Πέμπτη 24 Δεκεμβρίου 2009

Αμφιθυμία εορταστική


Δεν έχω ξαναδιαβάσει άλλη χρονιά τόσο πολλές ομολογίες ανθρώπων που σιχαίνονται τα Χριστούγεννα. Δεν έχω καθυστερήσει άλλη χρονιά τόσο πολύ να αγοράσω δέντρο. Δεν έχω φτάσει σε Παραμονή Χριστουγέννων με λιγότερο κέφι από φέτος, και δεν είμαι η μόνη κατά πώς φαίνεται.

Υπάρχει μια διάχυτη ακεφιά, και πώς να μην υπάρχει; Όταν οι γειτονιές ακόμα ζέχνουν από τα σκουπίδια που δεν μπορούν να μαζευτούν, κι η πολιτική ζωή στενάζει από τα χρέη του κράτους που ούτε κι αυτά μπορούν να μαζευτούν, και τις αντιφατικές δηλώσεις. Αν υπήρχε λίγη αποφασιστικότητα στην ατμόσφαιρα μπορεί να ήταν καλύτερη η εορταστική διάθεση, αλλά έχεις κι αυτά τα ναι μεν αλλά, και θα πάρουμε μέτρα αλλά δεν μπορεί να μας κυβερνάνε οι Βρυξέλλες (τι κρίμα ωστόσο, γιατί αυτές τουλάχιστον μπορεί να έκαναν το θαύμα, να κυβερνούσαν δηλαδή, αν και υποπτεύομαι πως δεν τις ενδιαφέρει) και άντε να κουτσοπεράσουμε κι από τις γιορτές να δούμε μήπως πέσει κανένας μετεωρίτης να μας ξεκουνήσει. Κι όμως είναι σημαντικό πράγμα να γιορτάζει τα Χριστούγεννα κανείς, είναι γιορτή αρχαία, προχριστιανική φυσικά, που συνδέεται με το φως και το σκοτάδι, τον θάνατο και την αναγέννηση, γιορτή οικολογική δηλαδή σε τελική ανάλυση, που ξαναθυμίζει στους ανθρώπους, ακόμα και σε μας τους κατοίκους των πόλεων, ότι η Γη έχει κύκλους και πρέπει να τους σεβόμαστε, ότι οφείλουμε να συμμετέχουμε σεμνά με τις προσφορές μας και τις προσπάθειές μας υπέρβασης της ρουτίνας στις τελετές ευγνωμοσύνης απέναντί της. Το αειθαλές έλατο που κρατιέται πράσινο δεν έχει σχέση με τον Χριστό, ούτε και η ημερομηνία, που ήταν τα γενέθλια του θεού Μίθρα.
Ωραία, ελπίζω να σας έπεισα, τουλάχιστον έπεισα τον εαυτό μου. Να πάρω βαθιά ανάσα και να βγω για έλατο, οι μέρες περνάνε.

Τρίτη 22 Δεκεμβρίου 2009

Τέλος εποχής;


Μια εικόνα ήρθε στον νου μου όταν έμαθα ότι πέθανε ο Χρήστος Λαμπράκης: το Μέγαρο Μουσικής γιαπί επί δεκαετίες, όπως φαινόταν από το τρόλεϊ που περνούσε στη Βασιλίσσης Σοφίας.




Είχαμε πάψει να πιστεύουμε ότι θα κατάφερνε να χτιστεί στ΄ αλήθεια, φαινόταν το σχέδιο πολύ μεγάλο, πολύ φιλόδοξο, και πολύ αταίριαστο με τα μουσικά γούστα των Ελλήνων.



Δηλαδή μπορεί και να μην το ήθελαν οι Έλληνες, να μην το χρειάζονταν καθόλου.



Υπήρχε η Λυρική, διάφορα θέατρα, και πολύ μας έπεφταν με τόσο λίγο που ακούγαμε κλασική μουσική. Κι όμως έγινε τελικά, και δουλεύει, και μετά ξεκίνησε και στη Θεσσαλονίκη να γίνει Μέγαρο Μουσικής, και σε άλλες πόλεις. Φαίνεται πως το χρειαζόμασταν κατά βάθος, όπως χρειαζόμαστε περισσότερα και καλύτερα σχολεία, πανεπιστήμια, μουσεία, ωδεία, εκδοτικούς οίκους, εφημερίδες και περιοδικά, θέατρα και κινηματογράφους, βιβλιοθήκες, ορχήστρες, όλα αυτά τα απαραίτητα εργαλεία του πολιτισμού που συχνά θεωρούνται απαράδεκτες πολυτέλειες.



Τα χρειαζόμαστε, αλλά ποιος θα τα κάνει; Πρέπει να βρίσκονται οι πολύ προσηλωμένοι στην άποψη ότι αξίζουμε περισσότερα από όσα παραδεχόμαστε εκ πρώτης όψεως, να είναι όχι απλά ισχυροί, να είναι κυρίως διατεθειμένοι να επιμείνουν ακόμα και κόντρα στην κοινή γνώμη.



Κυρίως κόντρα στην κοινή γνώμη. Τραβάτε με κι ας κλαίω ο ελληνικός λαός, τραβάτε με στον ευρωπαϊκό δρόμο, στον εκσυγχρονισμό, αλλά να γκρινιάζω και να κατηγορώ. Τώρα που το βιοτικό επίπεδο έχει ανέβει σημαντικά και φαίνεται να μη χρειάζονται οι Έλληνες τέτοιες κατευθύνσεις, μπορεί να είναι πράγματι τέλος εποχής αυτός ο θάνατος, μπορεί να λείψουν πια οι επιχειρηματίες, οι εκδότες, πώς να τους πούμε, οι άνθρωποι με πολιτιστικό και πολιτικό βάρος, που είναι διατεθειμένοι να γίνονται τόσο ενοχλητικοί, να δίνουν τέτοιες μάχες. Μακάρι να βγει λάθος αυτός ο τίτλος:



«Τέλος εποχής».

Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2009

Εισβολή στην αυλή


Έχουμε μια αυλή σπάνια για ελληνικά δεδομένα, μοναδική θα έλεγα. Η πολυκατοικία αναπτύσσεται κάθετα στον δρόμο και έχει είσοδο σαν δικό της πεζόδρομο, αυτή την αυλή. Είναι ευλογία, με τη γαλήνη και τις γλάστρες της, το πράσινό της, και κατάρα μαζί, γιατί γύρω όσοι έχτισαν δεν έλαβαν υπόψη την πρόσοψή μας, μας έστρεψαν αρχιτεκτονικά τα νώτα τους. Βλέπουμε τα πίσω μπαλκόνια από το μπροστινό δικό μας, προσφέρουμε στους γείτονες πράσινο και λουλούδια, κι αυτοί μας προσφέρουν μπουγάδες και μεταλλικές ντουλάπες και σκουπίδια. Άδικα προσπάθησα να πείσω την Πολεοδομία ότι θα χρειαζόταν κάποια παρέμβαση στην τελευταία πολυκατοικία που μας έκλεισε, δεν γίνεται διάλογος με τις υπηρεσίες του δήμου. Στην αυλή πάντως υπάρχει ακόμα ζωή, παίζουν τα παιδιά και τα άλλα παιδιά των γύρω πολυκατοικιών τη ζηλεύουν. Χθες, κυριακάτικα, βγαίνω το μεσημεράκι και βλέπω ένα κύμα σκουπιδιών να έχει εισβάλει στην αυλή. Παλιά μουχλιασμένα ρούχα, δύο καρέκλες, πεταμένα όλα φύρδην μίγδην, βιβλία, κουτιά, έπιπλα σπασμένα και η Ιστορία του Ελληνικού Έθνους του Παπαρρηγόπουλου σκόρπια κάτω σαν τεράστια τράπουλα. Ποιος θεώρησε άραγε ότι η αυλή μας είναι προέκταση του δρόμου, ή του πεζοδρομίου, και είναι κρίμα να πηγαίνει χαμένη, να μην έχει γίνει ακόμα χωματερή, όπως ο δρόμος και το πεζοδρόμιο;




Αδύνατον να το βρούμε.



Κάποια σκουπίδια έψαχναν χώρο και βρήκαν αυτό το μικρό ήσυχο λιμάνι. Στις μέρες μας το πιο δύσκολο πράγμα έχει γίνει να ξεφορτωθείς πράγματα. Μας πνίγει η αφθονία, αν μπορούσα να ζητήσω δώρο από τον Άγιο Βασίλη, το έχω πει, θα του ζητούσα να πάρει, να μη φέρει τίποτα.



Αλλά τώρα από ποιον να ζητήσω να βγάλει τα σκουπίδια από την αυλή μας; Ο δήμος δεν μπορεί ούτε τους δρόμους να καθαρίσει, οπότε;

Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2009



Αγαπημενο Πηλιο

Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2009

Με ήλιο στο Πήλιο

Η ανταμοιβή για τρεις μέρες συννεφιά με βροχές, καταιγίδες και πολύ περιορισμένη ορατότητα είναι ένα πρωινό με ήλιο, καθαρό ουρανό και υπέροχη θέα. Χάρη στις βροχές γίνεται πράσινο το βουνό, τι να κάνουμε; Το απολαμβάνουμε όταν μπορούμε λοιπόν.

Ξεκινώ για τη βόλτα σε ένα από τα μονοπάτια που έχουν απομείνει. Πολλά χαλάσανε, μερικά τα έκαναν δρόμους για ευκολία, υπάρχει όμως κι ένα που το ξανάφτιαξαν με καινούργιες πέτρες. Μεγάλη νίκη των περιπατητών και της φυσιολατρικής επιμονής τους. Μάλιστα, το καλοκαίρι μπήκε και ταμπελίτσα εκεί που φεύγει το μονοπάτι, άλλη τεράστια νίκη.

Δεκαετίες ολόκληρες για να βρεις τον δρόμο σου με τα πόδια, έπρεπε να έχεις μαιευτικές ικανότητες στη συζήτηση με τους ντόπιους. Αναζητώντας τις ρίζες μας, ερχόμασταν σταθερά εδώ για χρόνια, αλλά μόνο όταν εκδόθηκε το βιβλίο του Νίκου Χαρατσή «Τα μονοπάτια του Πηλίου» μπορέσαμε να μάθουμε μέρη που ήταν δίπλα μας.

Όταν πρωτοήρθα στο χωριό της γιαγιάς μου κι έψαχνα μέρη για περπάτημα, με κοίταζαν όλοι σα να ήμουνα τρελό. Τόσα χρόνια περίμεναν τον δρόμο να ανοίξει, να πηγαίνουν οι άνθρωποι με αυτοκίνητο, εγώ ήθελα ξανά να περπατήσω; Έλα όμως που εγώ είχα μπουχτίσει να μην περπατάω... Σε διαφορετικές στιγμές ανάπτυξης συναντηθήκαμε με τους συμπατριώτες. Από τότε μέχρι τώρα άνοιξαν δεκάδες δρόμοι για τα αυτοκίνητα, αποκαταστάθηκε όμως και ένα μονοπάτι. Μέχρι να φτάσουμε στο σημείο να διαθέτουμε χάρτη για τους ξένους που έρχονται και ταμπελίτσες σε όλα τα δρομάκια, ελπίζω να μπορώ να περπατώ ακόμα. Ίσως κάποτε συμπέσουν οι ρυθμοί ανάπτυξής μας, ίσως συναντηθούμε σε μια ωραία βόλτα, όπου εγώ θα τους θυμίσω τα μονοπάτια που παράτησαν, και θα ξαναρχίσουν να τα περπατούν μόνο για την ομορφιά τους.

Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 2009

Το ποδήλατο είναι πάλι μόδα

Τώρα που εγώ δεν έχω πια ποδήλατο, το ποδήλατο είναι μόδα. Τώρα που αποφάσισα να εγκαταλείψω τον αγώνα, το ποδήλατο ξανάγινε μόδα.

Τώρα που μου έκλεψαν και το τελευταίο, δεμένο με λουκέτο που δεν άνοιγε με τίποτα κ.λπ. κ.λπ. Τώρα που αγόρασα για τρίτη χρονιά ή ίσως και τέταρτη την κάρτα μου απεριορίστων διαδρομών με τα μέσα μαζικής μεταφοράς, το πιο ατομικό και ριψοκίνδυνο μέσο ατομικής μεταφοράς ξανάγινε μόδα. Τώρα που προσχώρησα οριστικά στους επιβάτες, τώρα που κάνω κοινωνικές μελέτες σε κάθε διαδρομή, η μόδα επιτάσσει να βρίσκεται κανείς σε δυο ρόδες και να ισορροπεί ριψοκίνδυνα.

Πολύ αργά για ανθρώπους που συνήθισαν ήδη τη βραδύτητα. Για σκεφτείτε όμως, είναι πολύ σημαντική μόδα αυτή. Πόσο καιρό έκανε το ποδήλατο να περάσει από τα παιδικά παιχνίδια σε κάτι που μετράει και για τους ενήλικες; Σε κάτι που μπορεί να σε πάει από τη μια άκρη της πόλης στην άλλη; Και προσέξτε, δεν έγινε μόδα επειδή κάποιος καλλιτέχνης με επιρροή αποφάσισε να το λανσάρει σε μια εταιρεία παραγωγής. Έγινε μόδα επειδή υπάρχουν αρκετοί τρελοί που οραματίζονται την Αθήνα σαν πόλη ανθρώπινη. Αρκετοί για να το κάνουν μόδα, όχι αρκετοί για να κάνουν την Αθήνα ανθρώπινη. Αλλά από τη μόδα πολλά μπορεί να ξεκινήσουν. Έχουν ωραία ποδήλατα αυτοί οι μοντέρνοι και κάνουν πολύ πρωτότυπες βόλτες. Δεν μοιάζουν καθόλου με κείνες που έκανα εγώ πριν από δέκα χρόνια, αν και πολύ φοβάμαι ότι οι οδηγοί αυτοκινήτων συνεχίζουν να είναι εξίσου επικίνδυνοι.

Δεν αρκεί να γίνει μόδα το ποδήλατο, δεν αρκεί να είναι πολλοί οι ποδηλάτες, χρειάζεται και κάποια απόφαση κυκλοφοριακή, κάποιες ρυθμίσεις, κάπως να αντιληφθεί το περιβάλλον την ύπαρξή του. Κι αυτό βέβαια είναι το πιο δύσκολο.

Μια ενημέρωση και δυο

Να σας κάνω μια ενημέρωση, προτείνει η νεαρή στο Τμήμα Προσωπικής Φροντίδας του πολυκαταστήματος κι αρχίζει να εξυμνεί τα προσόντα των επιθεμάτων για δερματικούς ερεθισμούς, τα οποία είναι «διαφανές» διευκρινίζει.

Την ακούω, στο τέλος δεν κρατιέμαι, λέω, «να σας κάνω κι εγώ μια ενημέρωση, το “διαφανές” στον πληθυντικό είναι “διαφανή”». Αγριεύει το πρόσωπό της, γουρλώνει κατάπληκτη τα μάτια. Μα τι της λέω τώρα; «Είναι τριτόκλιτο, επιμένω εγώ το ούφο, ο, η διαφανής, το διαφανές...». Και με κόβει θυμωμένη: «Δεν ασχολούμαι με τέτοια θέματα!».

Σωστά. Αν και πουλάει διαφανή επιθέματα δεν ασχολείται με τον πληθυντικό αυτών των καταραμένων των τριτόκλιτων και δικατάληκτων. Στο κάτω κάτω έκανε στο σχολείο μαθήματα Αρχαίων Ελληνικών από τα 12 της χρόνια, ως κύριο μάθημα παρακαλώ, κι αν τέλειωσε το Λύκειο, που θα το τέλειωσε, γιατί δεν μπορείς την σήμερον ημέρα να πουλάς διαφανή επιθέματα χωρίς απολυτήριο Λυκείου, θα έχει κάνει μαθήματα Αρχαίων Ελληνικών επί έξι χρόνια.

Επιτέλεσε λοιπόν το καθήκον της απέναντι στο τρομακτικό τοτέμ της αιώνιας αυτής γλώσσας και είναι λογικό να αγριεύει όταν κάποιος άγνωστος τής υποδεικνύει τα τριτόκλιτα, τα οποία στο κάτω κάτω δεν είναι καν αρχαία. Δεν τη νοιάζει αν το διαφανές είναι τριτόκλιτο, κι αφού δεν τη νοιάζει αυτή, που είναι νέα και θα ζήσει μαζί του πολύ περισσότερο, εμένα τι με κόφτει; Ούτε ο πρώτος ούτε ο τελευταίος άνθρωπος είναι που δεν θέλει να ασχοληθεί με τη σωστή κλίση των τριτόκλιτων, συνέχεια συναντάς, ιδίως νέους, της γενιάς με τα έξι χρόνια Αρχαία, να μην μπορούν να το χειριστούν αυτό το έρμο το διαφανές και να γίνονται αγενές. Ε λοιπόν, ας πάει στην ευχή, καλόν του καταβόδιον...

Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 2009

Κοπεγχάγη του Νότου

Είμαστε ήδη Δανία του Νότου, ένα αντίθετο σημείο από την αληθινή Δανία, ένας ανάποδος καθρέφτης μιας χώρας όπου οι άνθρωποι χρησιμοποιούν τη λογική τους για να ζουν και να καλυτερεύουν τη ζωή τους, κι όπου τώρα γίνεται η παγκόσμια σύσκεψη για το πώς η καλυτέρευση της ζωής των ανθρώπων δεν θα χειροτερεύει τη ζωή των άλλων πλασμάτων του πλανήτη.

Εκεί συζητούν τα μεγάλα προβλήματα του περιβάλλοντος, εμείς εδώ δεν συζητάμε ούτε τα μικρά.

Είμαστε το μαύρο αντεστραμμένο είδωλο, η απελπισία στον αντίποδα της ελπίδας. Εκεί οι άνθρωποι ελπίζουν ακόμα ότι κάτι μπορεί να κάνουν, εδώ έχουμε βουλιάξει στην απογοήτευση για τις δυνατότητες του ανθρώπινου είδους.

Κρίνουμε από τον εαυτό μας φυσικά, αλλά άνθρωποι δεν είμαστε; Δεν μπορέσαμε να σώσουμε το βουνό που έδινε ανάσα στην πόλη, θα σώσουμε τα χιόνια του Κιλιμάντζαρο; Έχουμε περάσει στην άλλη όχθη της γνώσης, εκεί που το να ξέρεις τα δυσάρεστα δεν σε κινητοποιεί, δεν σε αλλάζει, γιατί δεν πιστεύεις ότι είσαι ικανός να κάνεις οτιδήποτε.

Είναι κρίμα που δεν γίνεται εδώ η σύσκεψη για το περιβάλλον. Οι ηγέτες όλου του κόσμου θα είχαν πολλά να μάθουν για το πώς καταφέρνουμε και ανεχόμαστε τόσα χρόνια, τόσα Χριστούγεννα, να ζούμε αντάμα με τα σκουπίδια τις πιο σημαντικές μέρες της κοινωνικής ζωής. Πώς οι δήμαρχοι μάς ξεγελάνε με σλόγκαν πολύ κατώτερα από τις διαφημίσεις παιχνιδιών που απευθύνονται σε νήπια, πώς, αφού βασανιζόμαστε τέσσερα χρόνια με κάθε δήμαρχο, στις εκλογές ψηφίζουμε ξανά το ίδιο κόμμα γιατί ο προηγούμενος άχρηστος πάει για ηγετικό στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας. Θα έβλεπαν εδώ να επιβιώνει το είδος τού απολύτως αδιάφορου στο περιβάλλον ανθρώπου και θα κοιτούσαν να εκπαιδεύσουν λαούς σαν εμάς, δεν θα χολόσκαγαν να πάρουν μέτρα...

Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2009

Γιορτές ηρωικές

Αλίμονο στη χώρα που έχει ανάγκη από ήρωες, κι αλίμονο σε μας που έχουμε ανάγκη από ηρωισμό για να προχωράμε τις μέρες μας σε αυτή τη χώρα. Μέρες γιορτής και προετοιμασίας, μέρες με μεγάλες νύχτες που οι άνθρωποι χρειάζονται φώτα και ζεστασιά, μουσική και τραγούδι, παραπάνω θερμίδες και συντροφιά, να ξεγελάσουν το σκοτάδι έξω και μέσα, μέρες που τις κέρδισαν οι Ανατολίτες θεοί επειδή μέτρησαν σωστά το φως και το υποσχέθηκαν από την καρδιά της νύχτας, ρυθμισμένες έτσι που να έχουν κάθε μέρα κι από μια γιορτή, για να μη μένει μόνος του κανείς και τον τραβά η ρουφήχτρα, αντί να τις στολίζουμε και να μας χαμογελάνε, τις περνάμε με το κεφάλι κάτω. Να μην πατήσουμε το σκουπίδι και σκοτωθούμε μέσα στη σαπίλα του. Ηρωικά ωστόσο φοράμε τα καλά μας και βγαίνουμε από το σπίτι, ηρωικά διαλέγουμε τα δώρα και κουβαλάμε τα φρέσκα μας πακέτα ανάμεσα στους άθλιους σωρούς σκουπιδιών που μας θυμίζουν ότι όλα θα καταλήξουν εκεί, στην ενοχλητική, τη βρωμερή και αντιοικολογική αποσύνθεση. Δίπλα από τοίχους εμετικής μυρωδιάς σφίγγουμε τα δόντια και συνεχίζουμε. Να καθαρίσουμε το σπίτι μας (και πού θα πάει η βρώμα του;), να ετοιμάσουμε τα τραπέζια μας (κι ας ξέρουμε πόσο γρήγορα χαλάνε οι διακοσμήσεις), να χρωματίσουμε τα πρόσωπα και τα μαλλιά μας, να διαλέξουμε χρυσά και γυαλιστερά ρούχα, να στολίσουμε και να τιμήσουμε μέσα στη γενική απαξίωση, να χαμογελάμε και να μοιράζουμε φιλιά μέσα στην καταδίωξη και τα κατεδαφιστικά συνθήματα. Μέσα στην εκπεφρασμένη έχθρα να συνεχίζουμε ξεροκέφαλα και αποφασιστικά εμείς τους κουραμπιέδες μας και τα μελομακάρονά μας, μέσα στον χλευασμό του Δήμου, αλλά και των σοφιστών να κάνουμε πως δεν ακούμε. Πόσο ακόμα θα αντέξουμε, πότε θα εξαντληθεί αυτό το κουράγιο;

Τετάρτη 9 Δεκεμβρίου 2009

Τουριστικό πακέτο

Παρασκευή πρωί είχα πάρει το Μετρό κι άκουγα μια συζήτηση στα ισπανικά τριών νεαρών στα διπλανά καθίσματα.

Ένα κορίτσι και δυο αγόρια, μια χαρά παιδιά, συζητούσαν αν θα προλάβαιναν να πάνε στην Ακρόπολη την Κυριακή, γιατί είχαν και τη διαδήλωση. Καταλαβαίνω ισπανικά, αλλά δεν μιλάω, έτσι δεν μπορούσα να κάνω την ενδιαφέρουσα συζήτηση για το τι πράγμα ακριβώς θα διαδήλωναν στους δρόμους της Αθήνας. Αν κι είναι πια ξεπερασμένη αυτή η λογική: δεν διαδηλώνεις για κάτι. Διαδηλώνεις για να διαδηλώσεις, να αναμετρηθείς με τους «μπάτσους», να προκαλέσεις, να ζήσεις κάτι συναρπαστικό, να εγγράψεις αναμνήσεις στο μέλλον σου από ανατριχίλες και ηρωισμούς. Να γευτείς απαγορευμένες ηδονές, τη φωτιά, την καταστροφή, όλα αυτά που οι πολιτισμένες κοινωνίες αποφάσισαν να καταργήσουν. Είναι φτωχή η ζωή των νέων από συγκινήσεις φαίνεται, εκεί έχω καταλήξει. Δεν μαθαίνουν να ζουν καλά, να απολαμβάνουν τις συντροφιές, τις επιδόσεις τους, την τέχνη και τη γνώση, τις γιορτές και τις εκδρομές, τις ανακαλύψεις, το φλερτ χωρίς επίδειξη τσαμπουκά... Αλλά και στην Ισπανία να έχουν το ίδιο πρόβλημα; Άρχισα να φαντάζομαι το μέλλον, μια έξυπνη διοργάνωση τουριστικών πακέτων με φωτιές στην Αθήνα, αυτό που έκαναν φέτος δηλαδή μερικοί νεαροί από μέρη βαρετά σαν τα δικά μας. Ο Δήμος οπωσδήποτε συνεισφέρει σε εύφλεκτο υλικό, και οι πολίτες από μέρη όπου τους αναγκάζουν να κατεβάζουν τα χαρτιά κάθε Τρίτη και Παρασκευή, τα πλαστικά και τα μέταλλα κάθε Δευτέρα και Πέμπτη, και μόνο τις υπόλοιπες μέρες τα υπόλοιπα σκουπίδια, όλοι αυτοί θα απολαμβάνουν την επιστροφή σε εποχές πιο ρομαντικές, σαν ετούτη που περνάμε εμείς εσαεί, και τη δημόσια πυρά των σκουπιδιών, μαζί με το υπόλοιπο σκηνικό βίας. Λίγη φαντασία να δείξουν οι ταξιδιωτικοί πράκτορες και θα ανακάμψει ο τουρισμός στην Αθήνα...

Τρίτη 8 Δεκεμβρίου 2009

Μια ωραία ατμόσφαιρα

Ας αναγνωρίσουμε στον δήμαρχο Αθηναίων ότι συμβάλλει όσο μπορεί στη μηδενιστική ατμόσφαιρα απαξίωσης των πάντων που κυριαρχεί γύρω μας τις μέρες αυτές.

Χωρίς το σκουπιδαριό στους δρόμους της Αθήνας θα μπορούσε κανείς να ξεχαστεί για μερικά δευτερόλεπτα και να παρασυρθεί από κάποια αταβιστική ανάγκη εορταστι- κού πνεύματος προετοιμασίας των Χριστουγέννων. Όμως όχι.

Πιο αποτελεσματικό από την κριτική του καταναλωτισμού που κάνουν οι διαμαρτυρόμενοι πάσης αποχρώσεως είναι το κλίμα που δημιουργεί η βρώμα της πόλης. Ο Κακλαμάνης είναι ο αρχιερέας των αντιεξουσιαστών πάσης φύσεως, θα ήταν άδικο να δοθεί αλλού ο τίτλος. Και να μην έχεις εξεγερθεί ποτέ για τίποτε, θα σε εξεγείρει μια βόλτα στην Αθήνα.

Πρέπει να θωρακίσεις την καρδιά σου με στρώματα αναισθησίας για να την αντέξεις, και το σώμα σου με απανωτά αδιάβροχα. Να περπατάς με μάτια κλειστά, ευκαιρία να δεις αν δουλεύουν οι ειδικοί διάδρομοι που πλήρωσε η Ευρωπαϊκή Ένωση για τους τυφλούς στα πεζοδρόμια...

Δεν είναι πέντε χρόνια που άρχισε στις πόλεις της Ευρώπης η ανακύκλωση των σκουπιδιών στα σπίτια. Το αποφάσισαν, το οργάνωσαν και το έκαναν. Δεν είναι μεσαιωνικοί δημοτικοί θεσμοί που χρειαζόμαστε δεκαετίες για να συνηθίσουμε. Είναι κάτι απολύτως καινούργιο, που με έναν αποφασιστικό δήμαρχο θα μπορούσε να είχε γίνει και στην Αθήνα. Αλλά πάλι, ποιος δήμαρχος θα ήταν ικανός να ανατρέψει το καθεστώς ακινησίας στον δήμο που έχει είκοσι πέντε χρόνια το ίδιο κόμμα στην εξουσία; Οι δήμαρχοι αλλάζουν, οι αντιδήμαρχοι και οι διευθυντές μένουν στη θέση τους, έχουν συνηθίσει την ακινησία. Αν δεν φύγει η Νέα Δημοκρατία από τον Δήμο Αθηναίων η κατάσταση θα χειροτερεύει, ας βγάλει δήμαρχο τον ίδιο το Θεό. Ο οποίος προφανώς γελάει από ψηλά με το χάλι μας, στέλνοντας βροχές και καταιγίδες...

Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου 2009

Μέλι γλυκύτατο

Κάθε απόγεμα μαζεύονται κάτι πιτσιρίκια προσχολικής ηλικίας σε ένα συγκεκριμένο σημείο της Φωκίωνος Νέγρη και χαλάνε τον κόσμο με φωνές και τρεχοβόλημα. Ενοχλούν τα μαγαζιά, τους περαστικούς, όσους κάθονται λίγο εκεί για να διαβάσουν κι όσους βλέπουν σινεμά ή εκθέσεις στη Δημοτική Αγορά.

Είναι όλα σαν να βγήκαν από φιγουρίνι παιδικής μόδας, τρισχαριτωμένα, αλλά άταχτα. Όλα με εξωτικά ονόματα, αλβανικής, ρουμανικής, βουλγαρικής καταγωγής; Οι γονείς τα αφήνουν ελεύθερα, με πολύ ελαφριά επιτήρηση, κι αυτά δεν ξέρουν με τι να ασχοληθούν. Προχτές τα μάζεψα, τους είπα: θα σας δείξω ένα παιχνίδι. Ήρθανε τρέχοντας με τόση προθυμία που ένιωσα αμήχανος. Τα έβαλα σε δυο σειρές, παίξαμε μέλισσα- μέλισσα. Το θυμάστε αυτό το ομαδικό παιχνίδι; Ήταν τόσο ευτυχισμένα, πέφτανε κάτω από τα γέλια. Δεν μπορούσα να μείνω πολλή ώρα όμως και μόλις έφυγα άρχισαν πάλι το κυνηγητό και τις φωνές.

Κυνηγητό χωρίς κανόνες, που δεν μπορεί να τους δώσει ευχαρίστηση, κάθε τρεις και λίγο τσακώνονται και κλαίνε. Γιατί χρειάζονται οι κανόνες για να κερδίσεις, να το παραδεχτούν όλοι, ώστε να χαρείς βαθιά και απόλυτα, κι αμέσως να θέλεις να ξαναρχίσεις την προσπάθεια. Σε αυτούς κρύβεται το μυστικό που κάνει τα παιχνίδια να είναι το «μέλι γλυκύτατο» των παιδιών. Και οι γονείς;

Καθισμένοι στη γωνιά τους, κουβέντιαζαν σε άλλη γλώσσα, κουρασμένοι άνθρωποι και ξεριζωμένοι, πώς να παίξουν με τα παιδιά τους; Κι όμως είναι η μοναδική παρέα που χαίρεται τον πεζόδρομο, το πράσινο, την κοινωνικότητα, την ώρα που τα περισσότερα συνομήλικα μένουν στα σπίτια τους μπροστά στην τηλεόραση. Υπομονή, θα περάσουν έτσι χωρίς σπουδαίες συγκινήσεις το χλιαρό φθινόπωρο, να χειμωνιάσει, να κλειστούνε μέσα, να πάνε πια σχολείο του χρόνου, να ησυχάσουμε...

Πέμπτη 3 Δεκεμβρίου 2009

Τα πιο μεγάλα σπίτια

Πέμπτοι στον κόσμο ερχόμαστε οι Έλληνες σε μέγεθος σπιτιών, κι αν σκεφτείτε ότι πρώτοι είναι οι Αυστραλοί και δεύτεροι οι Αμερικανοί (των ΗΠΑ), το κατόρθωμα είναι ακόμα μεγαλύτερο.

Γιατί άλλο να έχεις μεγάλο σπίτι σε αχανή χώρα όπου ο γείτονας μένει δέκα χιλιόμετρα παραπέρα, κι άλλο στην Ελλάδα, όπου ο γείτονας είναι στα έξι μέτρα απόσταση που ορίζει ο νόμος, κι αν δεν το όριζε ο νόμος θα ήταν κολλητά σου, να απλώνει τη μπουγάδα του στη δική σου μπανιέρα κι εσύ να βάζεις την τσίγκινη ντουλάπα σου στο δικό του μπαλκόνι. Είναι οι νόμοι που μας καταπιέζουν, αν μας άφηναν θα είχαμε ακόμα πιο μεγάλα σπίτια, αλλά ας όψονται οι κρατούντες, που ορίζουν αναγκαστικά όρια στο χτίσιμο, συντελεστές δόμησης και τέτοια. Άσε που φτιάχνουν δρόμους ανάμεσα στα σπίτια μας, τους οποίους αν δεν είχαμε θα ήμασταν όλοι πιο ευτυχισμένοι. Κλεισμένοι μέσα στα ατομικά μας ανάκτορα, δεν θα μπορούσαμε να πάμε πουθενά και δεν θα έπρεπε το κράτος να πληρώνει τόσα λεφτά για δημόσιες συγκοινωνίες. Θα γλιτώναμε φόρους και ανθρώπινες ζωές. Αλλά τι περιμένεις από τις κυβερνήσεις; Στα οικόπεδα των παππούδων μας μάς υποχρεώνουν να αφήνουμε πεζοδρόμιο για να βάλουμε οχτώ ορόφους.

Ευτυχώς εμείς ξέρουμε να τρώμε πόντο πόντο αυτό το άχρηστο είδος, να απλωνόμαστε υπόγεια, υπέργεια, πάνω, κάτω και πλαγίως. Ακόμα και στα οικόπεδα εκτός σχεδίου μάς αναγκάζουν να χτίζουμε μόνο διακόσια τετραγωνικά, αλλά έχουμε βρει τον τρόπο τα διακόσια να γίνονται τετρακόσια. Οι Αμερικάνοι φταίνε, αυτοί επέβαλαν τέτοιους νόμους για να πάρουν την πρωτιά των μεγάλων σπιτιών. Τους κέρδισαν όμως οι Αυστραλοί! Και χάρις στις δικές μας άοκνες ιδιωτικές προσπάθειες μπήκε και η δική μας χώρα στην πρώτη πεντάδα.

Τρίτη 1 Δεκεμβρίου 2009

Δεξιά στροφή

Πάρ΄ το όοολο δεξιά.

Έλα, όπα, καλός είσαι! Μπουπ! Τώρα ακόμα καλύτερος. Έπεσες στον μπροστινό επάνω, αλλά δεν πειράζει, έχεις καλή θέση. Αρχηγός του κόμματος στο οποίο ανήκες προτού το εγκαταλείψεις και το εγκατέλειψες αφού το έριξες από την κυβέρνηση, και έκανες το δικό σου που απέτυχε και μετά σε ξαναπήρε εκείνο πίσω, αφού δεν αφήνει τα ταλέντα να πηγαίνουν χαμένα. Είναι παρηγορητικό αυτό, σε έναν τόπο που δύσκολα εκτιμά ταλέντα. Και με αντίπαλο την κόρη του πρωθυπουργού που σε είχε αναδείξει και μετά του γέννησες ένα μακεδονικό ζήτημα εκ του μη όντος, σαν να βάζεις μαγιά αποβραδίς σε λάθος σκεύος και να ξυπνάς με φουσκωμένο κάτι άγνωστο, το οποίο οφείλεις να το φας σ΄ αρέσει- δεν σ΄ αρέσει, και δεν τελειώνει ποτέ, όσο κι αν τρως. Και τρέφει εσένα, τρέφει κι άλλους πολλούς, ψωμάκι και αντίδωρο είναι. Και μετά να κερδίζεις την περί ου ο λόγος κόρη.

Κακοφυλαγμένη κόρη. Τι ωραίο μυθιστόρημα, τι πλοκή, απ΄ όλα έχει: πάθη, λάθη- αυτό ειδικάδυναστείες, ο παππούς, η γιαγιά, η θεία, ο εγγονός, εκδίκηση, άνοδο και πτώση, εξουσία και χρήμα. Γιατί να μην είναι ένα σενάριο, μια αφήγησηποταμός σε εικονογραφημένες σειρές, γιατί να πρέπει να το ζήσουμε σε καθημερινή βάση στην πολιτική μας ζωή τώρα, να μπλέκουμε με γυρίσματα που περιλαμβάνουν ολόκληρη την οικογένεια, όχι μόνο τις δικές τους αλλά και τις δικές μας, να πρέπει να παρακολουθούμε εκ του σύνεγγυς πλέον και με προσοχή τη σκέψη και τη στρατηγική του πρωταγωνιστή του που κάτι φέρνει από παλιούς ζεν πρεμιέ και σαν να το έχουμε ξαναδεί το έργο, ενώ υποτίθεται είναι τόσο πρωτότυπο και δεν ξέρουμε το τέλος; Ουφ. Τόση κούραση σε πρεμιέρα δεν έχει ξαναγίνει.

Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2009

Ρουτίνα πολιτικής βίας

Τετάρτη βράδυ παρακολούθησα στη Νομική τις ομιλίες των Μανδραβέλη, Ψυχογιού, Δαφέρμου, με θέμα την πολιτική βία. Το αμφιθέατρο ήταν γεμάτο φοιτητές, μόνο τρεις θα πρέπει να ήμασταν οι μεγαλύτεροι, σαν τη μύγα μες στο γάλα. Την ώρα της συζήτησης με το ακροατήριο μπήκε μέσα μια παρέα, τριαντάρηδες- σαραντάρηδες, μαυροντυμένοι, πολύ επιθετικοί, άρχισαν να βρίζουν τους ομιλητές, πήραν το μικρόφωνο, κάτι διάβαζαν που δεν ακούγαμε, πετούσαν απειλές. Οι φοιτητές τούς κάλεσαν στην αρχή να πάρουν μέρος στη συζήτηση, ύστερα τους αποδοκίμασαν ξεκάθαρα. Ένα παιδί τυφλό ούρλιαζε «γιατί το κάνετε αυτό;». Έφυγαν αφού πέταξαν αυγά στον Μανδραβέλη, που ήταν ο κυρίως στόχος τους.

Μετά τη θεωρία περί πολιτικής βίας, η πράξη...Φύγαμε κι εμείς, ακροατήριο και ομιλητές, όχι χωρίς φόβο μέχρι να βρεθούμε σε μέρος ουδέτερο.

Αλλά ποιο είναι το ουδέτερο μέρος; Στα Εξάρχεια σίγουρα όχι. Εκεί είχαν πετάξει αυγά στη Σώτη Τριανταφύλλου.

Αλλά και στη στοά Αρσακείου πριν από λίγες μέρες δεν είχε γίνει παρόμοια επίθεση στον Γκουρογιάννη που παρουσίαζε το βιβλίο του; Πού μπορεί να μιλάει ασφαλής ένας άνθρωπος που περνάει τη ζωή του προσπαθώντας να σκέφτεται, που μοχθεί να γράφει και να εκφράζεται, στην πόλη αυτή με τα άσυλα και τα στέκια των φασιστοειδών; Πρέπει να έχει ιδιότητες ηρωικές για να μπορεί κάποιος να εκθέτει τις ιδέες του δημόσια, αν ξεφεύγουν λίγο από τα στερεότυπα; Αυτό είναι που θέλουμε από την πνευματική ζωή στη χώρα μας; Να λουφάξει; Αυτό θέλουμε από τους αυτούς τους ανθρώπους; Να το βουλώσουν απαξάπαντες; Η χριστουγεννιάτικη ατμόσφαιρα, οι παρουσιάσεις βιβλίων θα είναι διαγωνισμός απειλών και φόβου; Ώς πότε θα το ανεχόμαστε αυτό ως πολίτες;

Πότε θα θυμώσουμε; Πότε θα γίνει εκείνη η διαδήλωση για το «φτάνει πια» στην τρομοκρατία;

Πέμπτη 26 Νοεμβρίου 2009

Πείτε μας κι εμάς το μυστικό σας

Oι κάτοχοι μεγάλης ακίνητης περιουσίας δεν δέχονται να πληρώσουν φόρο για την περιουσία τους, οι ελεύθεροι επαγγελματίες δεν δέχονται τεκμήρια για να φορολογηθούν και γενικά κανείς δεν δέχεται ότι υπάρχει λόγος να στερηθεί για το καλό της Οικονομίας, η οποία πάει κατά διαόλου.

