε μια αλλαγή που μοιάζει με παραμόρφωση μιας ηλικίας και μιας γενιάς. Μέχρι χθες κυκλοφορούσαν δίπλα μας παιδιά με σακίδια στους ώμους, με κουκούλες ριγμένες στην πλάτη, πήγαιναν σχολείο, έξαιναν το μαλλί προτού να βγουν για την καφετέρια. Ήταν δεμένα πάνω στον άξονα: υποχρεωτική εκπαίδευση- υποχρεωτική διασκέδαση, όπως ήταν δεμένοι και οι γονείς τους σ΄ έναν άλλον άξονα όπου τη θέση της εκπαίδευσης είχε πάρει η δουλειά. Μικροί και μεγάλοι σπούδαζαν, εργάζονταν και διασκέδαζαν με μισή καρδιά. Ώσπου ήρθε η έκρηξη με αφορμή έναν πυροβολισμό. Δεν το πίστευαν οι πρεσβύτεροι ότι η πόλη θα δεχόταν από τους βλαστούς τους τέτοια επίθεση. Νόμιζαν ότι οι ορδές των μαθητών θα διαλύονταν σύντομα. Αλλά εκείνοι επέμειναν. Άρχισε να γίνεται φανερό ότι για πρώτη φορά ήθελαν κάτι να φωνάξουν δυνατά κι απ΄ τη φωνή τους να σπάσουν τα τζάμια. Το παράξενο ήταν ότι δεν ήταν έτοιμο μέσα τους το τι θα φώναζαν, και τα λίγα συνθήματα σχηματίστηκαν με κόπο. Παρ΄ όλα αυτά υπήρξαν συνέπειες. Αυτά τα αρυτίδωτα πρόσωπα όπου ακόμη και η οργή δυσκολεύεται να αφήσει τα ίχνη της, αυτά τα στόματα που εκτοξεύουν τη βρισιά μασουλώντας ταυτόχρονα την τσίχλα, αυτοί οι άγουροι που ψάχνουν να βρουν την αιτία της εξέγερσής τους και που εξακολουθούν να ονομάζουν τη διαδήλωση «πάρτι» στους δρόμους, αυτοί οι μικροί βαριεστημένοι που ανακαλύπτουν πως μπορούν να διονυσιαστούν με θυμιατά από καμένα λάστιχα και να μεθύσουν βλέποντας τους εαυτούς τους στο γυαλί της τηλεόρασης, αυτά τα χοροπηδητά σαν των καλικαντζάρων παραμονές εορτών κατάφεραν να προκαλέσουν κοινωνικό και πολιτικό σοκ. Γιατί απλούστατα ο αριθμός των αθώων δαιμόνων αυξήθηκε. Και γιατί απέναντι στις εφηβικές διαμαρτυρίες τους η κοινωνία των ενηλίκων αποδείχθηκε πολύ πιο ανώριμη απ΄ αυτούς. Απέτυχε να τους προτείνει αξίες που θα ήταν ικανές να τους συνεγείρουν ή τουλάχιστον να τους συμφιλιώσουν με την ιδέα της προσπάθειας, του ιδρώτα που κάποτε ανταμείβεται. Τι τους πρότειναν, αλήθεια; Μια προοπτική στο βάθος της οποίας παραμόνευε το τέρας. Ο Μινώταυρος που καταβροχθίζει τα νιάτα τους περίμενε, πελώριος, ανυπόμονος, διπρόσωπος. Το ένα του πρόσωπο ήταν της επιτυχίας, το άλλο της φτώχειας. Το ένα είχε ένα χαμόγελο κομμένο με ξυράφι, το άλλο έναν μορφασμό πικρίας. Από πολύ νωρίς κατάλαβαν τα υποψήφια θύματα ότι είτε στον έναν δρόμο βρεθούν είτε στον άλλον, στο τέλος στο ίδιο περίπου σημείο θα καταλήξουν. Η ανθρώπινη ζωή κινείται ανάμεσα στα βάσανα και στην ανία, είχε πει ένας μελαγχολικός φιλόσοφος. Στην περίπτωση της φτώχειας ο νέος ξέρει ότι θα πέσει στα βάσανα. Καλύτερα λοιπόν η ανία μέσα στην επιτυχία; Αλλά το πρόβλημα δεν είναι τόσο η ανία που σκιάζει το χρυσό όνειρο, είναι το γεγονός ότι η επιτυχία έγινε η ίδια βάσανο. Το βλέπουν ξεκάθαρα οι μικροί το πόσο άγχος φορτώνονται εκείνοι που σήμερα ζητάνε να κατακτήσουν τον κόσμο, δηλαδή να τον βάλουν στην τσέπη τους. Πρόκειται για ζήλο χωρίς έξαρση, για έναν πόθο που του λείπει ο ορίζοντας. Δεν λέγεται φιλοδοξία αυτό, λέγεται ματαιοδοξία. Έτσι θα έπρεπε να απαντήσουν οι γονείς, οι δάσκαλοι, οι πολιτικοί, όταν τους ρωτάει η νέα γενιά τι σημαίνει να κουρδίζεται κάποιος για τέτοιους στόχους. Τους απαντούν όμως με μισόλογα. Δεν τους λένε ότι όποιος επιδιώκει πάση θυσία να πλουτίσει ή πάση θυσία να κυριαρχήσει στους άλλους αναγκαστικά το πληρώνει με τη μοναξιά που φέρνει καχυποψία και μ΄ έναν φόβο που δεν θεραπεύεται ποτέ. Τον φόβο ότι εάν του αφαιρεθούν ακόμη και λίγα απ΄ αυτά που κατέχει θα πέσει στο τίποτα, δεν θα είναι παρά ένα ανθρώπινο μηδενικό. Ο θρόνος του άπληστου Μινώταυρου θα τρέμει πάντα, δεν θα είναι ποτέ σταθερός. Δεν το λένε αυτό στους μικρούς κι εκείνοι εκσφενδονίζουν πέτρες και βάζουν φωτιές για να τους το πουν. Μαντεύουμε τώρα τι ήταν αυτή η εξέγερση. Μια πίεση ώστε να αποσπαστεί μια ομολογία.

