Παρασκευή 12 Δεκεμβρίου 2008

«Έσωθεν θυμός» και οργάνωση

Το 2006 και το 2007 στην Κοπεγχάγη, το κλείσιμο του «Σπιτιού της Νεολαίας»- ενός αντισυμβατικού στεκιού νέων- προκάλεσε θύελλα μαζικών αντιδράσεων και πρωτόγνωρης έκτασης συγκρούσεις ανάμεσα σε χιλιάδες νέους (με πρωτοπόρους τους αναρχικούς) και την αστυνομία. Το 2005, η έκρηξη βίας στα προάστια του Παρισιού έφερε τη χώρα στα πρόθυρα του καθεστώτος «έκτακτης ανάγκης». Οι πιο πάνω αντιπαραθέσεις, όπως και οι μετωπικές μάχες με την αστυνομία του κινήματος ενάντια στην παγκοσμιοποίηση, παραπέμπουν, παρά τη διαφορετικότητά τους, σε ένα κοινό- στον πυρήνα του- φαινόμενο: τη σταδιακή καθιέρωση μορφών οργάνωσης, δημόσιας έκφρασης και δημόσιας δράσης, που υπερβαίνουν τους παραδοσιακούς τρόπους του ασκείν πολιτική και αγνοούν το θεσμικό πολιτικό σύστημα. Σε όλες τις πιο πάνω περιπτώσεις, το μείζον γεγονός ήταν πάντα το μέγεθος των κινητοποιήσεων, ο μεγάλος αριθμός των εμπλεκομένων, η έκταση της βίας, η έκπληξη και το ξάφνιασμα των κυρίαρχων ελίτ. Τα γεγονότα της Αθήνας είναι, συνεπώς, πιθανόν να εντάσσονται σε ένα ευρύτερο ρεύμα «μικρών» εξεγέρσεων, που εμφανίζεται σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις. Στην αφετηρία αυτού του νέου ρεύματος βρίσκεται η διαμόρφωση ενός δυναμικού διαμαρτυρίας , που αγγίζει σημαντικά τμήματα της νεολαίας αλλά και των φτωχότερων νεώτερων ηλικιακά εργατικών στρωμάτων. Οικονομικές, κοινωνικές και πολιτισμικές αιτίες (σε διαφορετική δοσολογία ανάλογα με τη χώρα) εξηγούν την εμφάνισή του. Το σιωπηλό ή κοιμισμένο αυτό δυναμικό, όταν υπάρξει μια θρυαλλίδα, ξαφνικά παίρνει φωτιά, τινάζεται σαν ελατήριο και, τότε, συνταράσσει με τη δράση του μια πόλη ή μια χώρα. Μέχρι φυσικά να επιστρέψει, φθαρμένο το ίδιο από τη βία που ασκούν οι πιο ακραίες συνιστώσες του, στη χειμερία νάρκη του. Οι αιτίες, όμως, δεν είναι μόνο κοινωνικές είναι και οργανωτικές. Η εξασθένιση των δομών - κομματικών, συνδικαλιστικών και πολιτισμικών-, που παραδοσιακά είχαν ως ρόλο να οργανώνουν, να πλαισιώνουν και να εκπροσωπούν τους «εκτός συστήματος» ή τους «αδικημένους», έχει αφαιρέσει από το σημερινό δυναμικό διαμαρτυρίας τα κανάλια έκφρασης και αντιπροσώπευσής του. Αυτό καθιστά τη διαμαρτυρία, όταν ξεσπάει, χαοτική και ανεξέλεγκτη. Την καθιστά «αναρχική». Εν τούτοις, ανεξέλεγκτη και χαοτική δεν σημαίνει ανοργάνωτη. Η έλλειψη περιεκτικής οργάνωσης διευκολύνει την κυριαρχία άλλου τύπου οργανωτικών δομών, για παράδειγμα: των μικρών, αλλά ευκίνητων αντιεξουσιαστικών ομάδων ή των μικρών οργανωτικών δικτύων στις παρυφές της επίσημης Αριστεράς- οι οποίες έλκονται από τη βία, έχουν θεοποιήσει τη «μάχη των δρόμων» και ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ είναι πιθανόν να εντάσσονται