Δεν πά΄ να φοβερίζουν Τρισέ και Αλμούνια. Ποιοι είναι αυτοί, τους ξέραμε και πέρσι; Δεν πά΄ να λέει ο Προβόπουλος ότι χρεοκοπούμε, οι ΠΑΜίτες κλείνουν τον δρόμο, τα σωματεία εμμένουν στις απόψεις τους, οι συνδικαλιστές είναι ανένδοτοι, οι υπάλληλοι δεν ακούν τους υπουργούς που τους διοικούν και όλοι κρατάνε τα μετερίζια τους μαχητικά και αποφασιστικά. Κάτι θα ξέρουν όλοι αυτοί και δεν μας το λένε, φαίνεται. Κάτι που πρέπει να το μάθουμε κι εμείς για να μην έχουμε άλλη αγωνία και αϋπνίες μήπως η χώρα μας πτωχεύσει, μήπως ρεζιλευτούμε διεθνώς και ευρωπαϊκώς. Γιατί να πιστεύουμε τους υπουργούς και τους οικονομολόγους, γιατί δεν πιάνουμε το μήνυμα των αδέκαστων, αλύγιστων, ακλόνητων διεκδικητών που απαιτούν και απαιτούν και ξανααπαιτούν με τόση άνεση και θάρρος;

Μήπως έχουμε ενσωματώσει στη συνείδησή μας την απλή πραγματικότητα που ζει ο κάθε μισθωτός, ότι δεν μπορεί να φοροδιαφύγει, και νομίζουμε ότι δεν μπορούμε να ζήσουμε μακριά από τις υποδομές του κράτους ή χωρίς την αξιοπρέπεια της χώρας, μήπως όλα αυτά είναι μια ψυχική μετάλλαξη που υποστήκαμε με τα χρόνια; Δηλαδή οι μισθωτοί- συνταξιούχοι και γενικώς οι μη φοροδιαφεύγοντες, μήπως έχουμε αποβλακωθεί, μήπως δεν βλέπουμε κάτι που όλοι οι άλλοι βλέπουν; Τι μυστικό ξέρουν αυτοί και δεν τους νοιάζει και συνεχίζουν να απαιτούν χωρίς να βλάπτεται το εγώ τους, να μας το πουν κι εμάς να ηρεμήσουμε λίγο;

Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 2009

Δεν θα μας πνίξουν τα πτυχία

Λοιπόν μην ανησυχείτε, δεν είναι και τόσο πολλοί οι πτυχιούχοι στην Ελλάδα τελικά. Άδικα σας πιάνει πανικός, ότι το πτυχίο σας θα χαθεί μέσα σε μια θάλασσα πτυχίων. Τελευταία στην Ευρώπη έρχεται η Ελλάδα, θα το είδατε φαντάζομαι. Και δεν την έκαναν την έρευνα τίποτα φιλόλογοι, οικονομολόγοι την έκαναν για να προτείνουν μέτρα παραγωγικότη- τας. Αν και παίρνει αξιοπρεπή χρήματα, το ελληνικό Πανεπιστήμιο έχει σχετικά πολλούς φοιτητές ανά καθηγητή, οι απόφοιτοι είναι οι λιγότεροι στην Ευρώπη, μόνο έξι πτυχιούχους κάθε χίλιους κατοίκους διαθέτουμε, ηρεμήστε. Δεν θα μας πλημμυρίσουν τα πτυχία πριν ανέβει έναν πόντο η θάλασσα. Λάθος η εντύπωση ότι παραπάνω άνθρωποι παίρνουν παραπάνω πτυχία από όσα χρειάζεται κι ότι η διάχυση της μόρφωσης θα μας οδηγήσει σε οικονομικό αδιέξοδο. Ακόμα στην άλλη πλευρά του λόφου βρισκόμαστε, δόξα τω Θεώ. Δεν μας απειλεί ούτε η υπερβολική μόρφωση ούτε οι υπερβολικά μορφωμένοι. Ίσως να μας απειλεί ακριβώς το αντίθετο. Και μιλώντας για μόρφωση ουσιαστική, που θα μπορούσε να δίνεται από το σχολείο, η έρευνα συμπεραίνει πως η κακή ποιότητα της Δευτεροβάθμιας κάνει και την Τριτοβάθμια να πιάνει πάτο στην αξιολόγηση. Όσο για το πόσο δημιουργικά ζει το προσωπικό των ΑΕΙ, επίσης δεν υπάρχει λόγος άγχους.

Λίγες οι δημοσιεύσεις, μικρή η αναπαραγωγή τους.

Μπορείτε να πάψετε να αισθάνεστε σαν προσωπική απειλή το πτυχίο του πλησίον σας και το μεταπτυχιακό του. Αν αριστεύει στις Πανελλήνιες υπάρχει πάντα η ελπίδα να τα παρατήσει στη διάρκεια των σπουδών. Έχουμε τον χαμηλότερο δείκτη αποφοίτησης. Αν πάλι συνεχίζει να προκόβει, υπομονή, τον περιμένει η απογοήτευση της μεταπτυχιακής Οδύσσειας. Μέχρι να φτάσουμε στην εποχή που θα ανθούν τα γράμματα και η επιστήμη, πού θα πάει, θα έχει γεράσει...

Η τιμή και το χρήμα του 10

Μα πώς είναι δυνατόν να περνάει στο Πανεπιστήμιο ένα παιδί που δεν παίρνει τη βάση; Ακόμα δεν καταργήθηκε αυτή η φοβερή μεταρρύθμιση της Ν.Δ. κι έχουν ξεσηκωθεί, ποιοι;

Άνθρωποι που πιστεύουν στη μόρφωση υποθέτει κανείς, και προσβάλλονται όταν στα ΤΕΙ Τεχνολογίας Τροφίμων, στα ΑΕΙ Γαλλικής Φιλολογίας περνάνε φοιτητές που δεν πήραν ούτε 10. Όμως το σύστημα εισαγωγής στα Πανεπιστήμια δεν χτίστηκε με το ποιος θα πάρει τη βάση, αλλά με το πόσοι χωράνε στις Σχολές. Στις περιζήτητες Σχολές. Εκεί πέφτει ο ανταγωνισμός και το χρήμα, για ιδιαίτερα, φροντιστήρια, ιδιωτικά σχολεία, εξ απαλών ονύχων. Στα χιλιοστά κρίνονται οι θέσεις σε Ιατρικές, Νομικές, Πολυτεχνεία, όλα αυτά τα πανάκριβα «δωρεάν». Το 10 στα 20 με αυτές τις συνθήκες δεν είναι καθόλου απλή υπόθεση. Μπορεί να είναι κάποιος ταλέντο, μπορεί να είναι επιμελής, αν δεν μπει στο σύστημα φροντιστηρίων, αν μένει ας πούμε σε χωριό, αν δεν έχουν χρήματα οι γονείς του, αν δεν μπορεί να παπαγαλίσει, αν δεν είναι σπασίκλας, όχι απλώς επιμελής, σπασίκλας αποφασισμένος να αποστηθίσει πράγματα που θα ξεχάσει την επόμενη μέρα, δεν το παίρνει το 10.

Αυτή είναι η κατάσταση, χρήμα, πολύ χρήμα και κόπος χωρίς ουσία πέφτουν στη χοάνη των Εισαγωγικών, χρόνια χάνονται στο Λύκειο, καταστρέφονται ταλέντα. Οι γονείς προλαβαίνουν να το ψυλλιαστούν παρακολουθώντας τα παιδιά τους. Οι καθηγητές το έχουν ίσως συνηθίσει, αν και τους βλέπεις να παλεύουν με την κατάθλιψη. Άλλοι όμως, άνθρωποι που πιστεύουν στη μόρφωση, δεν θέλουν να το δουν. Δεν αντέχεται τόσο πικρή αλήθεια, οπότε τι να κάνουν, τα βάζουν με τη βάση του 10, όπως κρύβεται κανείς πίσω από το δάχτυλό του, για να μη δει αυτό που δεν θέλει να παραδεχτεί.

Τρίτη 24 Νοεμβρίου 2009

Ακριβή, βρώμικη και αναίσθητη

Κάποτε ήταν το καμάρι μας αυτές οι λιακάδες. Δηλαδή μέχρι και πέρσι κάπως ξέφευγες από τη χειμωνιάτικη απαίτηση για συγκέντρωση δυνάμεων και σοβαρότητα και εργασία και δράση, κι όλα αυτά τα σκοτεινά. Με τη λιακάδα ξεκίναγες μια βόλτα στην Ερμού, στην Αρεοπαγίτου, στο Μοναστηράκι, χανόσουν για λίγο, ξεχνιόσουν πολύ.

Αυτό το φθινόπωρο η Αθήνα σου βγάζει τη γλώσσα μέσα από ένα είδος παραιτημένης απελπισίας. Σαν ζητιάνα είναι, σαν αλήτισσα ξεδοντιασμένη που γελάει με το χάλι της, και πιο πολύ απ΄ όλα μάλλον οι ζητιάνοι την εκφράζουν που την έχουν πλημμυρίσει.

Υπακούν βέβαια κι αυτοί στους νόμους προσφοράς και ζήτησης, αν δεν είχαν πελατεία θα έφευγαν, αλλά μαζεύονται, ο κόσμος μέσα στην κατάθλιψη τους δίνει λεφτά μπας και γλιτώσει από τη μιζέρια γενικώς.

Όμως η μιζέρια πυκνώνει, η βρώμα στους δημόσιους χώρους φαίνεται κάτι αθεράπευτο πια, έχει προχωρήσει κι έχει σκληρύνει σαν πουρί όχι μόνο στα κενά του πλακόστρωτου αλλά και στης ψυχής μας τα κενά που δύσκολα τα ανακαλύπτεις.

Αυτή η πόλη με τον πιο ακριβό εμπορικό δρόμο, με τις τόσο μεγάλες επενδύσεις στο κέντρο, με τα διατηρητέα της και τα νέα της φιλόδοξα και επεκτατικά σχέδια, δεν αντέχεται με τίποτα. Πρέπει να είσαι διαρκώς μέσα σε ένα αυτοκίνητο, να τη βλέπεις από το τζάμι, να μην τολμήσεις να βάλεις το πόδι στο έδαφός της το παρατημένο. Αυτό κάνουν όλοι οι άνθρωποι με λόγο και γραφίδες, δεν περπατάνε να βλέπουν πόσο πολύ σκουπίδι ανέχεται ο δήμος της, έτσι δεν έχουν πρόβλημα, γιατί μετά πώς θα μπορούσαν να είναι ευγενικοί με τον κύριο Κακλαμάνη και τους αντιδημάρχους στις κοσμικές συναντήσεις; Κι εμείς την επόμενη φορά καβάλα στο αυτοκίνητο θα πάμε και έξω από δω...

Παρασκευή 20 Νοεμβρίου 2009

Ο δήμος κάνει έκκληση

O δήμος κάνει έκκληση στους δημότες να μην αφήνουν τις σακούλες τους με τα απορρίμματα στους κάδους, έχουν απεργίες στη χωματερή. Μάλιστα. Πόσα χρόνια την ακούτε αυτή την έκκληση κάθε τόσο; Πόσες δεκαετίες η ίδια έκκληση, πόσοι δήμαρχοι έχουν περάσει;

Ακόμα δεν τέλειωσε η Γιορτή Ανακύκλωσης στο Σύνταγμα, ο δήμος κάνει έκκληση.

Ακόμα δεν μάζεψε το Σπίτι της Ανακύκλωσης, μια παράγκα με πλαστικοποιημένη τη φωτογραφία μιας Σουηδέζας μέσα σε μαργαρίτες, δεν βρήκε καιρό να την ανακυκλώσει, κάνει έκκληση. Μπορεί να είναι και Πολωνέζα η ξανθιά στη φωτογραφία. Έχει λόγους να χαμογελά και να κυλιέται στις μαργαρίτες, γιατί στον τόπο της θα μπορεί να βάζει σε χωριστές σακούλες τα πλαστικά, σε χωριστές τα γυαλιά, σε χωριστές τα χαρτιά, σε άλλες τα αποφάγια και να τα βγάζει έξω συγκεκριμένες μέρες, πράγμα για το οποίο εμείς εδώ ακόμα δεν θεωρηθήκαμε ώριμοι. Όμως αυτή δεν έχει τη χαρά της έκκλησης. Ξέρεις τι είναι να σου κάνουν έκκληση από το ραδιόφωνο πρωινιάτικο, ο κύριος δήμαρχος αυτοπροσώπως, τι τιμή, να ασχολείται με τα σκουπίδια σου; Να παραδέχεται ότι τρία χρόνια μετά που πήρε τη δημαρχία, είκοσι τρία χρόνια που βγάζει δημάρχους η παράταξή του, κι άλλα είκοσι δύο από τότε που απόκτησε ραδιοσταθμό να μας καλλιεργεί, και δεν ξέρω πόσα εκατομμύρια ευρώ και δισ. δραχμές μετά που έχει εισπράξει για να αλλάξει το σύστημα με τα σκουπίδια και πόσα εκατομμύρια ευρώ πρόστιμο στην Ε.Ε. που δεν το κάνει, να παραδέχεται λοιπόν πως άλλο δεν μπορεί να κάνει με τα σκουπίδια παρά εκκλήσεις σε μας;

Μεγάλη ανάταση. Βγάζουμε τη σακούλα στον βρωμερό σωρό με βαθιά απόλαυση, της δίνουμε και μια κλωτσιά να πάει ψηλά και ευφραίνεται η ταπεινότης μας...

Πέμπτη 19 Νοεμβρίου 2009

Λέξεις, λεξούλες, φοβισμένες

ΚΑΤΙ ΕΧΟΥΝ πάθει οι λέξεις τελευταία, κυκλοφορούν όλες σε υποκοριστική εκδοχή, φορούν το μίνι τους. Η αρχή έγινε με τις τιμές των πολυτελών αντικειμένων στα μαγαζιά, όσο πιο ακριβά ήταν τόσο πιο γλυκούλικα. Η τιμούλα της φουστίτσας είναι στα... έμπαινε και το «στα» μπροστά, όπως λέμε στα όρη στα βουνά και στα άγρια τα δάση, εκεί που θα βγείτε για σαφάρι θα δείτε την τιμούλα της φουστίτσας μαζί με άλλα άγρια θηρία. Ή μάλλον θηριάκια. Κι ύστερα επεκτάθηκε η ζούγκλα του υποκοριστικού, χαμογελαστή και γλυκούλα, επί παντός επιστητού.

Από την Α΄ Δημοτικού αποφοίτησε, άφησε τα παιδάκια και φοριέται στους ενηλίκους, έκανε τα πόδια ποδαράκια, τα γόνατα γονατάκια, ανεβαίνει ακάθεκτη στα κεφάλια και τα σφίγγει, τα στρίβει, τα ζουλάει, να τα κάνει σώνει και καλά κεφαλάκια. Πας να ψωνίσεις και ξεχνάς ποιος είσαι εσύ και ποια η οικογενειακή σου κατάσταση. Το παιδί μέσα σου ένα τίποτα θέλει να ξυπνήσει. Με τόσα μπλουζάκια, παλτουδάκια, καλτσάκια κ.λπ. χάνεις τον μπούσουλα και την αυτοσυνείδηση σε χρόνο μηδέν. Πάνε και τα ευρουλάκια χαρούμενα, εξαφανίζονται, να παίξουν κι αυτά στην παιδική χαρά. Πας στον γιατρό και σου τα κάνει όλα μικρούλια και ασήμαντα, σε ξανακάνει παιδί μόνο με τις τρυφερές του λεξούλες. Και γερός να είχες μπει, βγαίνεις ζαλισμένος από τα μεγέθη. Πας στη γυμναστική και γίνεσαι ξανά έξι χρονών, απορείς πώς φοράς ακόμα σαράντα νούμερο παπούτσι, και γιατί το σώμα σου δεν υπακούει σε αυτήν την πανδαισία μικρούλικων μελών; Νέοι και νέες κυρίως χρησιμοποιούν αυτήν τη μέθοδο, ίσως επειδή δεν θέλουν να μεγαλώσουν και νομίζουν ότι θα τρυφερέψει για το χατίρι τους ο κόσμος αν του απευθύνονται με υποκοριστικά. Αμάν βρε παιδιά, μη μας καταδικάζετε στον παλιμπαιδισμό από τώρα, τρομάξαμε να ωριμάσουμε!

Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2009

Κρύα σπίτια, ζεστή καρδιά

Όταν πιάνουν τα κρύα ονειρεύομαι τη Σουηδία. Δεν έχω πάει ακόμα, αλλά ξέρω ότι πολλοί Σουηδοί ονειρεύονται την Ελλάδα. Ο καθένας ονειρεύεται αυτό που του λείπει στη ζωή. Οι Σουηδοί ονειρεύονται ζεστά καλοκαίρια και χειμώνες ήπιους. Εγώ ονειρεύομαι ζεστά σπίτια σε χειμώνες ό,τι να ΄ναι. Αλλά θα είναι κρύοι φαντάζομαι. Δεν θα την πιάσει τη Σουηδία το θερμοκήπιο ακόμα.

Και να την πιάσει, είναι τόσο καλά οργανωμένη για το κρύο που θα αργήσει να φτάσει στην ελληνική κατάσταση. Εδώ που κάνει ζέστη πάντα. Ακόμα και με 10 βαθμούς Κελσίου κάνει ζέστη. Στο τρένο ανάβουν αιρ κοντίσιον, γιατί κάνει ζέστη. Στα μαγαζιά ανάβουν αιρ κοντίσιον, γιατί έχει ήλιο έξω. Στο σπίτι δεν ανάβουν καλοριφέρ, γιατί κάνει ζέστη. Ο μέσος όρος θερμοκρασίας μάς κατατάσσει στις ζεστές και ήπιες χώρες, οπότε κάνε υπομονή. Μα κρυώνω! Δεν έχει τώρα μέσο όρο, χειμώνιασε! Τουρτουρίζω!

Δεν μπορώ να βγω από το κρεβάτι! Υπομονή, χειμώνας είναι, θα περάσει! Μα πλήρωσα τόσα λεφτά για πετρέλαιο! Δεν πειράζει, τα χρειαζόμαστε για ώρα ανάγκης. Φόρα ένα θερμαντικό φανελάκι. Από αυτά που είναι για σκιέρ, ζεστά και λεπτά. Ρόμπα χοντρή. Παντόφλες με σκυλάκια. Ο κύριος του ισογείου ζεσταίνεται, παραπονιέται. Είναι απόστρατος αξιωματικός, δεν σηκώνει πολλά πολλά.

Πρέπει να μάθουμε να ζούμε σαν νεοσύλλεκτοι, με κακουχίες. Μειώνεται και η θητεία τώρα, πώς θα εξασκηθούμε στις στερήσεις, όταν γίνει πόλεμος; Τρέξε πάνω- κάτω στον διάδρομο.

Τρέχω πάνω- κάτω και ονειρεύομαι τη Σουηδία, σπίτια με υποδαπέδια θέρμανση, καλές μονώσεις, σοφές οικολογικές λύσεις.

Θα βρω έναν αφελή Σουηδό που θα νομίζει ότι στην Ελλάδα κάνει ζέστη, να ανταλλάξουμε έναν χειμώνα. Εκείνος θα έρθει εδώ να δει τι εστί βερίκοκο, εγώ θα πάω εκεί να ζεσταθεί το κοκαλάκι μου.