Δύσκολο ξύπνημα

Δυσκολεύτηκαν σήμερα να ξυπνήσουν το πρωί. Οι έφηβοι έχουν βιολογική ανάγκη το ξενύχτι, είχα διαβάσει κάποτε, αλλά δεν θα μπορέσουν οι έρευνες αυτού του τύπου να αλλάξουν τα σχολικά ωράρια. Ακόμα πιο δύσκολα θα ξαναγυρίσουν στα μαθήματα. Είναι κι άλλα πράγματα που συμβαίνουν με τα εφηβικά μυαλά, τα θυμόμαστε όλοι, αλλά δεν ξέρουμε τον τρόπο να τα πλησιάσουμε όταν βρισκόμαστε σε άλλη φάση της ζωής μας. Τον περασμένο Δεκέμβριο έζησαν πράγματα συνταρακτικά με πολλούς τρόπους, πρώτα θυμό και αγανάκτηση κι ύστερα τη συνειδητοποίηση μιας ξεχωριστής δύναμης που τους έδινε η συλλογική δράση. Γνωρίστηκαν μεταξύ τους με τρόπους διαφορετικούς, ανέδειξαν ηγετικά ταλέντα και αναγνώρισαν συγκινήσεις που δεν υποπτεύονταν. Είναι από μόνα τους τόσο δυνατά αυτά που έζησαν ώστε δύσκολα θα μπορέσουν να κάνουν κριτική αποτίμηση, ωστόσο θα πρέπει να σοκαρίστηκαν με την καινούργια επίθεση των Εξαρχείων, αυτή τη φορά σε αστυνομικό. Θα πρέπει ξαφνικά όλες οι πορείες που πήγαν μέσα στον Δεκέμβρη, όλα τα συνθήματα που φώναξαν, οι έντονες στιγμές που έζησαν με τους καινούργιους φίλους τους και τους παλιούς που αναδείκνυαν καινούργιες ιδιότητες, να φάνηκαν κάτι διαφορετικό από αυτό που νόμιζαν οι ίδιοι όταν έπαιρναν μέρος με τόση θέρμη. Ίσως ξανασκέπτονται εκείνο το: «το αίμα κυλάει, εκδίκηση ζητάει!» και διάφορα παρόμοια. Το εννοούσαν έτσι ή ήταν απλώς ποιητική αδεία, μια κραυγή διαμαρτυρίας για τον άδικο θάνατο ενός εφήβου στους δρόμους της πόλης; Κι όλα τα υπόλοιπα ποιητικά, ανατρεπτικά, μηδενιστικά, απόλυτα, καταστροφικά που άγγιξαν και άφησαν να τους γοητεύσουν, θα τα ξανασκεφτούν, θα τα ζυγίσουν, θα ψάξουν για καινούργιες λέξεις ή θα τους παρασύρει η γοητεία της εξέγερσης και θα φορτώσουν στους μεγαλύτερους την ευθύνη για κάθε στραβή συνέπεια, την ευθύνη που υποτίθεται ότι διακαώς διεκδικούν;

