Τρίτη 24 Νοεμβρίου 2009

Ακριβή, βρώμικη και αναίσθητη

Κάποτε ήταν το καμάρι μας αυτές οι λιακάδες. Δηλαδή μέχρι και πέρσι κάπως ξέφευγες από τη χειμωνιάτικη απαίτηση για συγκέντρωση δυνάμεων και σοβαρότητα και εργασία και δράση, κι όλα αυτά τα σκοτεινά. Με τη λιακάδα ξεκίναγες μια βόλτα στην Ερμού, στην Αρεοπαγίτου, στο Μοναστηράκι, χανόσουν για λίγο, ξεχνιόσουν πολύ.

Αυτό το φθινόπωρο η Αθήνα σου βγάζει τη γλώσσα μέσα από ένα είδος παραιτημένης απελπισίας. Σαν ζητιάνα είναι, σαν αλήτισσα ξεδοντιασμένη που γελάει με το χάλι της, και πιο πολύ απ΄ όλα μάλλον οι ζητιάνοι την εκφράζουν που την έχουν πλημμυρίσει.

Υπακούν βέβαια κι αυτοί στους νόμους προσφοράς και ζήτησης, αν δεν είχαν πελατεία θα έφευγαν, αλλά μαζεύονται, ο κόσμος μέσα στην κατάθλιψη τους δίνει λεφτά μπας και γλιτώσει από τη μιζέρια γενικώς.

Όμως η μιζέρια πυκνώνει, η βρώμα στους δημόσιους χώρους φαίνεται κάτι αθεράπευτο πια, έχει προχωρήσει κι έχει σκληρύνει σαν πουρί όχι μόνο στα κενά του πλακόστρωτου αλλά και στης ψυχής μας τα κενά που δύσκολα τα ανακαλύπτεις.

Αυτή η πόλη με τον πιο ακριβό εμπορικό δρόμο, με τις τόσο μεγάλες επενδύσεις στο κέντρο, με τα διατηρητέα της και τα νέα της φιλόδοξα και επεκτατικά σχέδια, δεν αντέχεται με τίποτα. Πρέπει να είσαι διαρκώς μέσα σε ένα αυτοκίνητο, να τη βλέπεις από το τζάμι, να μην τολμήσεις να βάλεις το πόδι στο έδαφός της το παρατημένο. Αυτό κάνουν όλοι οι άνθρωποι με λόγο και γραφίδες, δεν περπατάνε να βλέπουν πόσο πολύ σκουπίδι ανέχεται ο δήμος της, έτσι δεν έχουν πρόβλημα, γιατί μετά πώς θα μπορούσαν να είναι ευγενικοί με τον κύριο Κακλαμάνη και τους αντιδημάρχους στις κοσμικές συναντήσεις; Κι εμείς την επόμενη φορά καβάλα στο αυτοκίνητο θα πάμε και έξω από δω...