σε ένα ευρύτερο ρεύμα «μικρών» εξεγέρσεων, που εμφανίζεται σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις έχουν σχηματίσει το φαντασιακό τους στη βάση της αντιπαράθεσης με το κράτος. Οι θεωρίες του «μεγάλου θυμού» των προοδευτικών διανοουμένων υποβαθμίζουν την οργανωμένη διάσταση της βίας, την οποία έζησαν οι ελληνικές πόλεις τις τελευταίες ημέρες. Υποβαθμίζουν, επίσης, την αποτελεσματικότητα της τυφλής τακτικής «κλέφτες και αστυνόμοι» του Πολύδωρα, η οποία την περίοδο των εκπαιδευτικών κινητοποιήσεων συνειδητά ανέδειξε σε πολιτικό «παίχτη» τις αντιεξουσιαστικές ομάδες (σε αντίθεση με την πιο μετρημένη προσέγγιση Παυλόπουλου). Εάν, συνεπώς, είναι βέβαιο ότι ο «αυτοδίδακτος έσωθεν θυμός», όπως θα έλεγε ο Αισχύλος, οδήγησε στον δρόμο χιλιάδες νέους, είναι άλλο τόσο βέβαιο ότι το μέγεθος των καταστροφών υπήρξε πρωτίστως το προϊόν της δράσης οργανωμένων «πρωτοποριών». Οι πολιτικές ελίτ έχουν υποτιμήσει, όταν δεν αγνοούν τελείως, αυτό το «μεταμοντέρνο» δυναμικό διαμαρτυρίας που αναπτύσσεται στις σύγχρονες κοινωνίες. Το γεγονός ότι μεταξύ δύο εκρήξεων, συνήθως, μεσολαβεί μια μάλλον μακρά περίοδος νηνεμίας ευνοεί την τάση υποτίμησής του. Ωστόσο, αυτού του τύπου οι κινητοποιήσεις αποτελούν πλέον αναπόσπαστο κομμάτι της σύγχρονης πολιτικής. Τα θεσμικά κόμματα θα βρεθούν και στο μέλλον απέναντι σε αυτό τον τύπο διαμαρτυρίας. Και κατά πάσα πιθανότητα, θα τον αντιμετωπίσουν όπως και σήμερα: με ξύλινο λόγο, με ανάσυρση αναλύσεων παλαιάς κοπής και με προσπάθεια αποκόμισης βραχυπρόθεσμου πολιτικού πλεονεκτήματος. Τα κόμματα, και εδώ και στην Ευρώπη, δεν μπορούν να διαχειριστούν αυτό το «μεταμοντέρνο» δυναμικό διαμαρτυρίας που τα υπερβαίνει- και πολιτισμικά και πνευματικά και οργανωτικά. Ταυτόχρονα, αυτό το δυναμικό δεν είναι ούτε τόσο ισχυρό ούτε δομημένο ή συνεκτικό για να βρει τη δική του, όποια και αν είναι αυτή, πολιτική έκφραση. Στοιχείο της σύγχρονης πολιτικής γίνεται, έτσι, η ανάδυση μιας μη θεσμικής πολιτικής, δίπλα στην επίσημη θεσμιμένη πολιτική. Η μη θεσμική πολιτική δημιουργεί την αίσθηση ότι το πολιτικό πεδίο μεγεθύνεται για να συμπεριλάβει τις νέες μορφές πολιτικής κινητοποίησης. Όμως, οι αιτίες που γεννούν τη μη θεσμική, πολύ δε περισσότερο την παραβατική, δράση είναι οι ίδιες που δεν επιτρέπουν την ένταξή της στο σύστημα. Θεσμική και μη θεσμική δράση θα συνυπάρχουν, χωρίς να συναντώνται. Όπως ακριβώς δύο παράλληλες ευθείες, που δεν τέμνονται ποτέ. Αυτός ο νέος δυϊσμός, εμφανής ήδη στην Ευρώπη, έκανε με επιβλητικό τρόπο την εμφάνισή του και στην Ελλάδα. Το ελληνικό όμως πολιτικό σύστημα, ξεγυμνωμένο από αξίες και αναποτελεσματικό, με τις «ελίτ της συμφοράς» (Α. Καρκαγιάννης) να δίνουν τον τόνο, θα έχει μεγαλύτερη δυσκολία να τον διαχειριστεί.