Τρίτη 27 Οκτωβρίου 2009

Diavolakos

Diavolakos

Diavolakos

Diavolakos

Diavolakos

Diavolakos

Κερδισμένες ώρες, χαμένα χρόνια

Ήταν η Κυριακή μεγαλύτερη χθες με την αλλαγή της ώρας και θα έπρεπε να νιώθω πιο ξεκούραστος και προνομιούχος. Γιατί δεν μου συνέβη; Έφταιγε η βροχή που ξεσπούσε κάθε τόσο απότομα και ματαίωνε τα σχέδια για βόλτα, έφταιγε η συννεφιά που κάνει τον ουρανό να χαμηλώνει και χρωματικά να αναμειγνύεται με τα βρώμικα τσιμέντα της Αθήνας; Δεν μου φάνηκε η ώρα που μας χάρισαν, δεν την ευχαριστήθηκα, έφυγε κι αυτή βιαστικά σαν όλες τις συνηθισμένες. Από πού την πήραν, άρχισα να αναρωτιέμαι, και μου τη σερβίρουν τώρα μέσα σ΄ αυτό τον παλιόκαιρο; Και ψάχνοντας να βρω κλεμμένες ώρες βρέθηκα να μετράω κλεμμένα χρόνια στη ζωή, που πάντα κάνεις λάθος τους υπολογισμούς και πάντα αλλιώτικος σου βγαίνει ο λογαριασμός. Φταίει το ότι ο χρόνος του μέλλοντος πάντα επενδύεται με ελπίδες, φαντάζεσαι το μέλλον απελευθερωμένο, χειραφετημένο, λες και ο χρόνος από μόνος του θα τα αλλάξει όλα. Η έννοια του χρόνου εμπνέει όρους που μας μπερδεύουν, ας πούμε τη λέξη «καθυστέρηση». Ήμασταν παιδιά και μαθαίναμε πως η Ελλάδα ήταν σε όλα λίγο καθυστερημένη λόγω προηγούμενων καθυστερήσεων, είχαμε πιστέψει όμως πως κάπως θα έτρεχε στο μεταξύ να προλάβει τους άλλους και όταν θα μεγαλώναμε θα βρίσκαμε τα πράγματα κανονικά και όπως πρέπει.

Μεγαλώσαμε και οι παλιές καθυστερήσεις έγιναν ιδιαιτερότητες, δεν βιάζονται καθόλου να προλάβουν, κοιτάζουν πίσω ευχαριστημένες, νωχελικά απολαμβάνουν τη λιακάδα και σαν γατούλες γλείφουν το γυαλιστερό τους τρίχωμα. Νωχελικά κι εσείς χαζέψτε στη λιακάδα μας λένε, έτοιμες να βγάλουν νύχια αν εμφανιστεί απειλή ταχύτητας και αλλαγής. Μόνο η συννεφιά τούς το χαλάει. Μια ώρα περίσσευμα ξαφνικά την Κυριακή τη συννεφιασμένη, όπου το ρίχνεις στην περισυλλογή και μετράς κερδισμένες ώρες και χαμένα χρόνια.

Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2009

Στρίφωμα βαρβαρότητας

Πώς το κάνουν οι Γάλλοι: αποφασιστικά και με μπουλντόζες. Αναφανδόν, με κάμερες και ρεπόρτερ να παρακολουθούν, διώχνουν τους μετανάστες. Χωρίς να τους αγγίζουν ανθρώπινα χέρια, εκτός από τους εθελοντές που μαζεύονται για να τους παρηγορήσουν. Κόβουν μέχρι και τα δέντρα που στήριζαν τις τέντες. Πρόδωσαν τα δέντρα, να εκτελεστούν. Και οι φιλήσυχοι πολίτες της Γαλλίας μπορούν υποτίθεται να κοιμούνται ήσυχοι, αφού το κράτος τους αρχίζει να απελαύνει τους Αφγανούς, που ούτε η Βρετανία τούς δίνει άσυλο. Είναι σαν να αποκτάει η Ευρώπη ένα περιθώριο, ένα στρίφωμα, τους ανθρώπους που σωριάζονται στα πόδια των συνόρων της. Ποιος το φανταζόταν από τη δική μας γενιά, όταν μάθαινε στο σχολείο για τις αρχαίες κοινωνίες, τις αποικίες, τις εκστρατείες, τους εξανδραποδισμούς, τα σκλαβοπάζαρα και τις γαλέρες, τους πειρατές και τους μακροχρόνιους πολέμους ή τους σύντομους πολέμους με τους πολλούς νεκρούς στον καιρό των γονιών και των παππούδων μας, κι ένιωθε περήφανος ως άνθρωπος που έχουμε ξεπεράσει την εποχή της βαρβαρότητας, ποιος το φανταζόταν τι μορφές θα έπαιρνε η βαρβαρότητα στην εποχή μας;

Και μάλιστα με στόχο- ή με άλλοθι- να προστατεύσει τον δικό μας προχωρημένο και φιλοσοφημένο πολιτισμό; Αλλά θα πρέπει να ήταν πάντα έτσι, πάντα για να προστατευθούν κάποιες κατακτήσεις, ένα επίπεδο πολιτισμού ορισμένων, πόλεων, προνομιούχων τάξεων, χωρών, πάντα έτσι δεν γίνονταν οι βαρβαρότητες;

Κι ύστερα τι συνέβαινε συνήθως; Είχαν αποτέλεσμα, προστατευόταν ο πολιτισμός ή απλωνόταν η βαρβαρότητα ύπουλα και στρεφόταν εναντίον των ίδιων των προστατευομένων της και τους έκανε σιγά σιγά θύματα και τους ίδιους των μέσων που είχαν χρησιμοποιήσει; Έτσι δεν γινόταν συνήθως; Ποιος μπορεί να φανταστεί τώρα τι μορφές θα πάρει αυτή η στροφή, πώς θα γυρίσει εναντίον μας, των Ευρωπαίων που γίναμε πια όλοι;

Τρίτη 15 Σεπτεμβρίου 2009

2001-2009: Μια αιωνιότητα-και μια μέρα

Το χτεσινό μεσημέρι με βρήκε από μια παλαβή σύμπτωση στο ίδιο σημείο όπου βρισκόμουν το φοβερό μεσημέρι της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001... Μπροστά στην ίδια θάλασσα, στο ίδιο εξοχικό σπίτι, με την τηλεόραση αφηρημένα ανοιχτή να παίζει τα τελευταία νέα... Σαν σε ταινία φαντασίας βλέπω τον εαυτό μου: Είμαι οκτώ χρόνια νεότερος και οκτώ κιλά λιγότερα. Φοράω το μαγιό μου . Ανυποψίαστος εντελώς για το ότι ακριβώς μπροστά στα μάτια μου τελείωνε ο κόσμος - όπως τον ήξερα.
Πέρασαν πολλά λεπτά μέχρι να καταλάβω ότι αυτό που παίζει στην τηλεόραση δεν είναι ταινία, ούτε αρχείο, ούτε φάρσα. Ενα αεροπλάνο έχει πέσει πάνω στον ένα από τους δύο πύργους του Διεθνούς Κέντρου Εμπορίου στο Μανχάταν. Ολες οι συχνότητες, των (λίγων) καναλιών που πιάνει η ασπρόμαυρη τηλεόραση με τη χάλια λήψη, δείχνουν το ίδιο πλάνο. Τρελαίνομαι. Αρχίζω τα τηλέφωνα. «Τι ξέρετε;». Κανείς δεν ξέρει τίποτα. Ολοι υποθέτουν διάφορα.

Την ώρα που όλοι ρωτάμε όλους, στουκάρει σε παγκόσμιο live και το δεύτερο αεροπλάνο, στον δεύτερο πύργο. Και τότε, πραγματικά, ο κόσμος τελειώνει μαζί με την -όποια- αθωότητά μας - κι ένας καινούργιος κόσμος αρχίζει. Οχι πολύ συμπαθητικός - και χάλια τον λες.

Κι όμως, επιζήσαμε. Οκτώ χρόνια αργότερα, ο «κόσμος», τραυματισμένος, αλλαγμένος, σφαγμένος, κι ωστόσο κάπως συνεχίζει να υπάρχει. Η «Αποκάλυψη» δεν ήρθε, τουλάχιστον όχι με τη μορφή που φανταζόμασταν τότε. Ο κόσμος δεν «τελείωσε» στα αλήθεια, απόδειξη ότι είμαι πάλι εδώ, στο ίδιο -αιφνιδίως- παραθαλάσσιο σπίτι, την ίδια ημερομηνία, οκτώ χρόνια, οκτώ κιλά και μία ολόκληρη ζωή μετά. Ο κόσμος, τελικά, δεν «τελειώνει» τόσο εύκολα. Απλώς αλλάζει: Μερικές φορές με σοκ και δέος κι άλλες φορές ύπουλα, ανεπαίσθητα, χωρίς καλά καλά να το καταλάβουμε πώς μας χτύπησε Ο Μεγάλος Ασύλληπτος Τρομοκράτης. Που για ακόμα μία φορά αποδεικνύεται πως δεν είναι άλλος από τον Χρόνο.

Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου 2009

11 Σεπτεμβριου

Επανάσταση στη γωνία

Στη γωνιά την παραπάνω άνοιξε ξανά ο φούρνος που επί μήνες ανακαινιζόταν και ήταν κλειστός. Μεγάλη ανακαίνιση, το καλό πράγμα αργεί. Στους τοίχους μπήκαν καθρέφτες, αστραποβολά το μαγαζί. Καινούργια τα πάντα, μέχρι τα εξωτερικά κουφώματα, μέχρι τη διακόσμηση της τζαμαρίας προς τον δρόμο. Η ανακαίνιση μάλιστα πέρασε τα τετραγωνικά του οικοπέδου, προχώρησε στον κοινόχρηστο χώρο του πεζοδρομίου. Οι τσιμεντόπλακες μπροστά στον φούρνο ξεχωρίζουν, δεν είναι απλώς πιο καθαρές από τις άλλες, είναι και πιο άσπρες, θα πρέπει να τις έξυσαν με το ειδικό εργαλείο για να φύγει από πάνω τους η συνήθης μαυρίλα. Και γύρω από τα δέντρα του δήμου έφτιαξαν πεζουλάκι και γύρω από το πεζουλάκι έβαλαν έναν μικρό χαμηλό ξύλινο φράχτη, διακοσμητικό εντελώς, με καμιά άλλη χρησιμότητα εκτός από το να αναδεικνύει την παρουσία των δέντρων, να νιώθουμε ανεβασμένοι, περπατώντας στην Κερκύρας, για τα προσεγμένα δέντρα μας.

Δούλεψαν οι άνθρωποι δηλαδή κάμποσο παραπάνω, ξόδεψαν κάποια λεφτά, αγόρασαν υλικά και πλήρωσαν μεροκάματα για να μερεμετίσουν και να ομορφύνουν το πεζοδρόμιο γύρω από το μαγαζί τους.

Υπήρχε μέχρι τώρα η μόδα μιας λουρίδας από πλαστική πράσινη μοκέτα σε σχήμα γκαζόν, δηλαδή τριχωτή, με την οποία μερικά νυχτερινά μαγαζιά προσπαθούσαν να διαχωρίσουν τη θέση τους από την τσιμεντένια καθημερινότητα υποτίθεται, αλλά τόση φροντίδα για τον περιβάλλοντα χώρο δεν τη συναντάς κάθε μέρα.

Αντίθετα, έχω προσέξει σε μέρη ωραιότερα από την Κυψέλη, μαγαζάτορες να αδιαφορούν για τη βρώμα που οι ίδιοι προκαλούν γύρω από το μαγαζί τους, έστω κι αν υποβαθμίζεται η πιθανότητα προσέλευσης πελατών. Εδώ έγινε μια μικρή επανάσταση, μικρή μπροστά στο μήκος της οδού, όχι μπροστά στην άβυσσο της αντικοινωνικής νοοτροπίας μας. Εκεί είναι τεράστια.

Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου 2009

Τηλεμαθήματα

Όλα θα τα κάνουν, όλα. Όλα για τα παιδιά μας. Για να μην κολλήσουν γρίπη. Και τις απουσίες θα τις χαρίσουν, και τα σχολεία θα τα κλείσουν όσο χρειαστεί, σιγά τώρα, δεν χάθηκε ο κόσμος, η υγεία είναι το παν. Και τηλεοπτικά μαθήματα από το κανάλι της Βουλής, να ανέβει και η ακροαματικότητά του.

Είτε από την ΕΡΤ, να ανέβει η δική της ακροαματικό- τητα. Άνευ διδασκάλου στο σπίτι, ευχάριστα και υγιεινά, μακριά από τις κακές παρέες, να μη χαλάει και ο ύπνος ο πρωινός. Να μην εκτίθεται καν το παιδί στα μικρόβια. Και με Ίντερνετ μαθήματα, τι άλλο θέλετε; Μόνο μη ζητάτε να μπει υγρό σαπούνι στις τουαλέτες, αυτό δεν είναι διαδραστικό βρε παιδιά. Και μπουκάλια με απολυμαντικό, μα πώς το λέτε έτσι; Τι είναι δηλαδή οι άνθρωποι, να τρέχουν σε κάθε τουαλέτα κάθε σχολείου και να κοιτάνε αν έχει μπουκάλι με απολυμαντικό; Και στοίβες πετσέτες μιας χρήσης, πού να βρούμε τώρα τελευταία στιγμή προμηθευτές, ξεχάσαμε πώς γίνονται κιόλας αυτές οι δουλειές. Έτσι εύκολα το λέτε εσείς από την καρέκλα σας. Έχετε πάει τώρα τελευταία σε σχολική τουαλέτα; Ξέρετε τι δράμα σιωπηλό έχει παιχτεί εδώ και είκοσι χρόνια στις σχολικές τουαλέτες; Τι πηγή περικοπών και οικονομιών υπήρξαν, και ελπίδων ότι θα σιάξουν τα οικονομικά και θα έρθουν στα ίσια τους τα έξοδα;

Βλέπετε όταν καθυστερούν τα δωρεάν βιβλία όλοι φωνάζουν, αλλά για τις τουαλέτες δεν φωνάζει κανείς, είναι ντροπή.

Κάνεις υπομονή και πας στο σπίτι σου, έτσι μαθαίνουν οι μαμάδες τα παιδιά τους. Τώρα θέλουμε κι απολυμαντικά. Για να ξέρουμε για ποιο πράγμα μιλάμε, εκλογές έχουμε, κάντε έναν κόπο στις 4 Οκτωβρίου που θα πάτε στα σχολεία να ψηφίσετε, ανοίξτε μια τουαλέτα έτσι από περιέργεια. Και επανερχόμαστε.

Τρίτη 8 Σεπτεμβρίου 2009

Νέο έργο επειγόντως

Το κάναμε μόδα και έγινε συνήθειο, που έλεγε και το Κολλητήρι του Καραγκιόζη. Εκλογές κάθε φθινόπωρο, εκεί στην παραζάλη. Να έχεις εγκαταλείψει για λίγο την ενημέρωση κι εκείνη να σε εκδικείται, ότι έχασες επεισόδια. Που δεν έχασες επεισόδια, γιατί τα έχεις ξαναδεί, και κατά βάθος τα ξέρεις. Φαίνεται να μοιάζει με το προπέρσινο καλοκαίρι. Αύγουστος ήταν, δεν ήτανε θαρρώ; Δυο χρόνια πριν. Που λιαζόμασταν και χαλαρώναμε και ξεχνούσαμε τη σκληρή πραγματικότητα, την πολύ σκληρή. Τουλάχιστον προσπαθούσαμε. Πάλι είχε σαλπίσει ο ίδιος άνθρωπος, εκλογές! Πάλι είχε καεί η Πάρνηθα, είχε καεί η Ηλεία, είχαν πεθάνει άνθρωποι στις φλόγες. Και η Πάρνηθα δεν ξαναπρασίνισε, για να μπορεί να ξανακαεί. Βρέθηκαν άλλα δάση να καούν, άλλα σπίτια, άλλοι άνθρωποι, ίδια γεύση ανικανότητας και πανικού, ίδιες εκκλήσεις για νωπές εντολές. Άντε να καθιερώσουμε κάθε φθινόπωρο εκλογές, μαζί με τα σχολικά, να τελειώνουμε. Να καίμε το καλοκαίρι, να ψηφίζουμε το φθινόπωρο. Με μια από εκλογές ξεχνιέμαι. Ή θυμάμαι τα παλιά, με αυτό το «Φταίνε τα πεύκα» ας πούμε. Θυμίζει εκείνο το παλιό, ότι έφταιγαν οι κουκουνάρες, που είχε πει ο Ράλλης λίγο πριν χάσει τις εκλογές κι εκείνος. Εκ του μέρους στο όλο, από τις κουκουνάρες στα πεύκα. Να το δούμε σαν πρόοδο; Πόσες δεκαετίες πριν ήταν που έφταιγαν οι κουκουνάρες; Ακόμα δεν συμμορφώθηκαν οι ανεπίδεκτες. Πολύ πίσω έχει μείνει η πολιτική εκπαίδευση των δέντρων σ΄ αυτό τον τόπο. Κάποτε το έγραφαν τα σινεμά: Ραντεβού το Σεπτέμβρη με νέο έργο. Τώρα έχουμε την Μπιενάλε των εκλογών, απορρόφησε η πολιτική το θέαμα. Να είναι όμως νέο, παρακαλώ πολύ. Φτάνει πια το ίδιο σενάριο. Νέα υπόθεση, νέο ντεκόρ, νέος σκηνοθέτης. Ίσως και νέοι θεατές.

Παρασκευή 4 Σεπτεμβρίου 2009

Χαμένος παράδεισος

Δεν μπορείς να γνωρίσεις, λες, έναν τόπο αν δεν τον μυρίσεις, αν δεν τον περπατήσεις. Στα νησιά, όμως, η βουτιά κάνει τη διαφορά, καθώς τα νερά αλλάζουν χρώμα ανάλογα με την εποχή και την ώρα. Αν δεν ανοίξεις τα μάτια σου χωρίς τη μάσκα μέσα στο νερό πώς μπορείς να ξεχωρίσεις τη μια θάλασσα από την άλλη; Πώς ξέρεις αν άλλαξε με τα χρόνια που πέρασαν, αν βιάζεσαι να ανέβεις στον αφρό για να ρουφήξεις αέρα από τον αναπνευστήρα; Πώς μπορείς να νοσταλγείς χωρίς να βουτήξεις; Πάνω στα βράχια, στην άμμο ή στην άκρη μιας βάρκας, πριν πέσω στη θάλασσα αναζητώ τον ήλιο. Τον θέλω να φωτίζει φευγαλέα τον δρόμο προς τον βυθό για να σπρώξω πρώτα με τα χέρια το νερό κι αφού ξεχάσω τη στεριά, να ανοίξω τα μάτια. Βλέπεις, είναι η ορμή, χρόνια τώρα, κολλημένη στη λαχτάρα. Σπαρταριστή και ψαρίσια. Άλλοτε της προσμονής κι άλλοτε της φυγής. Σαν αυτή που ώθησε τον Βασίλη και μένα να κουβεντιάζουμε για ώρες στην πλώρη, έξω από ένα νησί- τη Μονή- μια σπιθαμή γης, δίπλα στην Αίγινα. Βούτηξα για να ξεφύγω από τις μνήμες μου, με το σχοινί παραμάσχαλα και έδεσα τη βάρκα. Ο Βασίλης, Έλληνας εξ Αιγύπτου, που ήρθε πριν από 50 χρόνια από το Κάιρο στην Αθήνα, μιλούσε για τον πατέρα του Γιώργο, που γεννήθηκε στη Μενεμένη, ένα χωριό έξω από τη Σμύρνη. Η ταυτότητά του έγραφε, όπως μου είπε, «Ελληνική Διοίκηση Σμύρνης». Με αυτήν ταξίδεψε για Αίγυπτο το 1921, έναν χρόνο πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή. Μπρος στα μάτια μου ακόμα ζωντανή η εικόνα της καμένης αττικής γης. Στον βυθό οι πρόσφυγες της Ανατολής. Πίσω στην Αθήνα οι λαθρομετανάστες από τη Λέσβο. Αιολική φθινοπωρινή γη, χωρίς μια στάλα άνοιξης, στον δρόμο της επιστροφής.

