Πέμπτη 8 Ιανουαρίου 2009

Άρωμα παγκοσμιοποίησης στην Αθήνα

Η μπάντα ήταν η «επιτομή της παγκοσμιοποίησης». Δώδεκα άνθρωποι από διάφορες γωνιές της Γης. Η τραγουδίστρια ήταν Βρετανίδα. Τα τατουάζ πάνω στο σώμα της ήταν σουβενίρ από χώρες που είχε επισκεφθεί. Η δεύτερη φωνή και βασικός περφόμερ από την Αλάσκα. Δεν μας πέρασε καν από το μυαλό. «Έχει βρετανική προφορά», είχα παρατηρήσει, αλλά η απάντησή του στην ερώτηση «από πού είσαι;» με διέψευσε πανηγυρικά. Ο νεαρός στην κιθάρα ήταν μαύρος και πολύ σοβαρός. Έπαιζε τόσο επαγγελματικά και παράλληλα τόσο παθιασμένα όσο οι πρόγονοί του σε κάποιο jazz bar της Νέας Ορλεάνης. Ο κλόουν ήταν Έλληνας και τραβούσε την Ιταλίδα της παρέας μας να πάρει μέρος στο νούμερό του. Η χορεύτρια με το κόκκινο εφαρμοστό φόρεμα που λικνιζόταν άλλοτε αστεία κι άλλοτε αισθησιακά στους ρυθμούς της μουσικής, μάλλον Ισπανίδα. Είχαν όλοι συναντηθεί στο Βερολίνο και βρέθηκαν στην Αθήνα. Το μάθαμε από το CD που πουλούσαν μετά το τέλος του show. Το μαγαζί δεν σου γέμιζε το μάτι στην αρχή. Όμως, η «επιτομή της παγκοσμιοποίησης» είχε κάνει τη βραδιά ιδιαίτερη. Η Αθήνα δεν είναι ακόμη πολυπολιτισμική. Έχει ωστόσο αρχίσει να αποκτά άρωμα παγκοσμιοποίησης. Άνθρωποι από μακρινές ή κοντινές χώρες την επισκέπτονται. Κάποιοι σκέφτονται να κατοικήσουν εδώ. Άλλοι έχουν ήδη μετοικήσει, η Ιταλίδα φίλη μας το τόλμησε πριν από τρεις μήνες. Δεν ξέρω όμως αν είμαστε ακόμη έτοιμοι να συνυπάρξουμε με αυτούς. Εθνικιστικές και ξενοφοβικές κορόνες ακούγονται από τα τηλεοπτικά πάνελ μέχρι το σούπερ μάρκετ της γειτονιάς. Αν τους δεχτείς με ανοιχτό μυαλό, αν τους γνωρίσεις, θα ανακαλύψεις ομοιότητες. Αναμφίβολα υπάρχουν και διαφορές. Είναι η πιο ενδιαφέρουσα πτυχή τους όμως. Η συναναστροφή με ξένους είναι σαν ένα μικρό ταξίδι. Μαθαίνεις τις συνήθειες και τα χούγια άλλων τόπων. Και αλλάζεις κι εσύ μέσα από αυτά. Αναθεωρείς απόψεις που νόμιζες παγιωμένες. Ανακαλύπτεις άλλες που δεν είχες φανταστεί. Είναι ένας τρόπος να καταφέρεις να κρίνεις αντικειμενικά την καταγωγή σου. Να δεις καθαρά τα υπέρ και τα κατά. Είναι ένα έναυσμα να βελτιωθείς. Ή έστω να προσπαθήσεις να αλλάξεις κάτι. Σε σένα ή γύρω σου.