Τετάρτη 7 Ιανουαρίου 2009

Σοκ και δέος στα ελληνικά τρένα

Δεν είχα καμία εμπειρία από τα ελληνικά τρένα. Είχα, όμως, λατρέψει τα υπέροχα τρένα της Ιταλίας, της Ελβετίας, του Βελγίου και της Ολλανδίας και τους παραμυθένιους σιδηροδρομικούς σταθμούς της Ζυρίχης, της Λυών και του Μονάχου. Έτσι, αποφασίσαμε, σπρωγμένοι από την παρεΐστικη διάθεση και παραπλανημένοι από τις πομπώδεις εξαγγελίες για «εκσυγχρονισμό του ΟΣΕ», να πάμε έως τη Θεσσαλονίκη με το τρένο, φορτώνοντας και το αυτοκίνητο, για να συνεχίσουμε μετά οδικώς προς τη χιονισμένη Λίμνη Κερκίνη. Την πρώτη βάρβαρη επαφή με τον σταθμό στον Ρουφ, που φάνταζε μέσα στην κρύα νύχτα της τριακοστής Δεκεμβρίου σαν μάντρα σιδερικών, είπα να την παρακάμψω. Όταν, όμως, κατέφθασε η αμαξοστοιχία, τα πράγματα σοβάρεψαν. Σοκ και δέος! Παλιά βαγόνια χωρίς θέρμανση, βρώμικες ταπετσαρίες, σκισμένες μαξιλαροθήκες, ξεχαρβαλωμένοι διακόπτες. Όχι μόνο δεν υπήρχε εστιατόριο για να φας σαν άνθρωπος ή να πάρεις την άλλη μέρα πρωινό, αλλά ούτε ένα μηχάνημα για ζεστό ρόφημα. Περάσαμε όλη τη νύχτα ξύπνιοι, με τα ρούχα μας, μετρώντας τις ώρες. Δεν ξέραμε, όμως, ακόμα ότι «όλα τα λεφτά» θα ήταν η «υποδοχή» στη συμπρωτεύουσα. Έξι παρά τέταρτο το πρωί μάς άφησαν να περιμένουμε έξω όρθιοι, για μια ολόκληρη ώρα στους δύο βαθμούς Κελσίου, για να πάρουμε τα αυτοκίνητα. Ούτε ένα πρόχειρο γυάλινο κατασκεύασμα να σε προστατεύει από τον χιονιά, ούτε ένα παγκάκι! Στεκόμασταν εκεί τρέμοντας, για να ανοίξει ο μοναδικός υπάλληλος με τη χειροκίνητη αντλία τα βαγόνια με τα οχήματα! Φύγαμε τρέχοντας, για να επιστρέψουμε στον πολιτισμό... Δεν χρησιμοποιήσαμε φυσικά ποτέ τα εισιτήρια της επιστροφής, προτιμώντας να περάσουμε με αυτοκίνητο, βροχή και σκοτάδι το θανατηφόρο πέταλο του Μαλιακού. Δεύτερη φορά δεν παίζεται! Γυρνώντας στην Αθήνα, άνθρωπος που γνωρίζει καλά τα πράγματα στον ΟΣΕ μού μίλησε για την τέλεια αδράνεια της πολιτικής εξουσίας («μόνο... χαρτί τουαλέτας και πετρέλαιο αγοράζουν», μου είπε χαρακτηριστικά), τη μεγάλη καθυστέρηση της ηλεκτροκίνησης, τις ελλείψεις νέων μηχανικών και την απόφαση να ξεπουλήσουν το προϊόν όπως όπως και όχι να το κάνουν ελκυστικό στον καταναλωτή: «Μόνο να στηλιτεύουν τα προβλήματα και όχι να τα διορθώνουν». Ελληνικέ σιδηρόδρομε, «Καληνύχτα και Καλή Τύχη»!