Παρασκευή 28 Αυγούστου 2009

Δέκα

«Οι Αρουμπάγια είναι ο πιο άγριος ινδιάνικος λαός της νότιας Αμερικής. Ο μοναδικός λευκός που πλησίασε ποτέ τα εδάφη τους εξαφανίστηκε πριν από δέκα χρόνια και δεν επέτρεψε ποτέ». Με τη μούρη χωμένη στο «Σπασμένο Αυτί», ένα από τα πιο συναρπαστικά τεύχη του «Τεν Τεν», προσπαθώ επιμόνως -και ασκόπως- να γίνω πάλι δέκα χρονών. Ενα σκιερό σπίτι πάνω στη θάλασσα σαν αυτά που μόνο στις ξεχασμένες δεκαετίες του εβδομήντα μπορούσε να βρεις. Παράταιρα σεντόνια, γιαγιάδες, παππούδες, σαν ταινία, μόνο εμείς είμαστε οι ηθοποιοί... Παντού τσιρίδες, νερά, ποδοβολητά και παιδιά: άκρες μιας μεγάλης οικογένειας που ήρθε από παντού -και δύσκολα- για να βρεθεί λίγα εικοσιτετράωρα. Το μεσημέρι έχει τζιτζίκια και σκιές κι ένα μηχανάκι που φέρνει τις εφημερίδες για τον παππού, ο οποίος είναι ο μόνος που διατηρεί μια στοιχειώδη επαφή με την πραγματικότητα, έτσι ώστε να μας ειδοποιήσει αν -ο μη γένοιτο- έρθει το τέλος του κόσμου. Ή εκλογές ή κάτι ανάμεσα. Ολοι οι άλλοι τσούρμο ανεξέλεγκτο, είμαστε τριών και επτά και -το πολύ- δέκα. Τρώμε και τσαλαβουτάμε και χαχανίζουμε και μιλάμε ελάχιστα έως καθόλου για «μεγαλίστικα» πράγματα. Κάθε δεκάχρονος ξέρει ότι οι υποθέσεις των μεγάλων είναι αφόρητα βαρετές. Ποιες εκλογές και χρεοκοπίες και οικονομικές κρίσεις; Εμείς σώζουμε τον κόσμο από φοβερές καταστροφές και απαίσιους εχθρούς, από άγριους Ινδιάνους και βέλη ποτισμένα σε δηλητήριο κουράρε. Στα διαλείμματα, καταπίνουμε παγωτά και καρπούζια και τηγανητές πατάτες σαν να μην υπάρχει αύριο. Τις νύχτες, αντί για τηλεόραση, ακούγεται πάντα, κάπου, μια φωνή να διαβάζει σε κάποιον ένα παραμύθι. Κοιμόμαστε όπου βρούμε κι όπως λάχει. Δεν κοιτάζουμε τις βαλίτσες. Αύριο, αύριο που θα τις μαζέψουμε, θα βρούμε μέσα τους τις αληθινές μας αποσκευές. Τις πραγματικές ηλικίες, τα οδυνηρά τραύματα και τους φόβους του καθενός. Αύριο, αύριο που θα μαζέψουμε τις βαλίτσες για να διαλυθούμε εμείς. Οχι σήμερα. Σήμερα είμαστε ακόμα δέκα χρονών... Σήμερα είμαστε ακόμα οικογένεια.

Παρασκευή 21 Αυγούστου 2009

Διαδήλωση θεριακλήδων κατά της απαγόρευσης του καπνίσματος

ΠΕΡΙΠΟΥ ΧΙΛΙΑ άνθρωποι, στην πλειοψηφία τους ιδιοκτήτες καφενείων, διαδήλωσαν χθες έξω από το υπουργείο Υγείας στην Άγκυρα διαμαρτυρόμενοι για την πρόσφατη απαγόρευση του καπνίσματος σε καφενεία, μπαρ και εστιατόρια της Τουρκίας. Έχοντας συρρεύσει στην τουρκική πρωτεύουσα από διάφορα μέρη της χώρας ύστερα από έκκληση του σωματείου τους, οι ιδιοκτήτες, κρατώντας πλακάτ κατά της κυβερνητικής απόφασης που ισχύει από τις 19 Ιουλίου, απαίτησαν την τροποποίησή της με την προσθήκη πρόβλεψης για τη δημιουργία καπνιστηρίων στα καταστήματά τους. Η απαγόρευση είναι προς το παρόν σχετικά ανεκτή στην Τουρκία λόγω της καλοκαιρίας, καθώς οι καπνιστές μπορούν να επιδίδονται στη συνήθειά τους χρησιμοποιώντας τους ανοικτούς χώρους των καφενείων. «Θέλουμε δουλειά και ψωμί», ή «Μην προσθέτετε κρίση στην οικονομική κρίση», έγραφαν ορισμένα πανό, ενώ ένα από αυτά στηλίτευε το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) του Ταγίπ Ερντογάν, το οποίο επέβαλε τον περιορισμό. Η απαγόρευση του καπνίσματος στους κλειστούς χώρους είναι ένα μέτρο που υποστηρίζει σθεναρά ο πρωθυπουργός, φανατικός πολέμιος του καπνού. Σύμφωνα με τα στοιχεία του συνδικάτου εμπόρων Τesk, η πελατεία των καφενείων έχει μειωθεί περίπου κατά 20% από την ημέρα που τέθηκε σε ισχύ η απαγόρευση.

Δευτέρα 17 Αυγούστου 2009

Εκατοντάδες Ιρακινοί νεκροί σε ομοφοβικές επιθέσεις

Αυξάνονται ραγδαία στο Ιράκ τα βασανιστήρια και οι ομαδικές εκτελέσεις ανδρών, για τους οποίους υπάρχουν υποψίες ότι είναι ομοφυλόφιλοι. Σύμφωνα με την οργάνωση προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων Human Rights Watch, που εδρεύει στη Νέα Υόρκη, οι αρχές δεν κάνουν τίποτα για να αποτρέψουν αυτές τις βιαιότητες. Σύμφωνα με την έκθεση της οργάνωσης, εκατοντάδες άνδρες έχουν απαχθεί, βασανιστεί και δολοφονηθεί φέτος στην σιιτική συνοικία Σαντρ Σίτι της Βαγδάτης, προπύργιο της ένοπλης οργάνωσης «Στρατός του Μάχντι», επικεφαλής της οποίας είναι ο ακραίος σιίτης ηγέτης Μοκτάντα Σαντρ. Η έκθεση αποκαλύπτει ότι είναι αδύνατο να διαπιστωθεί ο ακριβής αριθμός των θανάτων, αλλά οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για εκατοντάδες νεκρούς. Θύματα που έχουν επιβιώσει από τις ομοφοβικές αυτές επιθέσεις καταγγέλλουν ότι οι δράστες πραγματοποιούν εφόδους σε σπίτια και ανακρίνουν τα θύματα, προκειμένου να τους αποσπάσουν ονόματα άλλων πιθανών στόχων, πριν τα δολοφονήσουν. Οι Ιρακινοί γιατροί και οι υπάλληλοι του νεκροτομείου κάνουν επίσης λόγο για ακρωτηριασμούς των θυμάτων. Σύμφωνα με το Human Rights Watch, οι συγγενείς των θυμάτων όχι μόνο αποκρύπτουν τις επιθέσεις, διότι θεωρούν το ζήτημα της ομοφυλοφιλίας χειρότερο και από το ίδιο το έγκλημα που διαπράχθηκε, αλλά μάλιστα πολλές από τις επιθέσεις πραγματοποιούνται από μέλη της οικογένειας των θυμάτων και έχουν τον χαρακτήρα «εγκλημάτων τιμής». Οι θύτες δικαιολογούν τις πράξεις τους με το αιτιολογικό ότι τα θύματα «συνιστούν απειλή για την ανδροπρέπεια των Ιρακινών».

Παρασκευή 7 Αυγούστου 2009

Νέες συνήθειες

Πλύντε τα χέρια προσεχτικά, γράφει η ταμπέλα στο μπάνιο του νοσοκομείου, κι από κάτω οδηγίες, πώς είναι το καλό πλύσιμο των χεριών. Αν νομίζατε πως ξέρατε, είστε γελασμένοι. Πρέπει να μάθετε νέες κινήσεις που θα κάνουν τα ακροδάχτυλα σε σχέση με το εσωτερικό της παλάμης, μια εξαντλητική γνωριμία των δαχτύλων μεταξύ τους. Ποτέ πριν δεν θα είχαν επιδοθεί σε τέτοιες περιπτύξεις οι ρώγες των δαχτύλων με τις γραμμές της ζωής και της καρδιάς, αλλά ζωή και καρδιά τώρα πια κρέμονται από κάτι τέτοιο. Κι έξω από το γραφείο του γιατρού ξηρό αντισηπτικό, μην ξεχάσεις να το τιμήσεις φεύγοντας. Νέες συνθήκες, νέες συνήθειες. Και με τις παλιές τι θα γίνει; Εκείνες τις ωραίες χειραψίες που μας έδιναν το στίγμα του ανθρώπου μόλις τον γνωρίζαμε, μάλλον πρέπει να τις ξεχάσουμε. Και τα σταυρωτά φιλιά στους αγαπημένους, στους φίλους, στους συγγενείς; αυτή την τόσο μοντέρνα χαιρετούρα, την τόσο ζεστή, που ακόμα κι όταν την κάνεις με προσοχή να μη σου χαλάσει το μακιγιάζ σε φέρνει δίπλα στο πρόσωπο του άλλου και σε γεμίζει θέρμη, τόση που καμιά φορά φτάνει στην αμηχανία; Αυτή τη συνήθεια που καμιά φορά είναι μια ολόκληρη μικρή δοκιμασία, ωστόσο πάντα ενδιαφέρουσα, κι ακόμα κι απρόθυμα όταν την κάνεις πάντα κάτι σου προσφέρει, είτε την ικανοποίηση της επαφής, είτε τη συγκέντρωση πληροφοριών για το δέρμα και τον αέρα που τριγυρίζει τον άλλον, θα την πετάξουμε; Τι κώδικες θα βάλουμε στη θέση της, νοήματα με το χέρι, νεύματα φιλικά, χαμόγελα εξ αποστάσεως; Κάτι τέτοιο, ώσπου να αρχίσουμε να κυκλοφορούμε με μάσκες που θα κρύβουν τα χαμόγελα. Οπότε δεν θα μπαίνουμε καν στον κόπο. Θα περιοριστούμε στις ανταλλαγές αγγιγμάτων ανάμεσα στα ίδια μας τα δάχτυλα.

Τρίτη 4 Αυγούστου 2009

Υπεράνθρωποι - υπάνθρωποι

Κατεβαίνω αργά τον στριφογυριστό δρόμο που πάει στη θάλασσα, να μπω στο νερό να γιατρέψω την πονεμένη μέση μου, θα είναι η κούραση του χειμώνα, την κάνει να πονάει τώρα που ξεκουράζομαι. Σε μια στροφή δυο εργάτες φτιάχνουν ένα τοιχάκι. Ο ένας φοράει κορσέ από αυτούς που κρατάνε τη μέση, σαν αυτό που θα έπρεπε να φοράω κι εγώ. Αλλά εγώ πάω για μπάνιο στη θάλασσα, δεν βρίσκομαι στο ύπαιθρο να χτίζω τοιχάκια μεσημεριάτικα και κυριακάτικα. Σε λίγη ώρα το κεφάλι μου θα βουτήξει στο δροσερό νερό, κι όλοι οι πόνοι θα γιατρευτούν, η ζέστη θα γίνει ευεργετική σύντροφος στη θαλασσοθεραπεία. Ενώ αυτός θα μείνει εκεί, να τελειώσει τη δουλειά του, δεν έχει άλλη επιλογή από αυτό τον στενό κορσέ, ο οποίος δεν μπορεί να τον προστατέψει από το να πονάει περισσότερο το βράδυ. Τον προσπερνάω γρήγορα, ζει σε ένα σύμπαν παράλληλο, όπως όλοι οι άνθρωποι που έρχονται παράνομα να δουλέψουν στις πιο σκληρές δουλειές και τους θεωρούμε ένα είδος πέρα από τον πόνο και την κούραση. Αφού στοιβάζονται στα σαπιοκάραβα έχοντας πληρώσει τιμές κρουαζιερόπλοιου για να φτάσουν στην Ευρώπη και να δουλέψουν με όποιους όρους τους προσφερθούν, σημαίνει ότι είναι άφθαρτοι. Δεν αρρωσταίνουν, δεν κουράζονται, δεν πονάει η μέση τους, δεν παθαίνουν τίποτα, είναι αντοχής, παντός καιρού και πάσης κακομεταχείρισης. Είναι σαν υπεράνθρωποι, δεν παθαίνουν τίποτα. Υπεράνθρωποι, και ταυτόχρονα υπάνθρωποι, για να αντέχουν τόσο πολύ δεν θα είναι σαν και μας. Γι΄ αυτό τους προσπερνάμε βιαστικά, κάνουμε πως δεν είδαμε, να μη φθαρεί στο θέαμά τους η στοργή για τον εαυτό μας, για τους δικούς μας. Έχουμε άλλα δικαιώματα εμείς, άλλες ανάγκες, κι ίσως δεν τον πονάει η μέση βρε αδερφέ, ίσως προληπτικά φόρεσε κορσέ...

Παρασκευή 31 Ιουλίου 2009

Το φεγγάρι δεν είναι κόκκινο

Το φεγγάρι που εμφανίστηκε αυτές τις βραδιές είναι του Αυγούστου, μην το βλέπετε που βγήκε Ιούλιο. Είναι του μήνα που τρέφει τους έντεκα, τους δίνει νόημα και νοστιμιά. Ετοιμάζεται να παραστεί σε νυχτερινές συναντήσεις, σε παρέες που ίσως θελήσουν να τραγουδήσουν βλέποντάς το να ναρκισσεύεται με τη θάλασσα δημιουργώντας ασημένιες λουρίδες, μια δημιουργία άπιαστη και ωστόσο ικανή να σε τρελάνει. Εκεί είναι που χρειάζεται το σεληνιακό ρεπερτόριο, από το ηπειρώτικο πολυφωνικό (αν δεν κάνω λάθος) «Το φεγγάρι κάνει βόλτα» μέχρι τα χατζιδακικά φεγγάρια όλων των χρωμάτων και τη μελοποίηση του σαπφικού ποιήματος από τον Ξυδάκη που πολύ ταιριάζει επίσης. Υπάρχουν βεβαίως και τα αλλόγλωσσα φεγγάρια που δεν τα ξέρω δυστυχώς, στο θέμα το φεγγαρίσιο έμεινα πολύ πίσω, αλλά γενικά κυκλοφορεί η σχετική γνώση (εξαιρείται το «Αu clair de la lune» και μερικά ακόμα). Το κακό είναι ότι η σχετική ανάγκη έχει αρχίσει να καλύπτεται από τις συναυλίες που διοργανώνονται πλέον σε κάθε αμμουδιά και λιμάνι, κάθε μόλο, κάθε λίμνη, κάθε θάλασσα και κάθε βουνό. Σαν τις ομπρέλες και τις ξαπλώστρες έγιναν οι συναυλίες, όπως εκείνες καλύπτουν τις ανάγκες της σκιάς και της ψάθας, έτσι και οι συναυλίες καλύπτουν την ανάγκη των πνευμόνων σε συνδυασμό με τον εγκέφαλο και διάφορα άλλα όργανα για τραγούδι. Έλα όμως που με την ομπρέλα εντάξει, το παίρνεις απόφαση, τη νοικιάζεις, πληρώνεις κάτι παραπάνω, και μετά μπορείς να κολυμπήσεις ελεύθερα (μέχρι να εφευρεθούν οι κολυμπήστρες, που θα σε κολυμπάνε εκείνες) αλλά με το τραγούδι δεν γίνεται να περάσεις μέσα στα δικά σου πνευμόνια τη δύναμη των ηλεκτρικών ντεσιμπέλ. Κάτι άλλο είναι που ικανοποιείται με τις συναυλίες, κάτι περιορισμένο στο τύμπανο του αυτιού, το οποίο μάταια υποφέρει προσπαθώντας να μεταδώσει συγκινήσεις...

Πέμπτη 30 Ιουλίου 2009

Οι παραλίες στο κρεβάτι (του Προκρούστη)

Πώς ήταν κάποτε οι πρόσκοποι; Οι ιχνηλάτες; Πήγαιναν πρώτοι σε μια άγνωστη περιοχή κι ύστερα ειδοποιούσαν τον στρατό να περάσει, αν ήταν ασφαλής. Κάπως έτσι πρέπει να κάνουμε τώρα με τα γνωστά μέρη. Με τις παραλίες που γνωρίσαμε πριν από μερικά χρόνια είναι απαραίτητο. Πρέπει να βρούμε ιχνηλάτες πρόθυμους να πάνε πρώτοι και να μας κάνουν μετά ακριβείς περιγραφές. Τι είδαν; Είδαν την αμμουδιά στρωμένη με ομπρέλες πλαισιωμένες από δύο ξαπλώστρες εκάστη και τη μουσική στο παρακείμενο καφέ να παίζει στη διαπασών; Για να μην πηγαίνουμε εμείς που κάποτε γνωρίσαμε την ίδια παραλία γυμνή από ξαπλώστρες και ομπρέλες, ήσυχη, με τον θόρυβο από το κύμα μόνο και τίποτα πουλάκια χαμένα, τίποτα γλάρους που κάτι μας φώναζαν το οποίο δεν καταλαβαίναμε, απροετοίμαστοι. Να το χωνεύουμε κάπως το πράγμα που πρόκειται να δούμε, κι ύστερα να ξεκινάμε. Ή να μην ξεκινάμε. Γιατί με τις παραλίες δεν είναι όπως με τους παλιούς φίλους ας πούμε, που τους γνώρισες νέους, ωραίους και δύσκολους και τους βλέπεις γερασμένους και παραδομένους. Οι παραλίες δεν είναι άνθρωποι, δεν είναι προγραμματισμένο να γερνάνε. Τις βλέπεις μια φορά και νομίζεις ότι θα μείνουν έτσι, ανόργανη ύλη είναι, λες, δεν θα τις βρεις την επόμενη χρονιά με λίφτινγκ, αγνώριστες... Κι όμως. Πας στην πρώην έρημη ή έστω ελεύθερη για τα βήματα και τα βλέμματα παραλία και βρίσκεσαι σε στενό διάδρομο ανάμεσα σε ενοικιαζόμενες ξαπλώστρες. Κι αν επιμείνεις και κάνεις πως τις αγνοείς και απλώσεις την πετσετούλα σου όπως πέρσι τέτοιον καιρό, σε κοιτάνε με μισό μάτι σαν φτωχό συγγενή. Πράγματι, αυτό είσαι, μιας ξεχασμένης φτώχειας, ή μάλλον πλούτου, απομεινάρι...