Μία εξέγερση και μία ομολογία

Το φαινόμενο, λένε, είναι πρωτόγνωρο. Πράγματι, κάτω από τη μύτη της πολυάσχολης κοινωνίας συντελέστηκε μια αλλαγή που μοιάζει με παραμόρφωση μιας ηλικίας και μιας γενιάς. Μέχρι χθες κυκλοφορούσαν δίπλα μας παιδιά με σακίδια στους ώμους, με κουκούλες ριγμένες στην πλάτη, πήγαιναν σχολείο, έξαιναν το μαλλί προτού να βγουν για την καφετέρια. Ήταν δεμένα πάνω στον άξονα: υποχρεωτική εκπαίδευση- υποχρεωτική διασκέδαση, όπως ήταν δεμένοι και οι γονείς τους σ΄ έναν άλλον άξονα όπου τη θέση της εκπαίδευσης είχε πάρει η δουλειά. Μικροί και μεγάλοι σπούδαζαν, εργάζονταν και διασκέδαζαν με μισή καρδιά. Ώσπου ήρθε η έκρηξη με αφορμή έναν πυροβολισμό. Δεν το πίστευαν οι πρεσβύτεροι ότι η πόλη θα δεχόταν από τους βλαστούς τους τέτοια επίθεση. Νόμιζαν ότι οι ορδές των μαθητών θα διαλύονταν σύντομα. Αλλά εκείνοι επέμειναν. Άρχισε να γίνεται φανερό ότι για πρώτη φορά ήθελαν κάτι να φωνάξουν δυνατά κι απ΄ τη φωνή τους να σπάσουν τα τζάμια. Το παράξενο ήταν ότι δεν ήταν έτοιμο μέσα τους το τι θα φώναζαν, και τα λίγα συνθήματα σχηματίστηκαν με κόπο. Παρ΄ όλα αυτά υπήρξαν συνέπειες. Αυτά τα αρυτίδωτα πρόσωπα όπου ακόμη και η οργή δυσκολεύεται να αφήσει τα ίχνη της, αυτά τα στόματα που εκτοξεύουν τη βρισιά μασουλώντας ταυτόχρονα την τσίχλα, αυτοί οι άγουροι που ψάχνουν να βρουν την αιτία της εξέγερσής τους και που εξακολουθούν να ονομάζουν τη διαδήλωση «πάρτι» στους δρόμους, αυτοί οι μικροί βαριεστημένοι που ανακαλύπτουν πως μπορούν να διονυσιαστούν με θυμιατά από καμένα λάστιχα και να μεθύσουν βλέποντας τους εαυτούς τους στο γυαλί της τηλεόρασης, αυτά τα χοροπηδητά σαν των καλικαντζάρων παραμονές εορτών κατάφεραν να προκαλέσουν κοινωνικό και πολιτικό σοκ. Γιατί απλούστατα ο αριθμός των αθώων δαιμόνων αυξήθηκε. Και γιατί απέναντι στις εφηβικές διαμαρτυρίες τους η κοινωνία των ενηλίκων αποδείχθηκε πολύ πιο ανώριμη απ΄ αυτούς. Απέτυχε να τους προτείνει αξίες που θα ήταν ικανές να τους συνεγείρουν ή τουλάχιστον να τους συμφιλιώσουν με την ιδέα της προσπάθειας, του ιδρώτα που κάποτε ανταμείβεται. Τι τους πρότειναν, αλήθεια; Μια προοπτική στο βάθος της οποίας παραμόνευε το τέρας. Ο Μινώταυρος που καταβροχθίζει τα νιάτα τους περίμενε, πελώριος, ανυπόμονος, διπρόσωπος. Το ένα του πρόσωπο ήταν της επιτυχίας, το άλλο της φτώχειας. Το ένα είχε ένα χαμόγελο κομμένο με ξυράφι, το άλλο έναν μορφασμό πικρίας. Από πολύ νωρίς κατάλαβαν τα υποψήφια θύματα ότι είτε στον έναν δρόμο βρεθούν είτε στον άλλον, στο τέλος στο ίδιο περίπου σημείο θα καταλήξουν. Η ανθρώπινη ζωή κινείται ανάμεσα στα βάσανα και στην ανία, είχε πει ένας μελαγχολικός φιλόσοφος. Στην περίπτωση της φτώχειας ο νέος ξέρει ότι θα πέσει στα βάσανα. Καλύτερα λοιπόν η ανία μέσα στην επιτυχία; Αλλά το πρόβλημα δεν είναι τόσο η ανία που σκιάζει το χρυσό όνειρο, είναι το γεγονός ότι η επιτυχία έγινε η ίδια βάσανο. Το βλέπουν ξεκάθαρα οι μικροί το πόσο άγχος φορτώνονται εκείνοι που σήμερα ζητάνε να κατακτήσουν τον κόσμο, δηλαδή να τον βάλουν στην τσέπη τους. Πρόκειται για ζήλο χωρίς έξαρση, για έναν πόθο που του λείπει ο ορίζοντας. Δεν λέγεται φιλοδοξία αυτό, λέγεται ματαιοδοξία. Έτσι θα έπρεπε να απαντήσουν οι γονείς, οι δάσκαλοι, οι πολιτικοί, όταν τους ρωτάει η νέα γενιά τι σημαίνει να κουρδίζεται κάποιος για τέτοιους στόχους. Τους απαντούν όμως με μισόλογα. Δεν τους λένε ότι όποιος επιδιώκει πάση θυσία να πλουτίσει ή πάση θυσία να κυριαρχήσει στους άλλους αναγκαστικά το πληρώνει με τη μοναξιά που φέρνει καχυποψία και μ΄ έναν φόβο που δεν θεραπεύεται ποτέ. Τον φόβο ότι εάν του αφαιρεθούν ακόμη και λίγα απ΄ αυτά που κατέχει θα πέσει στο τίποτα, δεν θα είναι παρά ένα ανθρώπινο μηδενικό. Ο θρόνος του άπληστου Μινώταυρου θα τρέμει πάντα, δεν θα είναι ποτέ σταθερός. Δεν το λένε αυτό στους μικρούς κι εκείνοι εκσφενδονίζουν πέτρες και βάζουν φωτιές για να τους το πουν. Μαντεύουμε τώρα τι ήταν αυτή η εξέγερση. Μια πίεση ώστε να αποσπαστεί μια ομολογία.

