Σάββατο 6 Φεβρουαρίου 2010

Η φορολογημένη κι ο αφορολόγητος

Τον φώναξα για επισκευές στο σπίτι και ήρθε. Τόση ευγνωμοσύνη για την εμφάνισή του.


Τόσος θαυμασμός για την ικανότητά του. Τι θα έκανα χωρίς αυτόν; Κουβαλά το βαλιτσάκι με τις ειδικές θήκες. Το ανοίγει και βγάζει εργαλεία ακριβείας.

Ξαναφέρνει στη ζωή μου το φως και τη ζέστη. Κατεβαίνει από τη σκάλα και χαμογελά.

Άγγελος της τεχνολογίας.
Μόνο φτερά δεν ξεφυτρώνουν στην πλάτη της πορτοκαλί φόρμας. Να το πω το πικραμένο που μου ήρθε στο μυαλό; Είναι που άκουσα τον Πρωθυπουργό εκείνη τη βραδιά της εθνικής ομοψυχίας.
Είναι που άκουσα το διάγγελμα και ξύπνησε μέσα μου η Μπουμπουλίνα. Στο κάτω κάτω δεν μας ζήτησε να πολεμήσουμε, να φορολογηθούμε είπε μόνο. Πώς πήγαιναν εθελοντές στον πόλεμο και δεν προλάβαιναν να γράφονται στη στρατολογία; Ε, μπορεί τώρα να βρεθούν κι εκείνοι που θα αλλάξουν λίγο, μια σταλιά, την αντίληψή τους για τους φόρους, χωρίς να βάλουν το χακί. Παίρνω ανάσα βαθιά και ζητάω απόδειξη. Ξαφνιάζεται, κι αμέσως μετά ένα χαμόγελο επιείκειας γλυκαίνει το πρόσωπό του. Α, η καημένη εγώ με τον εκσυγχρονισμένο πατριωτισμό μου... Αφού μου έχει εξηγήσει ότι με το κράτος εκείνος δεν συνεταιρίζεται. Δεν βάζει στην τσέπη του ξένα χέρια.

Έτσι ωραία και γλαφυρά μού τα λέει γελώντας, και σίγουρος ότι θα έκανα το ίδιο αν μπορούσα (Πού να ξέρω; Δεν μπήκα εγώ ποτέ σε τέτοιο πειρασμό) παίρνει ύφος ανωτερότητας ακαταμάχητο και το γαρνίρει με επαναστατικές φρασούλες. Πού βρίσκει τόσες λέξεις αιχμηρές, χειρώνακτας άνθρωπος, κι εγώ που είμαι εργάτης του λόγου μένω βουβή και τον κοιτάζω σιωπηλή, ελπίζοντας να μη θυμώσει και μου το κρατήσει, και δεν ξανάρθει όταν τον χρειαστώ; Ζητείται επειγόντως φρασεολογία πειστική, λέξεις δυνατές, κουλτούρα βαθύτερη περί συνείδησης του πολίτη, που μας λείπει.