Κρύο, πολύ κρύο

Απ΄ έξω μαυροφόρα συννεφιά, βροχή ημερών, μουλιασμένη άσφαλτος, θάλασσα που σ΄ ανατριχιάζει, αλλά μέσα από τα τζάμια της καφετέριας οι εγκαταστάσεις της θέρμανσης δουλεύουν φουλ και οι ταξιδιώτες μπορούν να βγάζουν μπουφάν, κασκόλ και γάντια, να τα ακουμπούν στις πολυθρόνες. Μέσα από τη χειμερινή πανοπλία αποκαλύπτονται καλοντυμένοι και περιποιημένοι σαν να είναι στο σπίτι τους, σαν να δέχονται κόσμο στο σαλόνι τους, ενώ είναι καθ΄ οδόν. Μια νεαρή φοράει κάτι σαν φόρμα γκρίζα με ροζ στρασάκια, πιάνει το κινητό της αγκαλιά στο αυτί και με ύφος ανήσυχο βγαίνει έξω, να μιλήσει. Τη μουλιάζει η βροχή, της παίρνει τα μαλλιά ο κρύος αέρας, και καθόμαστε όλοι από μέσα από το τζάμι της καφετέριας και την κοιτάμε άναυδοι να αφοσιώνεται τόσο στη συζήτηση από το κινητό που να μην καταλαβαίνει ότι το γκρι της φόρμας της γίνεται μαύρο σιγά σιγά, καθώς βρέχεται. Κάτι πολύ συνταρακτικό φαίνεται ότι ακούει από το τηλέφωνο, δεν δίνει σημασία στο κρύο και στα ρούχα που επιλέχτηκαν για κάποια πολύ οικεία εμφάνιση, για σουίτα σε σαλέ όπου μπορείς δίπλα στο τζάκι να φοράς και πιτζάμες αφού δεν σε βλέπουν, ή ένα πολύ φιλελεύθερο και άνετο γιορτινό σπιτικό που επιτρέπει στα παιδιά ακόμα και τις επίσημες μέρες να κυκλοφορούν με μοντέρνα εσω-εξώρουχα που δίνουν άνεση και σιγουριά αιλουροειδούς, δεν σφίγγουν και δεν εξαναγκάζουν να περπατάς ποζάτα. Βέβαια, ανήκει στις ηλικίες που αψηφούν τις καιρικές συνθήκες. Κρίμα που δεν είναι η Ευρώπη η ίδια που απειλείται να βρεθεί χωρίς φυσικό αέριο μέσα στον παγωμένο χειμώνα, ούτε η Ουκρανία που ήδη παγώνει σιωπηλά από τις ρωσικές πολιτικές επιλογές, είναι κρίμα που δεν είναι παρά ένα νεαρό ερωτευμένο- πιθανότατακορίτσι αυτό που τόσο γενναία περιφρονεί τις καιρικές συνθήκες.

Δευτέρα 5 Ιανουαρίου 2009

Ποδαρικό με... «θα»