Δύσκολο ξύπνημα

Δυσκολεύτηκαν σήμερα να ξυπνήσουν το πρωί. Οι έφηβοι έχουν βιολογική ανάγκη το ξενύχτι, είχα διαβάσει κάποτε, αλλά δεν θα μπορέσουν οι έρευνες αυτού του τύπου να αλλάξουν τα σχολικά ωράρια. Ακόμα πιο δύσκολα θα ξαναγυρίσουν στα μαθήματα. Είναι κι άλλα πράγματα που συμβαίνουν με τα εφηβικά μυαλά, τα θυμόμαστε όλοι, αλλά δεν ξέρουμε τον τρόπο να τα πλησιάσουμε όταν βρισκόμαστε σε άλλη φάση της ζωής μας. Τον περασμένο Δεκέμβριο έζησαν πράγματα συνταρακτικά με πολλούς τρόπους, πρώτα θυμό και αγανάκτηση κι ύστερα τη συνειδητοποίηση μιας ξεχωριστής δύναμης που τους έδινε η συλλογική δράση. Γνωρίστηκαν μεταξύ τους με τρόπους διαφορετικούς, ανέδειξαν ηγετικά ταλέντα και αναγνώρισαν συγκινήσεις που δεν υποπτεύονταν. Είναι από μόνα τους τόσο δυνατά αυτά που έζησαν ώστε δύσκολα θα μπορέσουν να κάνουν κριτική αποτίμηση, ωστόσο θα πρέπει να σοκαρίστηκαν με την καινούργια επίθεση των Εξαρχείων, αυτή τη φορά σε αστυνομικό. Θα πρέπει ξαφνικά όλες οι πορείες που πήγαν μέσα στον Δεκέμβρη, όλα τα συνθήματα που φώναξαν, οι έντονες στιγμές που έζησαν με τους καινούργιους φίλους τους και τους παλιούς που αναδείκνυαν καινούργιες ιδιότητες, να φάνηκαν κάτι διαφορετικό από αυτό που νόμιζαν οι ίδιοι όταν έπαιρναν μέρος με τόση θέρμη. Ίσως ξανασκέπτονται εκείνο το: «το αίμα κυλάει, εκδίκηση ζητάει!» και διάφορα παρόμοια. Το εννοούσαν έτσι ή ήταν απλώς ποιητική αδεία, μια κραυγή διαμαρτυρίας για τον άδικο θάνατο ενός εφήβου στους δρόμους της πόλης; Κι όλα τα υπόλοιπα ποιητικά, ανατρεπτικά, μηδενιστικά, απόλυτα, καταστροφικά που άγγιξαν και άφησαν να τους γοητεύσουν, θα τα ξανασκεφτούν, θα τα ζυγίσουν, θα ψάξουν για καινούργιες λέξεις ή θα τους παρασύρει η γοητεία της εξέγερσης και θα φορτώσουν στους μεγαλύτερους την ευθύνη για κάθε στραβή συνέπεια, την ευθύνη που υποτίθεται ότι διακαώς διεκδικούν;