Παρασκευή 10 Ιουλίου 2009

Ξέρεις γιατί χαμογελάς;

Μου ήρθε μήνυμα με την ερώτηση στο facebook. Έπεσε πάνω σε μια βδομάδα που δεν χαμογελούσα παρά από σαρκασμό και πικρόχολη διάθεση. Τα γράφουμε αυτά προς την ηλεκτρονική κοινωνία ή την αφήνουμε να τα νιώσει μόνη της; Χαμογελού- σα με τις γραμμές του στόματος προς τα κάτω, αντί να πηγαίνουν προς τα πάνω και να κάνουν ένα ωραίο φυσικό λίφτινγκ στο πρόσωπο. Μόνο χθες στο σούπερ μάρκετ έγινε μια μικρή ανατροπή των γραμμών του προσώπου, καθώς περίμενα την κυρία του ταμείου να ξεμπερδέψει κάποιο μπλέξιμο και χάζευα τις ουρές. Ήταν ένα ζευγάρι, το αγόρι φορούσε μια από εκείνες τις φόρμες με τις τιράντες, χωρίς μπλουζάκι από μέσα κι επιδείκνυε μασχάλες, ώμους, την αρχή του στήθους, όλα καλοφτιαγμένα, όχι μόνο στους υπόλοιπους πελάτες, αλλά και στο κορίτσι του, που φορούσε κι αυτό ένα χαμηλό τιραντέ κι είχε αρχίσει να μαυρίζει. Παίζανε τα βλέμματα με αυτά τα ωραία που διέθεταν, καθώς αργούσε η ουρά άρχισαν να παίζουν και τα δάχτυλα με τις απαλές νεανικές επιφάνειες. Ωραία παιδιά, ελεύθερα, τυχεροί νέοι του δυτικού κόσμου. Ανήκουμε στη Δύση, δόξα τω Θεώ... Χαμογελώντας επιτέλους χωρίς σαρκασμό και πίκρα, πρόσεξα και μια νεαρή μαμά που φόρτωνε σακούλες στο καρότσι της, έχοντας το μωρό στηριγμένο στον γοφό με ένα πλατύ ύφασμα, ένα ριγέ υφαντό το οποίο περνούσε από τον ένα ώμο και δενόταν σε μια πόρπη, τόσο υπέροχο και ευρηματικό, που το χαμόγελό μου πλάτυνε. Ήταν τόσο όμορφη και λυγερή, τόσο ήρεμη και γενναία, με το παιδί να τη βαραίνει και τα ψώνια να συσσωρεύονται, χαμογελούσε ευτυχής προσφέροντας σε όλους μια εικόνα τέλεια της σύγχρονης μητρότητας, χωρίς σταγόνα ιδρώτα, χωρίς γκριμάτσα κούρασης, που θα ήταν ντροπή να μη χαμογελάσω.

Πέμπτη 9 Ιουλίου 2009

Το πέλαγος είναι ρηχό

Ετοιμαζόμαστε να μιμηθούμε τους νόμους που θέσπισε με τόση αποτελεσματικότητα- κυρίως για να επανεκλέγεται και να έχει τρομερό σουξέ στα κορίτσια- ο Μπερλουσκόνι στην Ιταλία για να ξαποστέλνει τους μετανάστες στην πατρίδα τους. Υποθέτω ότι θα περιλαμβάνει διατάξεις ευφάνταστες και χαμογελαστές σαν τον ίδιο τον Καβαλιέρε, με κριτήρια όχι μόνο το χρώμα του δέρματος και την ήπειρο προέλευσης, αλλά και το χρώμα του πουκαμίσου, του παντελονιού και των εσωρούχων, που άδικα έχουν κηρυχτεί σε αφάνεια. Ντροπή μας, να έχουμε ανάγκη τον Μπερλουσκόνι, λες κι εμείς εδώ στερούμαστε φαντασίας. Υπάρχουν ένα σωρό πράγματα που είμαστε σε θέση να σκεφτούμε μόνοι μας, πέρα από το να στέλνουμε πίσω τους μετανάστες αμέσως μόλις τους απαγγελθεί κατηγορία και χωρίς να περιμένουμε απόφαση δικαστική, όπως ήδη νομοθετήσαμε. Μπορούμε να τους ζυγίζουμε αμέσως μόλις πατάνε το πόδι τους επί ελληνικού εδάφους και να περνάνε μόνο οι αδύνατοι, αλλά επειδή είναι ήδη αδύνατοι οι περισσότεροι, να βάλουμε πολύ χαμηλά τον πήχυ της ζυγαριάς. Έτσι θα ξεχωρίζουν για χρόνια από μακριά, μια και εμείς πια έχουμε γίνει μια χαρά καλοθρεμμένοι. Μια ιδέα ρίχνω, καταλαβαίνετε ότι σηκώνει επεξεργασία. Μπορούμε να καθιερώσουμε πρώτο και καλύτερο το κριτήριο της επιβίωσης στη θάλασσα, όποιος καταφέρει να φτάσει κολυμπώντας θα παίρνει μερικούς πόντους παραμονής, αν στη συνέχεια περάσει και τις εξετάσεις ελληνομάθειας που θα στηθούν στις παραλίες. Γενικά πρέπει να αποφύγουμε στρατόπεδα συγκέντρωσης και άλλα τέτοια μέτρα που θυμίζουν ναζί, και να σκεφτούμε πρωτότυπες επαναπροωθήσεις. Ας πούμε διαγωνισμούς βουτιάς, κριτήρια φύλου και ηλικίας, δοκιμασίες αντοχής σε συνθήκες ερημοποίησης, ή σε συνθήκες ναυαγίου, ελληνοποίηση προθύμων να βαφτιστούν ελληνορθόδοξοι και να στελεχώσουν το δυναμικό κατοίκων ακριτικών βραχονησίδων χωρίς επίδομα και αιγοπρόβατα. Αυτό πάλι γιατί δεν το σκέφτηκε κανείς, απορώ...

Τρίτη 7 Ιουλίου 2009

Όταν τα ψώνια είναι και μέθοδος επιβίωσης

Πριν από μερικές μέρες διάβασα ένα πολύ ενδιαφέρον ρεπορτάζ στον «Guardian» για τις γυναικείες καταναλωτικές συνήθειες. Αφορμή μια έρευνα του βρετανικού Ρost Οffice. Ξεκινούσε με τη φράση «Ύφεση; ποια ύφεση» και η απορία της συντάκτριας δεν ήταν παράλογη. Βλέπετε, αν και έχουν χυθεί τόνοι μελάνης στον αγγλικό Τύπο για την άσχημη οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών, τις απολύσεις και τις περικοπές σε μισθούς, οι Βρετανίδες φαίνεται ότι τους τελευταίους έξι μήνες ξοδεύουν πολύ περισσότερα για ρούχα και συνδρομές γυμναστηρίου από ό,τι προ κρίσης. Και ο λόγος; Όπως διατείνεται η έρευνα, διάφοροι ειδικοί και φυσικά οι άμεσα ενδιαφερόμενες καταναλώτριες: είναι μια προσπάθεια να στηρίξουν την εικόνα τους, να επενδύσουν δηλαδή στον εαυτό τους και να αποφύγουν την απόλυση! Είναι σίγουρα μια ενδιαφέρουσα προσέγγιση. Μέχρι τώρα ήξερα ότι απολαμβάνουμε το shopping είτε γιατί αντιμετωπίζουμε σχεδόν φετιχιστικά διάφορα προϊόντα είτε γιατί καταπολεμάμε την κακή διάθεση με ένα καινούργιο ζευγάρι παπούτσια είτε γιατί θέλουμε να προκαλούμε την προσοχή. Προφανώς όμως τα ψώνια είναι και μέθοδος επιβίωσης σε χαλεπούς καιρούς. Και προφανώς τα παραδοσιακά οικονομικά που υποστηρίζουν ότι καλό είναι να αποταμιεύουμε και να προσαρμόζουμε τα έξοδα στις δυνατότητες του πορτοφολιού μας, είναι παρωχημένα. Και ενώ προσπάθησα να αποκηρύξω τα όσα είχα διαβάσει με τον γνωστό και αγαπημένο overseas αφορισμό «Άγγλοι, ανάποδοι σε όλα», μια σειρά γεγονότων πέρασε από το μυαλό μου. Επρόκειτο για διαδοχικές συζητήσεις με όσες φίλες εργαζόμενες σε μεγάλες εταιρείες έχω για το «εργασιακό dress code». Μηδεμιάς εξαιρουμένης, μού επεσήμαναν ότι είναι αδιανόητο να παρουσιαστούν μια μέρα στο γραφείο με τζιν ή χωρίς την απαραίτητη προσοχή στο μέικ απ. Όχι γιατί οι ελληνικές εταιρείες σου δίνουν αυτήν την ευκαιρία μόνο τη λεγόμενη Casual Friday, κοινώς όχι γιατί το ταγιέρ είναι επιβεβλημένο, αλλά επειδή υπάρχει ένας άγραφος κανόνας. Ποιος; Η προσεγμένη εμφάνιση θεωρείται προαπαιτούμενο στη γυναικεία προαγωγή. Δεν αρκεί να αποδείξουν ότι έχουν τις δυνατότητες και τις ιδέες. Δεν είναι επαρκή τα διαπιστευτήρια που δίνουν μέσω υπερωριών. Το πρώτο και ίσως καθοριστικό τεστ- το οποίο παραδόξως οφείλουν να περνούν συνέχεια επιτυχώς- αφορά την έμφαση που δίνουν στην εμφάνισή τους. «Γιατί όλοι φρονούν ότι η γυναίκα είναι η εικόνα», όπως μου είπε χαρακτηριστικά μία. Κατέληξα λοιπόν απλά να αναγνωρίσω ότι οι καταραμένοι Αγγλοσάξονες once again είχαν δίκιο.

Παρασκευή 3 Ιουλίου 2009

Τα χέρια της Πίνα Μπάους

Λίγο καιρό πριν είχα δει ξανά την ταινία του Φελίνι «Και το πλοίο ταξιδεύει» όπου η Πίνα Μπάους έπαιζε κάποια μυστήρια πριγκίπισσα που οργανώνει συνωμοσίες, κι ένιωσα την ανάγκη, μόλις έμαθα τον αιφνίδιο θάνατό της να ξαναβρώ τις χορευτικές εικόνες της, που είχαν συγκινήσει και το ελληνικό κοινό τις προηγούμενες δεκαετίες. Μια μόνο παράστασή της είχα δει όλα αυτά τα χρόνια, και θυμόμουνα πιο πολύ το πόσο παιδεύτηκα να μπω στο θέατρο επειδή είχα καθυστερήσει, παρά οτιδήποτε άλλο. Α ναι, και τα χέρια των χορευτών που έκαναν κινήσεις τις οποίες δεν είχα ποτέ σκεφτεί ότι θα μπορούσαν να κάνουν χέρια σε χορευτική παράσταση. Πιο πολύ σε παιδικό παιχνίδι θα μπορούσα να τις φανταστώ τις κινήσεις αυτές, σαν ανακαλύψεις παιδιών που προσπαθούν να επινοήσουν κάποια διασκέδαση με τα μέλη του σώματος τους σε ώρες παιδικής βαρεμάρας. Έψαξα χτες να βρω κάποιο κομματάκι στο Γιουτιούμπ, κι έπεσα σε ένα μικρό απόσπασμα από παράσταση δική της όπου πάλι το εντυπωσιακό ήταν τα χέρια. Χέρια που λυγίζουν και απλώνονται, σχεδιάζουν κύκλους και τρίγωνα, πότε γρήγορα και πότε αργά, με αρμονία, με ρυθμό, βίαια ή ικετευτικά, χέρια που μπορούν και μιλάνε μια γλώσσα ανύπαρκτη, την οποία ωστόσο όλοι καταλαβαίνουμε. Ξαφνικά συνειδητοποίησα ότι αυτά τα καταπληκτικά μέλη που διαθέτουμε, τα χέρια, από τους ώμους μέχρι τις φάλαγγες των δαχτύλων, είναι ακόμα μια ήπειρος που δεν έχει ανακαλυφθεί. Χρήσιμα ναι, έχουν κάνει όλες τις δουλειές στην ανθρώπινη ιστορία, ελαφρώς υποτιμημένα όταν εργάζονται, επειδή οι δουλειές ονομάζονται χειρωνακτικές και τραβάνε το σώμα ολόκληρο στο μόχθο. Αλλά καλλιτεχνικά είναι ανεξερεύνητα. Ίσως η Πίνα Μπάους υπήρξε, μεταξύ άλλων, ένα είδος Κολόμβου των χεριών. Σαν μέσο έκφρασης μπορεί να ξεκινά η ακμή τους τώρα.

Τετάρτη 24 Ιουνίου 2009

Μαντίλες στην Τεχεράνη

Ποταμός από εικόνες ξέφυγε από την Τεχεράνη, όπως ξεφεύγουν από τις υποχρεωτικές μαντίλες τα μαλλιά των κοριτσιών. Ασυγκράτητα τα σώματα φανερώνονται από τα μακριά παντελόνια, τις μπλούζες, τα μανίκια. Κάνουν την έξοδό τους αγκώνες και μπράτσα, ώμοι, γόνατα, στήθη, πρωτοστατούν μέτωπα και μάτια. Τόσα χρόνια πιεσμένα νιάτα έτοιμα να ξεχυθούν ποτάμι. Στο φόντο βλέπεις μια πόλη με μεγάλα κτίρια, καινούργια αυτοκίνητα, πλούσιο ντεκόρ, ο κόσμος δεν πεινάει, πώς να τον κρατήσεις σκυμμένο; Κι οι ταραχές μοιάζουν πολύ με τις ταραχές άλλων πόλεων, καίγονται κάδοι, τρέχουν νεαροί, χτυπάνε αστυνομικοί, αναποδογυρίζουν αυτοκίνητα, καμιά πρωτοτυπία. Κάποια κορίτσια φέρνουν στο πρόσωπο τη μαντίλα σαν φερετζέ, για να μη φαίνονται ή για τα δακρυγόνα. Αλλά πιο πολλά τη ρίχνουν πίσω, όσο πίσω γίνεται, και εμφανίζονται αυτά που πρέπει υποτίθεται να καλύπτει η μαντίλα: τα μαλλιά μπροστά στο μέτωπο. Μια με γυαλιά έχει κάνει ξανθές μες. Μες χωρίς ενοχές. Πώς ξέφευγε από τους Φρουρούς της Επανάστασης; Και οι γραμμές του προσώπου καθώς σχηματίζει το πιγούνι και μετά οι σκιές του λαιμού, όλα αυτά τα απαγορευμένα, λάμπουν. Τι όμορφες που είναι οι νεαρές Περσίδες! Αυτές οι επαναστατικές εικόνες μου αρέσουν. Μέτωπα και μαλλιά, πιγούνια και λαιμοί, χαμόγελα ευτυχίας για το σώμα που τολμάει. Αυτές οι μαντίλες δεν σκεπάζουν τίποτα, απλώς αναδεικνύουν σαν ένα πλαίσιο τη γυναικεία ομορφιά. Πόσο διαφορετικές από το αυστηρό σάβανο που πρέπει να κρύβει από τη δημόσια θέα τα μαλλιά, τον λαιμό, και την υπέροχη σκιά του περιγράμματος... Πόση χαρά, πόσο τρελό μεθύσι έχουν τα πρόσωπά τους μόνο επειδή φανερώνονται! Αχ κορίτσια, ο Αλλάχ να σας ευλογεί γι΄ αυτό το μήνυμα από τη μακρινή Τεχεράνη.

Κυριακή 21 Ιουνίου 2009

Μέχρι το τέλος του κόσμου

Ακουγα από δω κι από κει κάτι μισόλογα, αλλά δεν είχα πάρει χαμπάρι ότι ο κόσμος πρόκειται να τελειώσει το 2012. Οι τοπικοί Ιλουμινάτηδες και οι απανταχού συνωμοσιολόγοι είχαν φροντίσει να το διαδώσουν. Αλλά δυστυχώς τις νύχτες του Σαββάτου τα ψιλοπίναμε και δεν προσέχαμε στο μάθημα του Χαρδαβέλλα. Αποτέλεσμα, να δω το «προσεχώς» της ταινίας «2012» και να μου φύγουν τα σαγόνια. Ξεχάστε ό,τι ταινία ολοκληρωτικής καταστροφής μάς έχει σερβίρει το Χόλιγουντ. Εδώ μιλάμε για άλλη κατηγορία, εντελώς φεύγα. Η «Επόμενη Μέρα», η «Μεθεπόμενη Μέρα», ο «Αρμαγεδδών» και ο «Καραγκιόζης στη ΝΑSΑ» δεν είναι τίποτα μπροστά στο μπάχαλο που θα παρακολουθήσουμε. Από το τρέιλερ δεν κατάλαβα από τι καταστρέφεται ακριβώς ο κόσμος, αλλά δεν έχει και τόση σημασία. Το θέμα είναι ότι υπάρχουν άνθρωποι που έχουν πάρει σοβαρά το ενδεχόμενο, το συζητάνε, προετοιμάζονται... Πώς προετοιμάζεσαι για το τέλος του κόσμου; Ο καθένας με τα θέματά του. Εγώ, ας πούμε, δεν θα έμπαινα στον κόπο να γράψω τον σπόρο στο προνήπιο, γιατί ποιος ο λόγος να βασανιστεί το παιδάκι, αφού δεν θα βγάλει ποτέ το δημοτικό; Και τόσα άλλα. Τέλος το άγχος των φορολογικών δηλώσεων, της αποταμίευσης, των υπολογισμών για το πότε θα βγω στη σύνταξη. Διότι δεν θα βγω. Αυτό το ήξερα, αλλά νόμιζα ότι έφταιγε που φάγανε τα λεφτά μου. Τώρα ξέρω ότι καλώς τα έφαγαν. Γιατί να τα κάψει τα ευρώπουλα ο μετεωρίτης και να μην τα χαρεί το γκόλντεν μπόι; Παιδιά, να οργανωθούμε: Σου-κου έρχεται, να ρίξουμε καμιά βουτιά στα κρύα (ακόμα) νερά, λίγο και το κεφαλάκι μέσα, να συνέλθουμε όλοι μαζί. Διότι το πρόβλημά μας εδώ στην Ελλάδα δεν είναι τι θα απογίνουμε αν τελειώσει ο κόσμος το 2012. Το πρόβλημα μας είναι εντελώς το αντίθετο: Τι θα κάνουμε αν ΔΕΝ τελειώσει!

Παρασκευή 19 Ιουνίου 2009

«Επίκληση» του ναζισμού

«Η επίκληση του ναζισμού κάθε φορά που μιλάτε για λαθρομετανάστευση έχει αγγίξει τα όρια θρησκευτικής εμμονής. Μήπως, πίσω από όλα αυτά κρύβεται κάποιος φόβος σας; Έχετε υπαλλήλους λαθρομετανάστες και φοβάστε για την απώλειά τους;». Αυτό μου έγραψε χτες ένας αναγνώστης στο Διαδίκτυο, και με έκανε να αναρωτηθώ τι να σκέπτονται αλήθεια για όσα συμβαίνουν αυτοί που έχουν υπαλλήλους λαθρομετανάστες. Φοβούνται μήπως τους χάσουν και υπερασπίζονται τα ανθρώπινα δικαιώματά τους, ή φοβούνται μήπως χάσουν τη φτηνή εργασία τους και μάλλον δεν τους ενοχλεί η έλλειψη δικαιωμάτων; Εξαρτάται από τον άνθρωπο, το αφεντικό δηλαδή, και τον χαρακτήρα του, ή το νομικό πλαίσιο και η περιρρέουσα νοοτροπία παίζουν μεγαλύτερο ρόλο; Κάποιος μπορεί να εκμεταλλεύεται το κυνηγητό των μεταναστών δίνοντας χαμηλά μεροκάματα ή αφήνοντάς τους απλήρωτους, κι άλλος να στενοχωριέται όταν τους χάνει επειδή έχουν εξειδικευτεί. Ίσως η ύπαρξη ανθρώπων, ας πούμε, δεύτερης κατηγορίας ανάμεσά μας να διαφθείρει με κάποιον τρόπο και τα αφεντικά και την εργασία. Καλό θα ήταν, για μένα που δεν είμαι εργοδότρια, δεν έτυχε να γίνω, να έμεναν οι άνθρωποι στον τόπο τους. Όταν τα πράγματα δεν γίνονται όπως θέλουμε, πώς τα αντιμετωπίζουμε; Πιστεύω, πράγματι, ότι καλό είναι να μελετάμε τον ναζισμό. Ο ναζισμός πρότεινε τελικές λύσεις για κάτι που θεωρούνταν τότε μέγα πρόβλημα, την παρουσία των Εβραίων, προέβαλε θεωρίες ανωτερότητας απολύτως ανεκτές και αποδεκτές, που πολύ θυμίζουν τις ανοησίες που ακούμε γύρω μας (και καλλιεργούνται στα σχολειά μας) για την ανωτερότητα των Ελλήνων, κινήθηκε λαϊκίστικα κολακεύοντας την ημιμάθεια. Εμείς δεν θα γίνουμε ελπίζω ποτέ ναζιστικό καθεστώς, δεν έχουμε τη δύναμη και την οργάνωση των Γερμανών. Ευτυχώς. Αλλά μπορούμε να κάνουμε τη ζωή μας κόλαση, ετοιμάζοντας δίπλα μας μια κόλαση για τους μετανάστες.