«Θα αρχίσω γυμναστήριο». «Θα αρχίσω δίαιτα». «Θα σταματήσω το κάπνισμα». «Θα σταματήσω να πίνω αλκοόλ κάθε βράδυ». «Θα σταματήσω να γκρινιάζω». «Θα σταματήσω να σκέφτομαι αρνητικά». «Θα χωρίσω». «Θα βρω τον σύντροφο των ονείρων μου». «Θα αλλάξω εμφάνιση». «Θα το ρίξω στη δουλειά». «Θα πάρω νέο αμάξι». «Θα πάψω να λέω πάντα “ναι”». «Φέτος, θα βρω ελεύθερο χρόνο για τον εαυτό μου». «Θα περνάω περισσότερο χρόνο με τα παιδιά μου». «Θα βάλω χρήματα στην άκρη». «Θα βρω νέα δουλειά». «Θα κάνω τσεκ απ». «Θα βρω χρήματα και χρόνο για να κάνω ταξίδια». «Θα καταφέρω να πάρω προαγωγή και αύξηση». Κάθε χρόνος και μία νέα αρχή- και πάλι στα ίδια μένουμε! Επειδή πολλά άκουσα και πολλά υποσχέθηκα με την αλλαγή του νέου έτους- που τα περισσότερα ήξερα πως δεν θα τα τηρήσουν και δεν θα τα τηρήσω - έχω να κάνω μια αντιπρόταση. Όταν ύστερα από 12 μήνες έρθει και πάλι η Πρωτοχρονιά, ας μη δεσμευτούμε για τίποτα. Γιατί τότε, ποιος ξέρει, ίσως να γίνουν όλα εκείνα που δεν έχουν συμβεί όλα τα προηγούμενα χρόνια. Και τέλος πάντων είναι ολίγον ψυχαναγκαστικό να αρχίζει ο καινούργιος χρόνος με τόσα «πρέπει» και «μη». Άλλωστε, ο Νόμος του Μέρφι καραδοκεί κι αν είναι να πάει κάτι στραβά θα πάει... Εν πάση περιπτώσει είναι αποδεδειγμένο πως όταν προγραμματίζουμε κάτι, συνήθως «στραβώνει». Αντίθετα, τα αυθόρμητα είναι τα καλύτερα. Συνεπώς, δεν χρειάζεται να έρθει η Δευτέρα, αλλά ούτε και η 1η Ιανουαρίου για να αλλάξουν όλα. Καλή χρονιά σε όλους- και στις «κακές» συνήθειες! Και καλή επιτυχία σε όσους έχουν τάξει στον εαυτό τους ένα μάτσο υποσχέσεις...

Κανονικότητα των ταραχών

Σαν να μην είχαμε ξαναδεί χειμώνα, ξεκινήσαμε για την καθιερωμένη επίσκεψη στο χωριό. Αυτό μας έφαγε, το καθιερωμένο. Καλά έλεγαν οι διαδηλωτές την προηγούμενη Τετάρτη (ή μήπως ήταν Πέμπτη;). «Όχι στην κανονικότητα των γιορτών»! Κανονικά κι εμείς, όπως κάθε χρόνο, πήγαμε στο σπιτάκι που μας συγχωρεί για την εγκατάλειψη επί δεκαετίες, αλλά αυτή τη φορά έδειξε τα δόντια του. Παγωμένο, άγριο, αρνούμενο να συμβιβαστεί με τις ανάγκες μας, πέτρα η καρδιά του: μας αρρώστησε για να συμπλεύσει με την κρίση, να μας βγάλει από τον εφησυχασμό, τη ρουτίνα της χρονιάς, όλα αυτά τα ωραία. Μας βύθισε σε αρχαίες ανάγκες για ζέστη και φως που νομίζαμε ότι έχουν ικανοποιηθεί άπαξ διά παντός, και γενικώς σε καταστάσεις που σε κάνουν να θυμάσαι τους παππούδες και τις γιαγιάδες σου. Πόσο θα κρύωναν επί αιώνες πριν εφευρεθεί το καλοριφέρ, πόσο θα βαριόνταν επί αιώνες πριν εφευρεθεί η ηλεκτρική λάμπα, πόσο θα παιδεύονταν να μαγειρέψουν ή να πλύνουν, να περπατήσουν ή να ταξιδέψουν, ακόμα και να κοιμηθούν στα κρύα δωμάτια. Πόσο θα κουράζονταν για το καθετί επί αιώνες πριν μαθευτούν όλες αυτές οι ανέσεις, τις οποίες εμείς θεωρούμε δεδομένες. Συμμάχησε και ο καιρός με όσους θέλησαν φέτος να μας δώσουν ένα μάθημα. Από τη μια «τα παιδιά» από την άλλη η κρίση, ήρθε και η βαρυχειμωνιά να ενισχύσει την περιρρέουσα διάθεση τιμωρίας. Αναρωτιέμαι αν υπάρχουν κι άλλοι σαν εμένα που μέσα στη γενικότερη αναστάτωση, όπου οι ταραχές έχουν γίνει ρουτίνα, νοσταλγούν κάτι πιο ήσυχο. Αληθινά μαθήματα ας πούμε, σχολείου ή οτιδήποτε άλλου, για μικρούς και μεγάλους, δραματικής τέχνης ή κεραμικής, οδήγησης ή ισπανικών, μια κανονικότητα που φαίνεται ότι θα αργήσουμε να ξαναδούμε.