Το game τελείωσε, το παιχνίδι αρχίζει

Και τώρα τα καλά νέα: Καλά νέα; Υπάρχουν; Ναι, ο ασθενής αντιδρά. Κινείται, κλωτσάει, αναπνέει. Πεσμένος κάτω τόσο καιρό, δεχόταν το ένα μετά το άλλο τα πυρά, ενώ άσχημες μυρωδιές μπούκωναν τα ρουθούνια του. Γύρω, αχόρταγα στόματα ανοιγόκλειναν και δεν άφηναν ψίχουλο από το μεγάλο φαγοπότι. Και κάπου μεταξύ του δώσε - πάρε και- κράτα- και- κάτι- στην- άκρη- για- τους - δικούς- μας, όλοι εκείνοι έξω ξεχάστηκαν, ήσυχοι πως τα παιδιά βλέπουν τηλεόραση. Θα παίζουν- έλεγαν- μέσα σε μακάρια ηρεμία κανένα παιχνίδι, περνώντας από τη μία πίστα στην άλλη και κερδίζοντας πόντους και πυρομαχικά για το επόμενο επίπεδο. Πολλοί το νόμιζαν αυτό, ακόμη και αυτοί που δεν θα έπρεπε να το νομίζουν- και η σφαίρα τρύπησε την καρδιά και το μεγάλο μπαλόνι της ανοχής. Και αυτό έσκασε. Με δύναμη. Αντίδραση και δράση. Σαν να ανέβηκε στην επιφάνεια από δυνάμεις της άνωσης το κομμάτι του Νick Lowe «Ι Love the sound of breaking class» και βρήκε από μόνο του τον δρόμο για να «παίξει»- είναι παλιό, αλλά μπήκε στην καινούργια συλλογή του «Jesus Οf Cool» και ξετρύπωσε πάνω στην ώρα. Έτσι, με αυτόν τον ήχο των τζαμιών που σπάνε, ξύπνησαν και είδαν τους καναπέδες άδειους, το σαλόνι ατσαλάκωτο, την τηλεόραση ανάποδα. Το game τελείωσε, το παιχνίδι αρχίζει. Πάνω στην ώρα, που λέτε, όπως κάθε χρόνο τέτοιες ημέρες εμφανίστηκε ο κυρ Αλέξανδρος, κατεβαίνοντας τη Σόλωνος προς την πλατεία και περπατώντας αργά με το κεφάλι σκυμμένο- ποιος να ΄ξερε τι να ΄τρεχε στο μυαλό ενός κοσμοκαλόγερου τέτοιους καιρούς. Αν άλλες φορές διάβαζες το βλέμμα του, αυτή τη φορά δεν φαινόταν καθαρά, σαν σαστισμένος φαινόταν, σαν απίστευτα να τα έβλεπε όλα αυτά, αλλιώς την ήξερε την εκκλησία κι αλλιώς τον άνθρωπο. Περπάτησε ανάμεσα σε σπασμένες βιτρίνες, κιτρινισμένες σελίδες, αναποδογυρισμένα κομπιούτερ και κάπου στο βάθος, αν δεν με γελούσαν τα μάτια μου από τους καπνούς, τον είδα να μιλάει με ένα παιδί. Και μετά πάλι χάθηκε, δεν ήταν κανείς εκεί πέρα. Είπαν λοιπόν οι αρμόδιοι σε αυτή την πόλη να φωτίσουν τον Δρομέα εορταστικά. Καλή κίνηση νομίζω πως είναι. Γιατί ο δρόμος πάντα κάπου θα σε βγάλει.

Εξάρχεια

Τι γύρευαν παιδιά από το Ψυχικό να γιορτάζουν στα Εξάρχεια, αναρωτιούνται πολλοί, και ο δικηγόρος του ειδικού φρουρού ρίχνει κιόλας λάσπη- κάτι δεν πήγαινε καλά, σου λέει, με το παιδί αυτό. Επειδή και τα δικά μου παιδιά στα Εξάρχεια τριγυρίζουν, φοράνε φούτερ με κουκούλες, να σας εξηγήσω όσο μπορώ: τα Εξάρχεια είναι χώρος ενδιαφέρων. Έχει μαγαζιά με κόμικς που δεν βρίσκεις αλλού, προχωρημένα ηλεκτρονικά, ρουχάδικα, βιβλιοπωλεία, στους τοίχους αφίσες με αστεία και ανατρεπτικά συνθήματα, πρωτότυπες ιδέες. Γενικά μια αύρα ελευθερίας που υπόσχεται πρωτότυπες ανταλλαγές ιδεών, ήταν πάντα γειτονιά φοιτητική και καλλιτεχνική. Από όλα αυτά τα ωραία, το κράτος έβλεπε μόνο τις ομάδες καταστροφέων, φρουρούσε την περιοχή με ΜΑΤ. Και οι δημοσιογράφοι μιλούσαν και έγραφαν με ελαφριά καρδιά για το «κράτος των Εξαρχείων». Συμπεριφορά συντηρητικής κοινωνίας. Τώρα λένε ότι τα Εξάρχεια εξήχθησαν παντού, και δεν εννοούν την ελευθερία και τις ιδέες, αλλά τη βία. Από όλον τον πλούτο, τις τάσεις, το πιο φτωχό, πρωτόγονο, βάρβαρο κομμάτι κυριάρχησε. Ανάμεσα στις ιδέες που εκφράζονταν, ήταν και οι αναρχικές, οι μηδενιστικές, οι ακραίες. Έχουν ενδιαφέρον ως αναλύσεις. Νομίζω όμως ότι ούτε οι ίδιοι οι φορείς αυτών των ιδεών δεν είχαν αποφασίσει αν έπρεπε να καταλυθεί το αστικό κράτος με φωτιά και τσεκούρι τη νύχτα που βγήκαν οι καταστροφείς και έκαιγαν την πόλη. Δεν μπορώ να δω την εφαρμογή καμίας ιδέας, Εξαρχείων ή μη, ούτε του Μπακούνιν, ούτε καν κάποιου μεθυσμένου πυρομανούς, στο να κοπανάς με λοστό ένα βανάκι της Πυροσβεστικής- μια κοινή περιουσία που χρησιμεύει να σβήνεις φωτιά- και να το πυρπολείς. Αλλά φοβάμαι ότι άδικα προσπαθούν οι μαθητές να ξεχωρίσουν από τους τρελούς και οργανώνουν ειρηνικές και ευφάνταστες διαμαρτυρίες· το μπάχαλο μόνο προκαλεί ενδιαφέρον.