Τετάρτη 17 Ιουνίου 2009

Σκούπα, φτυάρι και κοπάνημα

Η αλήθεια είναι ότι οι γειτονιές της Αθήνας χρειάζονται πολύ τη σκούπα. Αληθινή σκούπα όμως, που μαζεύει σκουπίδια, όχι επιχειρήσεις- σκούπα που κάνουν σκουπίδια τους ανθρώπους. Αλλά από την πολλή χρήση, οι μεταφορές στη γλώσσα μάς έχουν κάνει να μη βλέπουμε μπροστά μας. Κάνουμε μετάθεση, τα σκουπίδια τα συνηθίσαμε, μας ενοχλούν οι άνθρωποι. Αλλά συγγνώμη, παρεξήγησα. Τόσοι σοβαροί άνθρωποι βγαίνουν και μιλούν για μεταναστευτική πολιτική, για διεθνείς συμφωνίες. Ακούγονται λέξεις μεγάλες και πολύ επιστημονικές: «επαναπροώθηση!». Σου θυμίζει αυτοκίνητο, και είναι κάτι εξίσου σύνθετο: αυτοί που έρχονται, οικειοθελώς, πρέπει απλώς να στέλνονται πίσω. Δηλαδή όχι σκούπα, αλλά και φτυάρι, κάτι πιο ριζικό, βαθύ και αποτελεσματικό. Σκούπα και φτυάρι, δυο εργαλεία που οι μετανάστες μεταχειρίζονται πολύ για να βγάλουν το ψωμί τους, καθαρίζοντας σπίτια και σκάβοντας κήπους και χωράφια. Δεν έχουν παρά να αφεθούν σε πελώρια τέτοια φτυάρια και σκούπες και να πάνε από εκεί που ήρθαν. Μιλάμε για ανθρώπους, έτσι; Δεν έχει σημασία, φτιάξτε επειγόντως στρατόπεδα! Αυτό θέλει ο λαός! Όχι, ο λαός, ο ΛΑΟΣ. Τι λέγαμε για τις μεταφορικές σημασίες; Πολύ γλωσσολόγος αυτός ο Καρατζαφέρης. Ποιος θα τολμήσει να σηκωθεί και να πει, ξέρετε εγώ έχω άλλη άποψη; Μπορεί να τον σκουπίσουν κι αυτόν κατά λάθος ή να τον φτυαρίσουν; Όχι, αποκλείεται, είμαστε χώρα ελεύθερη, η γνώμη μας εκφράζεται, φτάνει να μην είσαι κοντά σε σκούπα, φτυάρι ή καταπέλτη. Αλήθεια, οι καταπέλτες δεν είναι θαυμάσια ιδέα για επαναπροώθηση; Πάντως περνάμε μια εξαιρετικά χρήσιμη περίοδο από άποψη εκπαιδευτική. Επειδή πάντα απορούσαμε πώς έγινε και τόσα εκατομμύρια άτομα στη Γερμανία τη δεκαετία του ΄30 άφησαν τον ναζισμό να τους γοητεύσει και να τους παρασύρει. Ε, λοιπόν αρχίζουμε να λύνουμε αυτήν την απορία, έτσι δεν είναι;

Παρασκευή 8 Μαΐου 2009

Για να προγραμματιζετε σωστα τα ταξιδια σας

Πέμπτη 7 Μαΐου 2009

company_presentation_en.pdf

 
http://company.trivago.com/images/layoutimages/company_presentation_en.pdf
http://www.trivago.gr/ Super σελιδα που με βοηθαει να προγραμματιζω τα ταξιδια μου

Μπορντό μαγεία

Ακίνητο σκηνικό. Οι καρέκλες της Βουλής που ποτέ δεν γεμίζουν τελείως. Ακόμα κι όταν κάποιος φωνάζει και χειρονομεί στο βήμα, όταν οι κάμερες δείχνουν τα μπορντό καθίσματα παράγουν μια εικόνα αμηχανίας και σιωπής. Έτσι κι εμείς στεκόμαστε μπροστά στις χειρονομίες και τις στεντόρειες ρητορείες, απορώντας. Αυτή δεν είναι η Βουλή, το νομοθετικό όργανο της εξουσίας; Τι κάνει με τις περίεργες αυτές ψηφοφορίες; Τι στόχο έχει όλο αυτό το πολύπρακτο έργο; Πολύπρακτο, πολύκροτο, πολύπλαγκτο, κι όλα σε αφθονία... Τίνος τη δουλειά έχουν αναλάβει, με τι σενάριο δουλεύουν οι αντιπρόσωποι του έθνους; Τι αντιπροσωπεύουν μέσα στη νύχτα; Μακρύ ταξίδι της μέρας, που αν δεν το παρακολούθησες δεν καταλαβαίνεις τίποτα. Πρέπει να έχεις μάθει τη μοντέρνα ορολογία, διαφορετικά θα σε σοκάρει όλο αυτό το μπέρδεμα. Παραπομπή, ευθύνη υπουργών, εξεταστική, ακούγεται σαν το ιατρικό τσεκάπ που πρέπει να κάνεις κι όλο το αναβάλεις λόγω δουλειάς και υποχρεώσεων. Η Βουλή δεν έχει δουλειά και υποχρεώσεις; Παίζει τον ρόλο ενός άλλου, κι ο άλλος χάνει τον δικό του. Η Βουλή γίνεται δικαστήριο, αλλά σαν μαγική εικόνα, ενώ παριστάνει ότι θα γίνει δικαστήριο, ξαφνικά αποδεικνύει πως δεν είναι. Κάνει μαγικά, ρίχνει χαρτάκια στην κάλπη, άμπρα κατάμπρα, αθώωση, αλλά δεν τη λένε έτσι. Είναι μάγοι, λίγο μετά την παράσταση βγαίνουν με το κοστουμάκι τους άψογοι, ατσαλάκωτοι, σα να μην ξενύχτησαν, να μην πιέστηκαν, σα να μην τρέχει τίποτα. Άφθαρτοι, αθώοι, απαράπεμπτοι, άνετοι. Τι τούρμπο τους σερβίρουν σε εκείνο το κυλικείο; Μόνο οι μπορντό καρέκλες σα να φθάρηκαν πολύ μέσα σε λίγες μέρες και να ξεθώριασε η μεγαλοπρέπειά τους. Α, μα γι΄ αυτό θα τη μετακομίσουν τη Βουλή στα προάστια, να πάρει καθαρό αέρα και να ανανεωθεί.

Παρασκευή 24 Απριλίου 2009

Η μέρα της Γης

Το έμαθα εκ των υστέρων, ότι η 22α Απριλίου είναι η Παγκόσμια Ημέρα της Γης. Γενικά δεν είναι πολύ γνωστή αυτή η μέρα στην Ελλάδα, και ίσως καλύτερα. Γιατί θα είχαμε διάφορους δημάρχους να εκφωνούν βαρετούς λόγους και να πρέπει να κάνουν οι δημοσιογράφοι περίληψη και να την τυπώνουν μετά στις εφημερίδες και να την μεταδίδουν στα ραδιόφωνα και τις τηλεοράσεις, καταναλώνοντας άδικα πολύ χαρτί και πολλή ενέργεια. Οπότε κάτι γλίτωσε η Γη από την ελληνική άγνοια της ημέρας της. Γιατί μάλλον δεν θα έκαναν εδώ στην Ελλάδα τόσο ευφάνταστα πράγματα σαν αυτά που στέλνουν τα πρακτορεία από άλλες πόλεις, π.χ.: οικολόγοι μάζεψαν τα χαρτόκουτα από τους δρόμους του Χονγκ Κονγκ. Μα, θα μου πείτε, θέλει πολλή φαντασία να μαζέψεις χαρτόκουτα από τους δρόμους; Ε, για βάλτε λοιπόν τη δική σας να δουλέψει και να οραματιστεί Έλληνες οικολόγους να μαζεύουν οτιδήποτε από τους δρόμους της Αθήνας. Τα καταφέρνετε; Όχι, εδώ και οι οικολόγοι έχουν πράγματα πιο σημαντικά να κάνουν. Ασχολούνται με ζητήματα μεγάλα, πλανητικά, πανανθρώπινα, παγκόσμια. Δύσκολα θα τους φανταζόμουνα να κάνουν μια εκδρομή, ας πούμε, στο σημείο που έχει οριστεί να γίνει η περίφημη χωματερή της Κερατέας, και να δουν είναι ή δεν είναι καλό το σημείο από άποψη οικολογική, χαλάει όλα τα Μεσόγεια, φαίνεται από παντού, απειλεί πραγματικά έναν σπάνιο αρχαιολογικό χώρο; Ή μήπως είναι σε κατάλληλο σημείο και πρέπει επιτέλους να ξεκινήσει, γιατί δεν πάει άλλο η κατάσταση στην Αττική με τις χωματερές; Μα, θα μου πείτε, είναι μακριά η Κερατέα, πώς θα πάνε εκεί πέρα οι οικολόγοι; Με αυτοκίνητο που είναι αντιοικολογικό; Σωστά, γι΄ αυτό λέω ότι θα μπορούσαν να μαζέψουν χαρτόκουτα, αλλά το Χονγκ Κονγκ είναι ακόμα μακρύτερα.

Πέμπτη 23 Απριλίου 2009

Ζώντας στο μέλλον

Προς το παρόν η Αθήνα παραμένει παράξενα ανθρώπινη, απολαύστε όσο μπορείτε σήμερα, αύριο, το Σαββατοκύριακο. Μέχρι να ανοίξουν τα σχολεία και να την ξανακάνουν Κόλαση, διότι ζούμε πια στον αστερισμό της μάθησης, αν και δεν μας φαίνεται. Πάσχα, Χριστούγεν- να, καλοκαίρι, μόλις τα σχολεία κλείσουν βρίσκει ξανά η πόλη τις ανθρώπινες διαστάσεις της, στοιχειωδώς τουλάχιστον. Είναι μυστήριο, τόσα πολλά είναι τα σχολικά που κυκλοφορούν; Ή μήπως είναι γονείς με γιωταχί που πάνε τα παιδιά σε μακρινά σχολεία; Και όταν κλείνουν τα σχολεία, οι γονείς τι κάνουν; Πάνε διακοπές κι αυτοί; Δεν δουλεύουν; Πώς τα καταφέρνουν; Μαζί με τα σχολεία ανοίγουν και τα ωδεία; Μήπως αυτά δημιουργούν την κίνηση; Τα αγγλικά, το πιάνο, το μπαλέτο; Τι γίνεται ακριβώς; Πόσα χιλιόμετρα πρέπει να κάνει ο μέσος μαθητής για να ολοκληρώσει τη μόρφωσή του; Γιατί ποτέ κανείς δεν το ερεύνησε; Πάρτε μια ανάσα πριν ξαναρχίσουμε να ζούμε στη φρενίτιδα του μέλλοντος των παιδιών μας. Τα οποία, θέλουμε να ξεφύγουν και τα στέλνουμε σε μακρινά σχολεία. Τι να κάνουμε, αφού τα σχολεία στις γειτονιές ήταν πολύ ακριβά οικόπεδα και δεν έβγαζαν τα έξοδά τους; Έγιναν τεράστιες πολυκατοικίες τα παλιά σχολεία, εκείνης της παράξενης περιόδου που μπορούσες να πας στο σχολείο με τα πόδια. Όλο και μακρύτερα αναζητούνται οικόπεδα για ωραία σχολεία, θες ένα μικρό ταξίδι κάθε μέρα για να φτάσεις. Δεν φτάνουν οι περιφερειακές Υμηττού, σε λίγο θα χρειάζονται αεροδρόμια. Τα παιδιά φυγαδεύονται όλα, εκτός από όσα δεν μπορούν για οικονομικούς λόγους. Τα πιο φτωχά, τα λιγότερα προνομιούχα, τα παιδιά των μεταναστών, μόνο αυτά έχουν ακόμα το προνόμιο να πηγαίνουν με τα πόδια στο σχολείο τους. Αλλά η διαδρομή είναι δύσκολη και δυσάρεστη, όπως όλων των πεζών, οπότε εξισώνεται το πράγμα.

Τετάρτη 22 Απριλίου 2009

Παράξενες νοσταλγίες

Κάθε 21η Απριλίου, από το ΄74 και μετά, μπορούμε να αναλογιζόμαστε την ευτυχία μας. Δεν έχουμε πια δικτατορία, ο στρατός, αν και δυσανάλογα απαιτητικός, ακριβός και χρονοβόρος για τα αγόρια, δεν απειλεί τη δημοκρατία. Αλλά υπάρχουν πολλοί που δεν συμφωνούν πως πρέπει να χαιρόμαστε, η δημοκρατία δεν τους αρέσει. Υπάρχουν αυτοί που θεωρούν ότι τίποτα δεν άλλαξε κατά βάθος, νοσταλγούν εξ αριστερών τη χούντα, θεωρούν μεγάλη ατυχία που έχασαν τον ξεσηκωμό του Πολυτεχνείου το ΄73, ή που δεν τον συνέχισαν μέχρι να αναπαραγάγουν πλήρως τη Γαλλική Επανάσταση μαζί με την περίοδο της Τρομοκρατίας και δεν παρηγοριούνται όσες καταλήψεις κι αν κάνουν, όσα γκαζάκια και μολότοφ κι αν ρίξουν. Υπάρχουν και οι εκ δεξιών νοσταλγοί, αυτοί που ονειρεύονται ότι μια δικτατορία θα ανάγκαζε τους πολίτες να ζήσουν πιο πειθαρχημένα, θα ήταν αυστηρή με τη διαφθορά κ.λπ., κ.λπ. Πόσο λάθος κάνουν και οι μεν και οι δε... Εμείς που θυμόμαστε τη χούντα ξέρουμε ότι η ζωή ήταν πολύ πληκτική, ότι οι λίγες μέρες της αντίστασης δεν εξαγόρασαν τα χαμένα χρόνια της νιότης μας, που πέρασαν αναγκαστικά μακριά από τα πολύ πιο ενδιαφέροντα πολιτικά, καλλιτεχνικά, κοινωνικά κινήματα που τότε συγκλόνιζαν την Ευρώπη. Όπως ξέρουμε ότι οι χούντες κάθε άλλο παρά αυστηρές είναι με τη διαφθορά. Αντίθετα, την εκκολάπτουν και τη διατηρούν σαν απαραίτητη συνθήκη, ενώ την ντύνουν με αφόρητη, κακόγουστη και άκρως καταπιεστική ηθικολογία. Κανονικά θα έπρεπε να έχουμε μπολιαστεί απέναντι σε αυτήν ακριβώς την άποψη, θα έπρεπε αυτόματα να βγάζουμε σπυριά με τις ηθικολογίες που υπόσχονται πολιτική επικράτηση της αρετής. Αλλά πέρασαν χρόνια, καλομάθαμε, ξεχαστήκαμε και ξεθύμανε το φάρμακο. Άσε που πολύς κόσμος την είχε βγάλει επτά χρόνια με το κεφάλι χωμένο στην άμμο, δεν έμαθε να ξεχωρίζει...

Τρίτη 21 Απριλίου 2009

Πολύ λουστρίνι φέτος

Αν δεν το μάθατε σας πληροφορώ εγκύρως, επειδή τα βήματά μου με τράβηξαν στα παπουτσήδικα, ακολουθώντας περασμένους βιορρυθμούς προφανώς, ότι τα λουστρίνια είναι στη μόδα. Πέδιλα και ξώφτερνα και πιπτόου γυαλίζουν και σφυρίζουν και αντανακλούν χαρούμενα τη μελαγχολική πραγματικότητα, σε χρώματα ανοιχτά και χτυπητά, όχι σαν εκείνα που φορούσαμε τη Λαμπρή όταν ήμασταν παιδιά. Όμως δεν μπορώ να τα συμπαθήσω. Όσο διαφορετικά κι αν είναι, κάτι πάνω τους θυμίζει εκείνο τον πασχαλινό καταναγκασμό του καινούργιου παπουτσιού με την μπαρετούλα, που ενθουσίαζε όλους τους συγγενείς κάθε Πάσχα, ενώ τα πόδια της κτήτορος υπέφεραν από το αλύγιστο υλικό. Συνοδεύονταν συνήθως από ακριβό, άβολο φορεματάκι που μπορεί να είχε και πιέτες οι οποίες σιδερώνονταν και κολλαρίζονταν, κι ήταν και κάτασπρο, οπότε απαγορευόταν να αγγίζεις οτιδήποτε απειλούσε να το λερώσει. Κάτι που σήμαινε ότι στην κωμόπολη όπου πηγαίναμε τότε για Πάσχα, στο ταξίδι εκείνο που το περιμέναμε πώς και πώς για να βρεθούμε λίγο στη φύση, στερημένα παιδιά των διαμερισμάτων όπως ήμασταν (και τότε δεν υπήρχαν τηλεόραση και Ίντερνετ) έπρεπε να προσέχουμε ανά πάσα στιγμή μη λερωθεί το φουστάνι και μη λασπωθεί το στενό και βασανιστικό λουστρίνι. Και περίμενε βέβαια εκεί η σχετική καζούρα των ντόπιων τους οποίους υποτίθεται ότι θα θαμπώναμε ως Αθηναίοι, ενώ κατά βάθος λαχταρούσαμε να μπορούσαμε να τρέξουμε και να αλητέψουμε φρενιασμένα, να κυλιστουμε στα χορτάρια και να κάνουμε πατσαβούρι το καλό φόρεμα, το λουστρίνι να το πετάξουμε, να γίνει ανάμνηση. Σαν αυτή που έρχεται τώρα μπροστά στα μοντέρνα πεδιλάκια που προσπερνώ με φρίκη, να πάω εκεί όπου ψωνίζουν τα σημερινά παιδιά. Αθλητικά, βολικά παπούτσια, ελευθερία και άνεση, εγγυημένο τρεχαλητό ξέδωμα και παιχνίδι. Τυχερές γενιές ετούτες, κι ας μην το ξέρουν.