Κυριακή 4 Ιανουαρίου 2009

Το πρώτο ψέμα

Μπήκε από την καμινάδα, μυστηριωδώς πεντακάθαρος κι ανέγγιχτος από τα κάρβουνα και τις βρωμιές. Ηταν ο Αγιος Βασίλης αυτοπροσώπως, για πρώτη φορά στο σπίτι μας. Κοιλαράς, γενειοφόρος, μ έναν τεράστιο σάκο τίγκα στα δώρα. Η καλά σκηνοθετημένη παράσταση για έναν και μόνο θεατή, τον ηλικίας δυόμισι ετών Οδυσσέα μας, εξελίχθηκε σ' έναν πραγματικό θρίαμβο. Χο-χο-χο... Ηπιες το γάλα σου, άλλαζες την πάνα σου, άκουγες τη μαμά σου; Ησουν καλό παιδάκι; Μάλιστα. Τότε, λοιπόν, ο ξέρεις -ποιος- θα σου φέρει δώρο... Την ίδια ώρα η κακιά μάγισσα, η τηλεόραση, ξερνούσε στο σαλόνι μας το παράλογο ψέμα του χορτάτου ανθρώπου. Μια τεράστια αλυσίδα από «καλά παιδάκια» - στη Ζιμπάμπουε, στη Γάζα, στο Κονγκό: Στους καταυλισμούς των προσφύγων, στα νοσοκομεία με τα παρατημένα βρέφη, στους ξενώνες με τα θύματα κακοποίησης. Τι κι αν βάλουν τα δυνατά τους να είναι «καλά παιδάκια» από σήμερα έως τη Δευτέρα Παρουσία; Μάταιος κόπος. Τι είδους βλακείες ταϊζουμε τα παιδιά μας; Τι είδους εφεύρεση είναι αυτός ο διαχωρισμός σε «καλά» και «κακά» παιδάκια, ανάλογα με το αν θα έχουν ή δεν θα έχουν γιορτινά δώρα; Στραβό ξεκίνημα έκανα, μου φαίνεται. Παπαγάλισα στον γιο μου τις ιστορίες με τις οποίες μεγάλωσα. Δεν υπάρχει λόγος να τις επαναλαμβάνω, αφού δεν τις εγκρίνω. Δηλαδή του χρόνου δεν έχει Αγιο Βασίλη; Μωρέ... έχει και παραέχει! Δεν είμαι γρουσούζηης να καταστρέψω τη χαρά ενός νηπίου. Απλώς αυτή η αηδία με τα «καλά» και τα «κακά» παιδάκια, για μένα, παίρνει τέλος. Τα παιδιά σύντομα θα μεγαλώσουν και θα σε ρωτήσουν για τα «άλλα» παιδιά: Που δεν έχουν ούτε άγιο να περιμένουν, ούτε γάλα να πιουν, ούτε ζωή να ζήσουν. Αυτά είναι τα «κακά παιδιά» που λέγαμε, μπαμπα; Κι άντε μετά να βρεις μούτρα -και επιχείρημα- για να απαντήσεις.

Σάββατο 3 Ιανουαρίου 2009

«2009 μ.Χ.» Το μήνυμα στο μπουκάλι

Πώς θα είν ο κόσμος μας, πώς θα είμαστε εμείς το 2009; Ακόμα κι εσύ, παλιέ φίλε Κώστα Τουρνά, μπορεί να μην φανταζόσουν ότι θα έφτανε η εποχή που το τραγούδι σου, γραμμένο για ένα μέλλον τόσο μακρινό, θα γινόταν αναπόφευκτο παρόν. Πώς θα ζούμε, άραγε, που θα είναι όλα αλλιώς και ποια θα είναι τα νέα το 2009; Το πώς ζούμε, το ξέρεις. Οσο για τα νέα, τα ξέρουμε, τα βλέπουμε, τα διαβάζουμε. Το μόνο μας παράπονο είναι πια ότι οι ειδήσεις, «τα νέα» από τον κόσμο, είναι μερικές φορές περισσότερα απ όσα μπορούμε να αντέξουμε... (...Τότε που εγώ θα μαι 60 χρόνων και συ ελπίζω να φαίνεσαι νέα). Εγινες κιόλας εξήντα, παλιέ μου (και χαμένε στον χρόνο) φίλε; Πώς εξηνταρίζουν οι νεανικοί πρίγκιπες; Οσο για μένα (που έπαιρνα τα τραγούδια σου προσωπικά) ελπίζεις να «φαίνομαι νέος». Ετσι είναι ακριβώς. «Φαίνομαι». Ολοι φαινόμαστε. Αλλά δεν είμαστε. Βάλε την καλοδιατηρημένη μας (με κρέμες και μαντζούνια) μούρη δίπλα στο μπουμπούκι των δεκαοχτώ που είμαστε τότε και η διαφορά σκοτώνει την ψευδαίσθηση. (...Και τα παιδιά μας δεν θα χουν καμιά διαφορά με σένα και μένα...). Κι όμως, τα παιδιά μας έχουν διαφορές μαζί μας. Για την ακρίβεια, είναι έξαλλα μαζί μας. Ούτε που να μας φτύσουν, για να λέμε και την αλήθεια. (...Τότε που ο πλανήτης μας θα ναι οπλοστάσιο και οι δρόμοι θα μοιάζουν μ αρένα). (Σκατά. Γιατί έπρεπε να έχεις δίκιο; Ενα άσχετο πιτσιρίκι ήσουν, που σκάρωνες μουσικές για γεγέδες. Τι ήξερες παραπάνω; Τι είναι αυτό που ξέρουν πάντα τα πιτσιρίκια παραπάνω;). Να σαι αισιόδοξη, όλα θα περάσουνε, μετά τη νύχτα είν η μέρα... Το 2009... Αλλά έτσι είναι τα μηνύματα στα μπουκάλια του χρόνου: Γράφουν και καμιά κουβέντα πιο ευχάριστη, έτσι για να σπάσει η απόγνωση του μελλοντικού παραλήπτη...

Μπαμ ηκούσθη στον αέρα... (και επι γης ειρήνη

Μία από τις τελευταίες μόδες της ειδησεογραφίας, αυτές τις μέρες, είναι να μετράμε αδέσποτες. Πέφτουν οι σφαίρες σαν το χαλάζι (και η παγωμένη Ελλάδα αναστενάζει).Εχω χάσει τον λογαριασμό: δεν υπάρχει δελτίο ειδήσεων τις τελευταίες ημέρες που να μην αναφέρει και από ένα-δυο άσχετα μπαμ μπουμ στην Αθήνα. Στο κέντρο. Στου Γουδή. Στον προαστιακό. Στου Ψυρρή, καταμεσής του δρόμου. Τα γεγονότα, είναι πέρα για πέρα αληθινά: Εδώ και χρόνια, κάθε νύχτα, και μερικές φορές μέρα μεσημέρι, πέφτουν πυροβολισμοί: Είναι τόσο συνηθισμένο το φαινόμενο (συμμορίες, μεθυσμένοι, τζάμπα μάγκες, ξεκαθαρίσματα) που, ενώ οι αρμόδιοι συντάκτες τα αναφέρουν επιμελώς, είναι ζήτημα αν ένα στα δέκα «μπαμ» βρίσκει τον δρόμο του προς τα δέκα λεπτά δημοσιότητας που του αναλογούν. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι τα αυτιά της κοινής γνώμης δείχνουν να είναι πιο ευαίσθητα, ειδικά μετά τον τελευταίο πυροβολισμό, τον μοιραίο, που συγκλόνισε τη χώρα. Μπορεί να ακουστώ κυνική, αλλά το θέμα «σφαίρες» πουλάει. Μακάρι η ευαισθησία μας να διαρκέσει. Να αντιδρούμε και οι αρχές και οι πολίτες. Να προβληματιζόμαστε. Τι ήταν αυτό το μπαμ; Ξεκαθάρισμα; Να βρούνε ποιοι ξεκαθαρίζουν τι και να τους μαζέψουν, κι αυτούς και τα κουμπούρια τους. Τι ήταν το μπουμ; Αλλοδαποί που κάνουν σκοποβολή κοντά στις γραμμές του προαστιακού; Η εξήγηση κρίνεται απαράδεκτη - ρωτήστε και τη γυναίκα που κόντεψε να κρεπάρει, ολομόναχη στο βαγόνι που το χτύπησε η σφαίρα. Φοβάμαι όμως ότι όλη αυτή η επιφυλακή, αυτό το ενδιαφέρον των πολιτών, σύντομα θα σβήσει. Ο υπόκοσμος θα λύνει τις διαφορές του, οι «αλλοδαποί» θα αλληλοεξοντώνονται με την ησυχία τους, κι ένα μπαμ από πυροβόλο όπλο σύντομα θα ενταχθεί και πάλι στην αστυνομική ρουτίνα, ανάξιο λόγου αναφοράς. Κι εμείς θα μείνουμε μακάριοι στη λησμονιά μας, μέχρι τον επόμενο κρότο που θα μας βγάλει από τον λήθαργό μας.