Παρασκευή 10 Απριλίου 2009

Εαρινές συνάξεις αστυφυλάκων

Δεν τους λένε αστυφύλακες πια, δεν ξέρω γιατί. Θα έπρεπε να το σκεφτεί ο Δημόσιας Τάξης. Να τους ονομάσει αστυφύλακες ξανά. Θα ήταν πολύ εντυπωσιακό, κι επιπλέον θα έδινε ευκαιρία για νέες προσλήψεις, όπως έγινε με τους αγροφύλα- κες. Θα έκλεινε την καθημερινή ψαλίδα. Αυτή που ανοιγοκλείνει ψαλιδίζοντας τη σχέση της πολιτικής με την πραγματικότητα. Για μια μέρα πιθανότατα θα την έκλεινε. Κι οι νέοι αστυφύλακες θα χρειάζονταν νέες στολές, νέες μηχανές, νέα αυτοκίνητα, άλλο χρώμα, άλλο σχέδιο. Θα είχαν κάτι από πασαρέλα όλες αυτές οι συνάξεις τους, το νέο αυτό σκηνικό που στήνεται στην Αθήνα «για να νιώσουμε ασφαλείς». Ενώ τώρα ξανά παίζουν οι ίδιοι αστυνόμοι. Αν και έχουν καταπληκτικά γιλέκα, πρέπει να ομολογήσουμε. Νιώθετε ασφαλείς; Φάλαγγες αστυνομικών περνάνε μαρσάροντας από την Πατησίων, επιβλητικοί, θορυβώδεις σηκώνουν σκόνη, ξεκουφαίνουν αλλά μεταδίδουν εικόνα κύρους, εικόνα αδίστακτων διωκτών του εγκλήματος. Α, ωραία, επιτέλους οι ιππότες εκστρατεύουν. Πρωί πάνε, μεσημέρι έρχονται. Ενδιαμέσως ξεκαβαλάνε στο Κολωνάκι, που είναι και πιο ενδιαφέρον, να κάνουν και καμιά βόλτα. Σμάρια μαζεύονται μπροστά σε τράπεζες. Σταματάνε νεαρούς, σταματάνε μετανάστες, ζητάνε χαρτιά. Το «κίνημα» τώρα δικαιώνεται. Οι εξεγερμένοι «του Δεκέμβρη» και των υπόλοιπων μηνών, τα άγρια παιδιά που πήραν τον σουρεαλισμό κατά γράμμα και βγήκαν με τα ρόπαλα να τιμωρήσουν τη ζωή μας, κάτι τέτοιο ονειρεύονταν. Με τα μελανότερα χρώματα περιέγραφαν το «σύστημα», κοντεύουν να το βάψουν έτσι. Κατάφεραν να στήσουν το όνειρό τους. Κι από την άλλη πλευρά, εκείνοι που ονειρεύονται να κυνηγούν μέσα στον δρόμο, αυθορμήτως, νεαρούς βοηθώντας την Αστυνομία, να τους πιάνουν και να τους ρίχνουν κάτω, α τι ενδιαφέρον, τι σασπένς, κι αυτοί το έζησαν το δικό τους όνειρο.

Πέμπτη 9 Απριλίου 2009

Αγαπητό παγόβουνο

Ένα παγόβουνο μεγάλο σαν την Τζαμάικα μπορεί να ξεκολλήσει από την Ανταρκτική και να αρχίσει να ανεβαίνει βόρεια, ένα ολόκληρο κομμάτι της παγοκρηπίδας που βρίσκεται εκεί αιώνες. Φαντάζεστε ένα τέτοιο νησί στους ωκεανούς, να σιγολειώνει πλησιάζοντας τον Ισημερινό και να παγώνει τα νερά μέχρι να χαθεί τελείως; Έχουν κιόλας λειώσει κάμποσα παγόβουνα, κι ίσως έτσι εξηγείται μια παγωμάρα που κυριαρχεί προϊούσης της ανοίξεως, ή το ότι πουντιάζουμε περιμένοντας το φαινόμενο του θερμοκηπίου να μας ζεστάνει. Αυτό είναι το κακό με τις προβλέψεις, δεν υπάρχει καμιά πρωτότυπη ιδέα για το τι θα γίνει μέχρι να λειώσουν όλα αυτά τα παγόβουνα και να φτάσουμε όλοι στο στάδιο του βεδουίνου με τις καμήλες μας στην έρημο. Ενδιαμέσως πώς θα χειριστούμε τόσο περιφερόμενο πάγο; Δεν υπάρχει πρόταση επιστημονική ας πούμε, πώς μπορεί η παγωμένη Τζαμάικα να γίνει κάτι σαν αληθινή Τζαμάικα μέχρι να εξαφανιστεί παγώνοντας τα παγκόσμια νερά και ψυχραίνοντας τις ακτές όλης της Γης, των τζαμαϊκανών συμπεριλαμβανομένων. Πόσα χρόνια θα κρατήσει αυτή η διασπορά πάγου, κανένας δεν μέτρησε. Και στο μεταξύ τα παγάκια δεν περιφέρονται απλώς σε μορφή νεφών στον πρώην ανέφελο ουρανό μας, σκορπίζονται σαν εκείνα τα κομματάκια του διαβολικού καθρέφτη που είχε η Βασίλισσα του χιονιού στο παραμύθι του Άντερσεν, υγροποιούνται και μας συναχώνουν, κόβονται σε μέγεθος οικιακού πάγου για ουίσκι και ντρινγκ- ντρινγκ, κάνουν ποτηράκια τις ψυχές μας και τσουγκρίζουν παγωμένα. Αγαπητό παγόβουνο, μάλλον αγαπητή παγοκρηπίδα Ουίλκινς με το όνομα, (άσε που θυμίζει κι αυτό ουίσκι) μήπως μπορείς να περιμένεις λίγους αιώνες ακόμα πριν κοπείς, να προχωρήσει η επιστήμη σε κάτι πιο ευφάνταστο, κάτι πιο πολύχρωμο, κάτι πιο θερμό, έστω έναν τρόπο να σε κάνει αποικία για μεταλλαγμένες πολικές αρκούδες που θα μεταμορφωθούν σε αμφίβια όταν λειώσεις;

Τετάρτη 8 Απριλίου 2009

Φοιτητική διασπορά

Ένας από τους διακόσιους τόσους νεκρούς, αλλά είχαμε μάθει το όνομά του και είχαμε δει τη μητέρα του, είχαμε ελπίσει ότι θα τα κατάφερνε ο Βασίλης, νέο παιδί, να επιζήσει στα χαλάσματα μέχρι να τον βγάλουν. Επειδή τον γνωρίσαμε, όχι μόνο επειδή ήταν Έλληνας, αλλά κι επειδή με κάποιον τρόπο ταυτιζόμαστε με την οικογένειά του. Την οικογένεια που σπουδάζει τα παιδιά της στα ξένα, είτε στην Ιταλία είναι, είτε στην Αγγλία και τις ΗΠΑ, είτε στη Ρουμανία, είτε στην Αφρική. Όλοι όσοι έχουν παιδιά ζούνε για χρόνια με τη σκέψη αυτή, πολλές χιλιάδες το κάνουν πράξη. Μόνο στην Ιταλία 15.000 Έλληνες φοιτητές, έγραφαν χθες «ΤΑ ΝΕΑ», γιατί ό,τι και να προγραμματίζουν τα υπουργεία, και ό,τι και να λένε οι διάφοροι σοφοί και άσοφοι, ότι υπάρχουν πολλοί πτυχιούχοι κ.λπ., θέλουμε όλοι, οι περισσότεροι, να τα σπουδάσουμε τα παιδιά μας. Και καλά κάνουμε. Δεν έχουμε περίσσευμα μόρφωσης στη χώρα μας. Όσοι κάνουν κριτική σε αυτή την επιθυμία βγάζουν απέξω τα δικά τους παιδιά. Των άλλων να μη σπουδάζουν. Να έχουμε λίγες σχολές, λες και δεν ξέρουμε πως ξενιτεύονται τόσες χιλιάδες. Λίγες και «εκλεκτές»... Ακούστηκε ήδη η ιδέα για μετεγγραφή των σεισμοπλήκτων, αλλά ίσως είναι ευκαιρία να γίνει μια άλλη συζήτηση. Αυτά τα χιλιάδες παιδιά που σπουδάζουν έξω, ας αναγνωριστούν απλώς. Υπάρχουν. Γι΄ αυτό πρέπει να ιδρυθούν ιδιωτικά Πανεπιστήμια. Να σταματήσει η υποκρισία πια. Να δεχτεί και η Εφορία την ύπαρξη των φοιτητών στα ξένα, που δεν καταλαβαίνει ότι στοιχίζουν και πολύ περισσότερο στις οικογένειες από τους φοιτητές στην Ελλάδα, τους μόνους που δέχεται. Να έχουν πάσο κι αυτοί και όλα τα προνόμια των εν Ελλάδι. Από τη μία κάνουμε πως δεν τους ξέρουμε, από την άλλη σεβόμαστε τα ξένα πτυχία πιο πολύ, κατά βάθος.

Τρίτη 7 Απριλίου 2009

Αβάσταχτες κληρονομιές

Κανείς δεν μας καταλαβαίνει. Κι ο Ομπάμα, το είχαμε μαντέψει, δεν θέλει να το παίξει Μεγαλέξανδρος, όχι με τη δική μας περικεφαλαία πάντως. Διότι θέλει να συνομιλήσει λέει με το Ιράν και να κοιτάξει σοβαρά το Αφγανιστάν, θέματα εξόχως μακεδονικά, αφού ο πρόγονός μας Μεγαλέξανδρος τα είχε αντιμετωπίσει πρώτος, εξού και η Μαρία Κάλλας, όχι συγγνώμη, οι Καλάς ήθελα να πω, αλλά δεν σκοπεύει να εξαναγκάσει τους βόρειους γείτονες να μη λέγονται Μακεδόνες. Σου λέει, τι με νοιάζει εμένα, πατέρα Κενυάτη είχα, καμία σχέση με Μακεδόνες, ούτε καν του Αμαζονίου. Κι εδώ εμείς να πρέπει να μοιραστούμε την κληρονομιά του Μεγαλέξανδρου με τους ακατονόμαστους. Και την άλλη κληρονομιά, της δεκαετίας του ΄90 να μην έχουμε κανέναν να τη μοιραστούμε, αυτή να την καταναλώνουμε μόνοι μας. Εκείνη τη δεκαετία που ο κόσμος γκρεμιζόταν γύρω μας κι εμείς αρνούμασταν να το δεχτούμε. Κι είχαμε τον Σαμαρά υπουργό Εξωτερικών, μαθητευόμενο μάγο στην ορμή της νιότης του να ονειρεύεται επανάληψη των επαναλήψεων που είχε μάθει στα σχολικά βιβλία της Ιστορίας. Τώρα είναι υπουργός Πολιτισμού και χαμογελά σεμνά, γιατί να μη χαμογελά; Συμβολίζει τον πεδικλωμένο μας πολιτισμό καλύτερα από τον καθένα. Μπορεί να είναι περήφανος. Τον βλέπω να δίνει ένα μετάλλιο στην Ειρήνη Παπά, εις ανάμνηση των ωραίων ημερών, τότε που είχαμε ωραία δίκια και συγκινητική ταυτότητα και ξεσήκωνε τον κόσμο το «Ζ» και συγκινούσε ο «Ζορμπάς». Τελείωσαν οι δικτατορίες αλλά το παράπονο μας το έκαναν εμφύτευση να μας συνοδεύει και στις καλύτερες μέρες κάτι τύποι σαν τον Σαμαρά, να το σέρνουμε βαριά μυλόπετρα σε κάθε μας βήμα, να μη βλέπουμε πέρα από τη μύτη μας, να μη μπορούμε να χαρούμε. Κανείς δεν μας καταλαβαίνει, είναι αθεράπευτη κατάσταση...

Δευτέρα 6 Απριλίου 2009

Δημοτική Αγορά Κυψέλης

Για μια φορά που κατάφερε να στηθεί κάτι καλό σε αυτή την υποβαθμισμένη γειτονιά. Για μια φορά που κατάφεραν κάποιοι άνθρωποι να κάνουν αλήθεια όλα αυτά τα σπουδαία που επαγγέλλονται οι δημοτικοί σύμβουλοι και οι δήμαρχοι σε κάθε εκλογές, μόνο και μόνο για να μη μας πιάνει κατάθλιψη όταν πάμε να ψηφίσουμε. Για μια φορά που φτιάχτηκε ο περίφημος «πυρήνας κοινωνικής και καλλιτεχνικής ζωής στη γειτονιά» - ένας χώρος όπου όντως συναντιούνται οι γείτονες και διοργανώνουν εκθέσεις, και ομιλίες, και καλλιτεχνικά εργαστήρια, και παίζουν σκάκι, και κάθε Σάββατο έχει αγορά βιολογικών προϊόντων, και κάθε βράδυ έχει σχολείο Ελληνικών για μετανάστες μόνο από εθελοντές, οι οποίοι έχουν αγοράσει τα πάντα με λεφτά δικά τους και «προάγουν την ελληνομάθεια» ακριβώς όπως το λέει το Παιδείας, χωρίς να ζητάνε τίποτα από κανένα υπουργείο, μόνο και μόνο για να ραγίσει λίγο αυτός ο τοίχος δυσπιστίας που δηλητηριάζει τη ζωή όλων μας, ειδικά σε γειτονιές γεμάτες μετανάστες όπως η Κυψέλη. Για μια φορά που κατάφεραν και τα έκαναν πράξη τα ωραία λόγια στη Δημοτική Αγορά Κυψέλης, τι νομίζετε ότι αποφάσισε το Δημοτικό Συμβούλιο στην τελευταία συνεδρίαση; Να σταματήσει η αυτοδιαχείριση του χώρου και όταν αναπλαστεί και ευπρεπιστεί, να δοθεί προς ενοικίαση σε καταστήματα. Πού αυτό; Σε μια συνοικία όπου τα μισά μαγαζιά είναι ξενοίκιαστα. Και όχι μόνο τώρα με την κρίση αλλά εδώ και δεκαετίες, ακριβώς επειδή χτίστηκαν τόσα πολλά που είναι αδύνατον να δουλεύουν όλα. Που κανονικά πρέπει να βρουν λύση, πώς θα κάνουν πάρκινγκ μερικά. Αντί να τρέξουν να βοηθήσουν αυτή τη μοναδική προσπάθεια, να την αντιγράψουν, να στήσουν τέτοια κέντρα σε όλες τις γειτονιές, να την ενισχύσουν, να την προβάλουν, όχι, εμπορικά καταστήματα. Τι να πεις; Ζούμε σε άλλη πόλη...

Κυριακή 5 Απριλίου 2009

Τo σύνδρομο της Ψωροκώσταινας

Δεν ξέρω άλλη χώρα που να διατηρεί για τον εαυτό της το αμφίβολο προνόμιο να έχει, εκτός από την ονομασία της, και ένα υποτιμητικό παρατσούκλι. Μια κωδική ονομασία, που χρησιμοποιούν κατ αποκλειστικότητα οι κάτοικοι της χώρας αυτής, όταν θέλουν να περιγράψουν την άσχημη, τη μίζερη εκδοχή της πατρίδας τους. Αυτός ο κωδικός για τους Ελληνες είναι η «Ψωροκώσταινα». Σημαίνει ένα έθνος φριχτά ταλαιπωρημένο και κακομοιριασμένο, ένα έθνος που δεν μπορεί να βγει από τη μαύρη του τη μοίρα και τη μαύρη του τη φτώχεια. Κάτι σαν χώρα με ψώρα. Μπλιαχ. Ακόμα και οι πιο ανοιχτόμυαλοι Ελληνες κρύβουμε έναν κάτοικο της Ψωροκώσταινας. Η Ψωροκώσταινα στη δημόσια ζωή είναι ακόμα η έμμονη ιδέα με το κλείσιμο του ημιυπαίθριου, η παγανιστική σχεδόν λατρεία του όρου «υπό ένταξιν». Ψωροκώσταινα είναι η λιγουριά του φθηνού ΙΧ ως μέσου εξόδου από την οικονομική κρίση, η καταστροφή και η εκμετάλλευση κάθε τετραγωνικού εκατοστού φυσικής ομορφιάς με σκοπό το προσωπικό κέρδος. «Είμαστε φτωχοί, δεν έχουμε την πολυτέλεια να έχουμε πολιτισμό και αισθητική - αυτή είναι για τους πλούσιους», γκρινιάζει και ψηφίζει επιμόνως ο υπήκοος της Ψωροκώσταινας. Ακόμα κι όταν -για λίγο- πλουτίζαμε, αυτό που μας ένοιαζε ήταν η εμετική επίδειξη της χλιδής μας: να καταλάβουν οι άλλοι ότι «δραπετεύσαμε» από την κακομοιριά. Με το πρώτο «μπαμ» της κρίσης, όμως, δείτε τους πώς επαναπατρίζονται σε «ψωροκωστικά» κλισέ, σε «σίγουρες αποταμιεύσεις» και σιγανές συμβουλές «μην ανοίγεσαι - μην ανοίγεσαι». Δεν αποκλείεται να αρχίσουν να ανθούν οι ασχημούλες νύφες με μεγάλη προίκα, τα πανωσηκώματα στις οικοδομές (για να μείνουν τα παιδιά μαζί μας), πιθανόν και μεταμοντέρνες εκδοχές του «Λουστράκου». Ιχνη από εμφυλιακά Παλούκια θολώνουν τις πανάκριβες μαρίνες του Σαρωνικού, μια εσάνς από Λούτσα γλείφει τα κύματα των πεντάστερων ριζόρτ της «καλής» παραλιακής. Θυμίστε μου, σε ποια δεκαετία, σε ποιον αιώνα ζούμε; Και τι του λείπει του ψωριάρη; Κρίση με μαργαριτάρι!

Σάββατο 4 Απριλίου 2009

Το πιο φτηνό το γιώτα-χι

Ηταν πάντα ένα λαοφιλέστατο μέτρο το «όνειρο του φτηνού γιώτα-χι». Δεν είναι η πρώτη φορά που μια κυβέρνηση δίνει κουρσάκια στον λαό για να γίνει πιο συμπαθής. Κάθε φορά, βέβαια, υπάρχει μια ευγενής θεωρία πίσω από τα τζάμπα αμάξια: οι πρώτες αποσύρσεις, ας πούμε, έγιναν για «οικολογικούς» λόγους. Να αντικαταστήσουν οι Ελληνες, έλεγαν, τα «σαπάκια» παλιάς τεχνολογίας με τα νέα, τα καταλυτικά, για να καθαρίσει ο αέρας. Ασχετο που σήμερα η «αλλαγή καταλύτη» στην Ελλάδα είναι το νέο σύντομο ανέκδοτο. Τώρα, το ευγενές κίνητρο είναι η καταπολέμηση της κρίσης. Να κινηθεί η αγορά των αυτοκινήτων, που έχει πάθει μεγάλο στραπάτσο. Να ξεφορτώσουν τα κοντέινερ με τα αζήτητα, που σαπίζουν στα τελωνεία. Να πέσει καμιά παραγγελία, γιατί χανόμαστε. Σχεδόν ανθρωπιστικό το ακούς το μέτρο, κάτι σαν ευεργεσία από την οποία κερδίζουν όλοι. Το ότι τα φτηνά ΙΧ υπήρξαν ένα διαχρονικό προεκλογικό «σιγουράκι» είναι εντελώς συμπτωματικό: άντε καλέ, μην πάει ο νους μας στο πονηρό. Θα αγοράσω καινούργιο αυτοκίνητο, αν πραγματικά τα ελαφρύνουν σημαντικά από τις δυσβάσταχτες κρατικές επιβαρύνσεις. Είμαι υποχρεωμένη να το κάνω. Από κάπου πρέπει να ισοφαρίσω τη φορομπηξία του έκτακτου «φόρου κρίσης» (την οποία υφίσταμαι μαζί με χιλιάδες χαζο-Ελληνες, μόνο και μόνο επειδή διαπράττω το μέγα σφάλμα να είμαι ειλικρινής στις δηλώσεις μου). Αλλο ένα αμάξι, άλλο ένα γκαζάτο λούσο, μερικοί ακόμα τόνοι δηλητηρίου στο περιβάλλον, άλλη μια «παροχή», άλλη μια τετραετία. Σαν να μην πέρασε μια μέρα, σαν να μην αλλάζει τίποτα, σαν να μη μάθαμε, όλοι μας, τίποτα καινούργιο. Καθώς ξεφυλλίζω με καινούργιο ενδιαφέρον τους καταλόγους των περιοδικών αυτοκινήτων, αισθάνομαι ενθουσιασμένος, αθώος και χαζός, σαν τους ιθαγενείς, που αντάλλασσαν μια ήπειρο για μερικές χρωματιστές χάντρες. Ετοιμος να παραδοθώ, ακόμα μια φορά, χωρίς καμιά διάθεση αντίστασης. Να το πάρουμε με δερμάτινα καθίσματα;