Τo δέντρο που πληρώναμε

Κανένα καλλιτεχνικό έργο, εικαστική παρέμβαση μεταμοντέρνων ατάκτων, καμιά κατασκευή, κανένα μουλτιμίντια χάπενινγκ δεν μπορεί, ούτε κατά διάνοια, να αγγίξει την αισθητική πολυπλοκότητα του εν εξελίξει δρώμενου που παίζεται αυτή τη στιγμή στο κέντρο της Αθήνας, υπό τον προσωρινό τίτλο «Το δέντρο στο Σύνταγμα». Το ίδιο το δέντρο, ακόμα και το αρχικό, δεν ήταν το πραγματικό αρχικό. Ηταν ένα δέντρο-ζόμπι, ένα φάντασμα που αναπαρίστανε τον εφιάλτη κάποιων παλιότερων, πρόσφατων Χριστουγέννων: ήταν η εποχή που στήναμε στο Σύνταγμα το «ψηλότερο δέντρο της Ευρώπης» μ έναν κομπασμό που θα ήταν κωμικός, αν δεν ήταν τόσο τραγικός: είχαμε το ψηλότερο έλατο, το δέντρο που πληρώναμε, και τους χαμηλότερους μισθούς της Ευρώπης, τη μεγαλύτερη ανεργία στους νέους και τις γυναίκες, είχαμε έλατο-γίγαντα και ηγέτες νάνους. Είχαμε τη δεντράρα, είχαμε και την αντάρα. Που έβραζε. Εξ ου και η αρχαία κομφουκιανή ρήση: «πρόσεχε το μέγεθος του δέντρου που στήνεις στο Σύνταγμα, γιατί μπορεί μια μέρα να σε παλουκώσουν με τον κορμό του». Ακόμα και το τωρινό έλατο, δεν είναι το αληθινό. Είναι ρεπλίκα, επείγουσα αντικατάσταση αυτού που κάηκε στα επεισόδια. Είναι... κλώνος του κλώνου. Γύρω απ αυτόν τον κλώνο, σε μια έξοχη φουτουριστική αναφορά, στέκονται σιδηρόφρακτοι φρουροί, για να εμποδίσουν την καταστροφή του. Την εμποδίζουν, καθώς το θέαμά τους είναι τρομαχτικό: τρίχρονα παιδάκια παθαίνουν νευρικούς κλονισμούς στη θέα των σκυθρωπών οργάνων με τις κάσκες και τις ασπίδες, «γιατί είναι τόσο άγριοι αυτοί οι Αϊ-Βασίληδες, μαμά;». Κλαίνε κόρες, κλαίνε μάνες, κλαίνε θείτσες, γιαγιάδες και πατεράδες - τα μάτια των ανθρώπων στο κέντρο είναι ακόμα πολύ ευαίσθητα στα κατάλοιπα από τα δακρυγόνα. Προσθέστε σε όλη αυτή τη φαντασμαγορία και το χάλι-γκάλι των πιτσιρικάδων μες στον εμπρηστικό στίχο, τις γουρουνοκεφαλές και τις σκουπιδοσακούλες με τις οποίες διακοσμούν οι νέοι τα κλαριά του ελάτου, και είναι πια φανερό τι θέλει να πει ο ποιητής: «Κάθε χώρα έχει το χριστουγεννιάτικο δέντρο που της αξίζει». Με τις υγείες μας. Δήμαρχε πιάσε το υπονοούμενο: του χρόνου να στολίσεις μια ελιά. Ποιος θα θέλει να καταστρέψει μια ελιά, όσο γκαζωμένος και να είναι; Δεν θα έχουμε τίποτα να φοβηθούμε, εκτός από το... δάκο μας.